Πριν από χιλιάδες χρόνια οι άνθρωποι διέκριναν στον ουρανό συμπλέγματα αστέρων, από τα οποία τα πιο φωτεινά σχημάτιζαν σχήματα (δύο διαστάσεων) στα οποία έδωσαν ονόματα αναλόγως με την ομοιότητα που είχαν με γνωστά σε αυτούς αντικείμενα, θεότητες, μυθικούς ήρωες, ζώα κ.ά.
Στην αρχαιότητα, οι περισσότεροι λαοί είχαν δώσει τις δικές τους ονομασίες στους αστερισμούς. Παρ’όλα αυτά φαίνεται πώς οι Σουμέριοι, στο τέλος της δεύτερης χιλιετίας π.Χ. είναι από τους πρώτους που ονοματίζουν τους αστερισμούς του Λέοντα, του Ταύρου και του Σκορπιού.
Περίπου την ίδια περίοδο, οι Βαβυλώνιοι και οι Κινέζοι οριοθετούν και αυτοί αρκετούς αστερισμούς. Άλλωστε οι Βαβυλώνιοι ήταν οι πρώτοι που διαίρεσαν το έτος σε 360 ημέρες, τον ουρανό σε 360 μοίρες, τη μοίρα σε 60 λεπτά και την ημέρα σε 24 ώρες με την κάθε ώρα να αποτελείται από 60 μέρη.
Επιπλέον οι Βαβυλώνιοι δημιούργησαν τις πήλινες πλάκες Mul-Apin (γύρω στο 700 π.Χ.) στις οποίες περιλαμβάνουν χιλιάδες χρόνια παρατηρήσεων των κινήσεων των άστρων, των αστερισμών και των πλανητών.
Aλλωστε, ήταν αυτοί που επινόησαν τα 12 ζώδια βασιζόμενοι στους αστερισμούς που είχαν ονοματίσει. Να σημειωθεί εδώ ότι, οι Βαβυλώνιοι χρησιμοποιούσαν τις παρατηρήσεις των άστρων και των αστερισμών για να δημιουργούν οιωνούς, άλλοτε καλούς και άλλοτε κακούς.
Οι γνώσεις των αρχαίων λαών της Μεσοποταμίας, και ιδιαιτέρως των Βαβυλωνίων, υιοθετήθηκαν από τους Αρχαίους Έλληνες, που αντίθετα από τους τελευταίους, τις χρησιμοποίησαν για να κατανοήσουν τους φυσικούς νόμους που διέπουν το σύμπαν.
Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι και αστρονόμοι όπως ο Θαλής, ο Δημόκριτος, ο Πλάτωνας, ο Ηρακλείδης ο Ποντικός, ο Ηρακλείδης ο Πόντιος, ο Αριστοτέλης, ο Εύδοξος ο Κνίδιος κ.α. συνέβαλαν ο καθένας με ξεχωριστό τρόπο στην ανάπτυξη της αστρονομίας.
Ένας από τους διασημότερους μελετητές όμως ήταν ο Αρίσταρχος ο Σάμιος.Ο Αρίσταρχος πρότεινε ότι ο Ήλιος ήταν αρκετά μεγαλύτερος από ότι νόμιζαν μέχρι τότε, και παρατηρώντας τις τροχιές των πλανητών Ερμή, Αφροδίτη, Άρη, Δία και Κρόνο, συμπέρανε ότι η Γη και οι πλανήτες πρέπει να περιστρέφονται γύρω από τον Ήλιο.
Όμως ο πιο γνωστός παρατηρητής της αρχαίας Ελλάδας ήταν ο Ίππαρχος ο Ρόδιος ή Ίππαρχος ο Νικαεύς, ο οποίος το 129 π.Χ. δημιούργησε τον πρώτο κατάλογο ακριβείας με 850 άστρα, ορατά δια γυμνού οφθαλμού, και τα έβαλε σε εξι διαφορετικές κατηγορίες φωτεινότητας (κλίμακα Μεγέθους), ένα σύστημα μέτρησης που χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα, με κάποιες τροποποιήσεις έτσι ώστε να μπορούν να συμπεριληφθούν και αστέρες πέραν του έκτου μεγέθους, όπως είναι και ο ήλιος, ο οποιός έχει μέγεθος -26,72.
Με την πάροδο του χρόνου, οι λαοί χώρισαν τα αστέρια του ουρανού σε διάφορους αστερισμούς με πολλές παραλλαγές και διαφορετικά όρια, αναλόγως το μέρος από το οποίο τα παρατηρούσαν.
