Στη στρατηγική περιγράφεται ένα μακροπρόθεσμο όραμα να καταστεί η ΕΕ μια κοινωνία ανθεκτική στην κλιματική αλλαγή και πλήρως προσαρμοσμένη στις αναπόφευκτες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής έως το 2050
Η κλιματική μετάβαση αποτελεί βασική προτεραιότητα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Συμβουλίου της ΕΕ. Η δρομολόγηση της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας τον Δεκέμβριο του 2019 έδωσε νέα ώθηση στην πολιτική και τη δράση για το κλίμα σε επίπεδο ΕΕ.
Ακολουθεί επισκόπηση των πλέον πρόσφατων νομοθετικών και πολιτικών πρωτοβουλιών της ΕΕ για το κλίμα.
Ευρωπαϊκός νόμος για το κλίμα
Επιδίωξη του ευρωπαϊκού νόμου για το κλίμα, ως ενός από τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, είναι να ενταχθεί στη νομοθεσία ο στόχος της κλιματικά ουδέτερης ΕΕ έως το 2050. Τον Δεκέμβριο του 2020, οι υπουργοί Περιβάλλοντος της ΕΕ κατέληξαν σε συμφωνία για γενική προσέγγιση σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής για τον ευρωπαϊκό νόμο για το κλίμα, συμπεριλαμβανομένου νέου στόχου της ΕΕ για μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55 % έως το 2030 σε σχέση με το 1990, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 10ης και 11ης Δεκεμβρίου 2020.
Τον Απρίλιο του 2021, οι διαπραγματευτές του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατέληξαν σε προσωρινή πολιτική συμφωνία σχετικά με το ευρωπαϊκό νομοθέτημα για το κλίμα. Το Συμβούλιο ενέκρινε τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση τον Ιούνιο του 2021, τερματίζοντας τη διαδικασία έγκρισης.
Το ευρωπαϊκό νομοθέτημα για το κλίμα θέτει έναν δεσμευτικό στόχο της ΕΕ για το κλίμα όσον αφορά τη μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (εκπομπές μετά την αφαίρεση των απορροφήσεων) κατά τουλάχιστον 55 % έως το 2030 σε σύγκριση με το 1990. Η ΕΕ θα επιδιώξει επίσης να επιτύχει μεγαλύτερο όγκο καθαρών καταβοθρών άνθρακα έως το 2030.
Ο κανονισμός θεσπίζει ευρωπαϊκή επιστημονική συμβουλευτική επιτροπή για την κλιματική αλλαγή, η οποία θα παρέχει ανεξάρτητες επιστημονικές συμβουλές και θα υποβάλλει εκθέσεις σχετικά με τα μέτρα της ΕΕ για το κλίμα. Προβλέπει τον καθορισμό ενδιάμεσου στόχου για το κλίμα για το 2040 κατά τα επόμενα έτη.
Η στρατηγική της ΕΕ για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή θα βοηθήσει την ΕΕ να είναι καλύτερα προετοιμασμένη για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
Στρατηγική της ΕΕ για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή
Τον Ιούνιο του 2021, οι υπουργοί Περιβάλλοντος της ΕΕ ενέκριναν συμπεράσματα με τα οποία προσυπέγραψαν τη νέα στρατηγική της ΕΕ για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Στη στρατηγική περιγράφεται ένα μακροπρόθεσμο όραμα να καταστεί η ΕΕ μια κοινωνία ανθεκτική στην κλιματική αλλαγή και πλήρως προσαρμοσμένη στις αναπόφευκτες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής έως το 2050.
Τα μέτρα που προβλέπονται στη στρατηγική είναι τα εξής:
- καλύτερη συλλογή και κοινοποίηση δεδομένων για τη βελτίωση της πρoσβασιμότητας και της ανταλλαγής γνώσεων σχετικά με τις κλιματικές επιπτώσεις
- λύσεις που βασίζονται στη φύση και συμβάλλουν στην ανάπτυξη ανθεκτικότητας στην κλιματική αλλαγή και την προστασία των οικοσυστημάτων
- ενσωμάτωση της προσαρμογής στις μακροοικονομικές δημοσιονομικές πολιτικές
Τα συμπεράσματα παρέχουν πολιτική καθοδήγηση στην Επιτροπή όσον αφορά την υλοποίηση της στρατηγικής. Προσφέρουν επίσης καθοδήγηση για την υποβολή ανακοίνωσης της ΕΕ σχετικά με την προσαρμογή πριν από τη διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα (COP26).
- Το Συμβούλιο εγκρίνει νέα στρατηγική της ΕΕ για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή (δελτίο Τύπου, 10 Ιουνίου 2021)
- Συμβούλιο Περιβάλλοντος, 10 Ιουνίου 2021
Τον Απρίλιο του 2020, το Συμβούλιο εξέδωσε νέο κανονισμό με στόχο τον περιορισμό του κινδύνου ανεπάρκειας νερού για την άρδευση των καλλιεργειών. Οι νέοι κανόνες στοχεύουν στο να μπορέσει η Ευρώπη να προσαρμοστεί στις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Ο κανονισμός, ο οποίος συνάδει απόλυτα με την κυκλική οικονομία, διευκολύνει τη χρήση επεξεργασμένων αστικών λυμάτων για γεωργική άρδευση, βελτιώνοντας με τον τρόπο αυτό τη διαθεσιμότητα νερού και συμβάλλοντας στην πρόληψη της έλλειψης τροφίμων.