Έτσι φτάνουμε στο 1922 στη Ρώμη και στο Ά Συνέδριο της Διεθνούς Αστρονομικής Ένωσης (International Astronomical Union – 1919), όπου αναγνωρίστηκαν οι 88 αστερισμοί καθώς και ο τρόπος ονομασίας των αστέρων αναλόγως το φαινομενικό τους μέγεθος.
Συγκεκριμένα η IAU ανέθεσε στο Βέλγο αστρονόμο Eugène Joseph Delporte (Εζέν Ζοζέφ Ντελπόρτ-1882-1955) το καθήκον να ορίσει τα ακριβή σύνορα ανάμεσα σε όλους τους αστερισμούς.
Στις επόμενες δύο συνεδριάσεις της IAU, το 1925 και το 1928 καθορίστηκαν τα ακριβή όρια και το αποτέλεσμα υιοθετήθηκε επισήμως το 1930.Η επίσημη διεθνής ονομασία που δέχεται η IAU για το κάθε αστερισμό είναι η λατινική και η συντομογραφία τους αποτελείτε πάντα από 3 γράμματα.
ι αστέρες που αποτελούν έναν αστερισμό, στην πραγματικότητα απέχουν μεταξύ τους πολλά έτη φωτός και όχι μόνο στις δύο διαστάσεις αλλά σε τρεις διαστάσεις. Δηλαδή δεν έχουν όλοι οι αστέρες την ίδια απόσταση από τη Γη. Απλός η παρατήρηση τους από τη Γη γίνεται σε δύο διαστάσεις και έτσι μπορούμε να σχηματίσουμε και να παρατηρήσουμε τους αστερισμούς. Έτσι αν παρατηρούσαμε τον ουρανό από ένα άλλο σημείο του γαλαξία μας θα βλέπαμε εντελώς διαφορετικούς αστερισμούς. Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι αν ένα αστέρι φαίνετε πιο φωτεινό από ένα άλλο ενός αστερισμού, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι και πιο κοντά μας. Μπορεί να είναι πολύ πιο μακριά αλλά να είναι πολύ πιο μεγάλο από ένα άλλο που μας φαίνετε πιο αμυδρό.
Τέλος στο πέρασμα χιλιάδων χρόνων οι αστερισμοί έχουν αλλάξει μορφή και σχήμα και θα συνεχίζουν να αλλάζουν στο μέλλον, κάτι το οποίο οφείλεται στη διαφορετική ταχύτητα και στη διαφορετική φορά στη κίνηση που κάνει κάθε αστέρας ενός αστερισμού.
Από τους 88 αστερισμούς που υιοθετήθηκαν από την IAU:
Οι 18 ανήκουν στη Βόρεια σφαιρική ζώνη (Βόρειο ημισφαίριο)
Οι 36 ανήκουν στη Νότια σφαιρική ζώνη (Νότιο ημισφαίριο) και
Οι 34 στην Ισημερινή ζώνη.
Βάση με το τόπο παρατήρησης οι αστερισμοί χωρίζονται σε:
Αειφανείς
Αμφιφανείς
Αφανείς
Αειφανείς αστερισμοί είναι αυτοί οι οποίοι είναι ορατοί κατά τη διάρκεια όλης της ημέρας και όλο το χρόνο. Δηλαδή δεν ανατέλλουν ούτε δύουν ποτέ. Στην Ελλάδα αειφανείς αστερισμοί είναι οι:
1. Μεγάλη Άρκτος
2.Μικρή Άρκτος
3.Κηφεύς
4.Κασσιόπη
5.Δράκων
6.Καμηλοπάρδαλης
Αμφιφανείς αστερισμοί είναι οι περισσότεροι από τους αστερισμούς. Έτσι ονομάζονται οι αστερισμοί οι οποίοι ανατέλλουν και δύουν σε έναν τόπο ανάλογα με την εποχή. Δηλαδή δεν είναι ορατοί όλη τη μέρα αλλά ούτε όλες τις εποχές. Στην Ελλάδα μπορούμε να δούμε 63 αμφιφανείς αστερισμούς αναλόγως με την εποχή.
Αφανείς αστερισμοί είναι αυτοί που βρίσκονται πάντα κάτω από τον ορίζοντα ενός τόπου και επομένως δεν είναι ορατοί καμιά εποχή του χρόνου από το τόπο αυτό. Στην Ελλάδα αφανείς αστερισμοί είναι αυτοί οι οποίοι βρίσκονται κοντά στο Νότιο πόλο του ουρανού. Το σύνολο των αφανών αστερισμών στην Ελλάδα είναι 19.
ΠΗΓΕΣ
Βιβλιογραφία
Αστρονομία – Fred Watson
Ιστοσελίδες
IAA
NASA
Wikipedia
YouTube
Κωνσταντίνος Κ. Ράμμος
www.astronomy-astrophotography.com