Εκπομπές CO2 προερχόμενες από τις μεταφορές
Τον Απρίλιο του 2019, αποφασίστηκαν αυστηρότερα όρια εκπομπών για τα αυτοκίνητα και τα μικρά φορτηγά προκειμένου να διασφαλιστεί ότι, από το 2030 και μετά, τα νέα οχήματα θα εκπέμπουν λιγότερο CO2 κατά μέσον όρο σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2021:
- αυτοκίνητα – 37,5 % λιγότερο CO2
- μικρά φορτηγά – 31 % λιγότερο CO2
Τον Ιούνιο του 2019, καθορίστηκαν τα όρια για τα φορτηγά και άλλα βαρέα επαγγελματικά οχήματα. Σύμφωνα με τους νέους κανόνες, οι κατασκευαστές θα πρέπει να μειώσουν τις εκπομπές CO2 των νέων φορτηγών, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2019, κατά μέσον όρο:
- 15 % από το 2025
- 30 % από το 2030
Σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ
Τον Φεβρουάριο του 2018, η ΕΕ ενέκρινε αναθεωρημένους κανόνες για το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών (ΣΕΔΕ) της ΕΕ. Το ΣΕΔΕ της ΕΕ θεσπίστηκε το 2005, είναι η πρώτη μεγάλη αγορά ανθρακούχων εκπομπών παγκοσμίως και παραμένει μάλιστα η μεγαλύτερη. Θέτει ανώτατο συνολικό όριο εκπομπών CO2 για τη βαριά βιομηχανία και τους σταθμούς παραγωγής ενέργειας. Ο συνολικός όγκος των επιτρεπόμενων εκπομπών διανέμεται σε εταιρίες με τη μορφή αδειών, οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο συναλλαγής.
Τον Δεκέμβριο του 2019, η ΕΕ και η Ελβετία συμφώνησαν να συνδέσουν τα οικεία συστήματα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών. Η συμφωνία αυτή θα είναι αμοιβαία επωφελής για την ΕΕ και την Ελβετική Συνομοσπονδία, δεδομένου ότι η σύνδεση συστημάτων με ανώτατα συνολικά όρια και δικαιώματα εμπορίας εκπομπών μπορεί να αυξήσει τις διαθέσιμες δυνατότητες μείωσης των εκπομπών και να ενισχύσει την οικονομική αποδοτικότητα της εμπορίας τους.
Επιμερισμός των προσπαθειών
Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τομείς που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ ρυθμίζονται από τον καλούμενο κανονισμό για τον επιμερισμό των προσπαθειών, ο οποίος θέτει δεσμευτικούς στόχους για τις μειώσεις των ετήσιων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη για την περίοδο από το 2021 έως το 2030.
Στόχος του κανονισμού είναι να εξασφαλιστεί ότι οι τομείς αυτοί συμβάλλουν στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Οι τομείς αυτοί είναι, μεταξύ άλλων, τα κτίρια, η γεωργία (εκπομπές εκτός CO2), η διαχείριση αποβλήτων και οι μεταφορές (εξαιρουμένων των αερομεταφορών και της διεθνούς ναυτιλίας).
Χρήση γης και δασοκομία
Τον Μάιο του 2018, εκδόθηκε νέος κανονισμός για τη βελτίωση της προστασίας και της διαχείρισης της γης και των δασών. Μέσω αυτού του κανονισμού, οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τη χρήση γης, την αλλαγή στη χρήση της γης και τη δασοκομία (LULUCF) ενσωματώθηκαν στο πλαίσιο για το κλίμα και την ενέργεια με ορίζοντα το 2030.
Καθαρή ενέργεια
Τα τρία τέταρτα των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου της ΕΕ δημιουργούνται από την παραγωγή και την κατανάλωση ενέργειας. Η ΕΕ εργάζεται για την απαλλαγή του τομέα της ενέργειας από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα —κεντρικό στοιχείο της πράσινης μετάβασης.
Τον Δεκέμβριο του 2020, το Συμβούλιο ενέκρινε συμπεράσματα σχετικά με τις στρατηγικές για τις υπεράκτιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και το υδρογόνο που είχε προτείνει η Επιτροπή. Κατά την άτυπη βιντεοδιάσκεψη του ίδιου μηνός, οι υπουργοί Ενέργειας της ΕΕ συζήτησαν την ενοποίηση του ενεργειακού συστήματος.
Τα κράτη μέλη της ΕΕ οφείλουν να υποβάλλουν και να επικαιροποιούν τακτικά τα οικεία εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ) προκειμένου να παρουσιάζουν τη συμβολή τους στους στόχους όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και στους στόχους μείωσης των εκπομπών. Τα ΕΣΕΚ θεσπίστηκαν στο πλαίσιο της στρατηγικής για την Ενεργειακή Ένωση και τα πρώτα εξ αυτών καλύπτουν την περίοδο 2021-2030.
Το Συμβούλιο έχει επίσης θεσπίσει περαιτέρω δράσεις πολιτικής σε σχέση με την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και στο πλαίσιο της στρατηγικής για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία. Μεταξύ τους περιλαμβάνονται ο μηχανισμός δίκαιης μετάβασης, η στρατηγική «από το αγρόκτημα στο πιάτο», η στρατηγική για τη βιοποικιλότητα και η ευρωπαϊκή βιομηχανική στρατηγική.