Τα απειλούμενα είδη στην Ελλάδα

Καφέ Αρκούδα (Ursus Arctos)

Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι υπάρχουν γύρω στις 150, στις οροσειρές της Πίνδου και της Ροδόπης. Προτιμά τις φυτικές τροφές και ιδιαίτερα τα άγρια φρούτα, τις ρίζες, τα μανιτάρια και το μέλι. Τρώει επίσης έντομα, αμφίβια και κτηνοτροφικά ζώα. Ζει σε δάση δρυός, οξιάς και κωνοφόρων. Είναι ζώο μοναχικό και κινείται κυρίως το ξημέρωμα, το σούρουπο και τη νύχτα.

 

 

Αγριόγιδο (Rupicapra rupicapra balcanica)


Στην  Ελλάδα το αγριόγιδο ζει στην Πίνδο, στη Στερεά Ελλάδα, στον Όλυμπο και στη Ροδόπη. Συνολικά ζουν 400 – 500 άτομα του είδους σε απομονωμένους μικρούς πληθυσμούς. Δεν ανήκει στο ίδιο είδος με το κρι-κρι της Κρήτης και δεν διασταυρώνεται με τη γίδα. Έχει όρθια κέρατα με κυρτές απολήξεις. Το τρίχωμα του από καφέ ανοιχτό το καλοκαίρι μετατρέπεται σε σκούρο καφέ το χειμώνα.

 

 

Βίδρα (Lutra lutra)

Συναντάται στην Κεντρική Ελλάδα, στην Κέρκυρα και στην Εύβοια. Ζει σε γλυκά νερά, σε ποταμούς, λίμνες και έλη με ανεπτυγμένη παρόχθια βλάστηση . Τρέφεται με ψάρια σε ποσοστό μεγαλύτερο του 80% αλλά και αμφίβια, ερπετά (νερόφιδα), ασπόνδυλα (κυρίως καβούρια), πουλιά και μικρά θηλαστικά. Γεννά συνήθως την άνοιξη, 2-3 μικρά το έτος, τα οποία τον πρώτο χρόνο εξαρτώνται από τη μητέρα τους.

 

 

Δελφίνια

Στις Ελληνικές θάλασσες ζουν τέσσερα είδη δελφινιών: το ρινοδέλφινο (Tursiops truncatus), το ζωνοδέλφινο (Stenella coeruleoalba), το κοινό δελφίνι (Delphinus Delphis), και με μικρότερη παρουσία του σταχτοδέλφινο. Οι φυσικοί εχθροί των δελφινιών είναι ελάχιστοι. Στη Μεσόγειο τα δελφίνια  κινδυνεύουν από τη θαλάσσια ρύπανση, την τυχαία σύλληψη τους σε αλιευτικά εργαλεία, την υπεραλεία, που προκαλεί έλλειψη τροφής γι’ αυτά, και την εσκεμμένη θανάτωση τους.

 

 

Θαλάσσια Χελώνα (Caretta caretta)

Η Caretta caretta τρέφεται κυρίως με θαλάσσια φυτά και ασπόνδυλα, κυρίως τσούχτρες. Ζει στη θάλασσα αλλά έχει και πνεύμονες, με αποτέλεσμα να βγαίνει συχνά στην επιφάνεια της θάλασσας για να αναπνεύσει και στις αμμώδεις παραλίες για να γεννήσει. Ανάμεσα στις κύριες απειλές που αντιμετωπίζει είναι η υποβάθμιση και η καταστροφή των βιότοπων αναπαραγωγής της, η χρήση αλιευτικών εργαλείων, η ύπαρξη σκουπιδιών και πλαστικών σακουλών.

 

 

Κόκκινο Ελάφι (Cervus elaphus)

Στα τέλη του 20ου αιώνα τα ελάφια περιορίστηκαν στη χερσόνησο της Σιθωνίας, στην ορεινή περιοχή της Ροδόπης και στην Πάρνηθα. Σήμερα ο πληθυσμός της Σιθωνίας εξαφανίστηκε. Το κόκκινο ελάφι είναι το μεγαλύτερο φυτοφάγο ζώο της Ελλάδας. Ως αναπόσπαστο στοιχείο της ελληνικής φύσης μπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο στη διαμόρφωση και την εξέλιξη των οικοσυστημάτων, ειδικά στις μέρες μας που η ελεύθερη κτηνοτροφία σταδιακά εγκαταλείπεται.

 

 

Λύκος (Canis lupus)

Ο λύκος χαρακτηρίζεται από υψηλή νοημοσύνη και ανεπτυγμένη κοινωνική οργάνωση. Στην Ελλάδα τον συναντάμε μόνο σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές. Η μείωση της φυσικής λείας του και η αρνητική εικόνα που έχει διαμορφωθεί γι’ αυτόν στη συνείδηση των ανθρώπων οδηγούν στη μείωση των πληθυσμών. Στις μέρες μας ο «κακός λύκος» των παραμυθιών δεν είναι παρά ένα τρωτό είδος που χρειάζεται προστασία.

 

 

Λύγκας Ευρασιατικός (Lynx Lynx)

Ο λύγκας είναι ένα άγριο και οξυδερκές ζώο που ελάχιστοι είχαν την ευκαιρία να συναντήσουν. Οι κύριοι παράγοντες θνησιμότητας του λύγκα είναι τα τροχαία ατυχήματα και το λαθροκυνήγι. Το είδος απειλείται από διανοίξεις δρόμων για δασικές εκμεταλλεύσεις ή για τουρισμό και εκτεταμένες υλοτομίες που προκαλούν υποβάθμιση των δασών. Στην Ελλάδα ζουν ελάχιστα άτομα, στα βόρεια σύνορα της χώρας.

 

 

 

Μαυρογύπας (Aegypius monachus)

Από τη δεκαετία του ’80 η αναπαραγωγή του μαυρογύπα έχει περιοριστεί στον Όλυμπο και στο Εθνικό Πάρκο Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλιού. Ο πληθυσμός του εκτιμάται σε 90 – 100 άτομα. Ζει σε δασώδεις ημιορεινές και ορεινές περιοχές, και φωλιάζει σε μεγάλα πεύκα που περιβάλλονται από μικρά ανοίγματα ή χαμηλή βλάστηση σε πολύ απότομες πλαγιές. Ζευγαρώνει δια βίου. Τρέφεται κυρίως με ψοφίμια θηλαστικών ζώων μικρού και μεσαίου μεγέθους.

 

 

Τσακάλι (Canis aureus)

Στην Ελλάδα υπάρχουν πλέον γύρω στα 1500 άτομα σε απομονωμένους πληθυσμούς στην Αν.Μακεδονία – Θράκη, τη Χαλκιδική, τη Φωκίδα, την Πελοπόννησο, τη Σάμο και σε μικρές ομάδες στην Κερκίνη και στον Αξιό. Βασικοί παράγοντες της μείωσης του πληθυσμού του Τσακαλιού είναι η αποξήρανση υγροτόπων, η εντατικοποιήση της γεωργίας, η μείωση της. Ως το 1990 το τσακάλι ήταν επικηρυγμένο ως επιβλαβές είδος.

 

 

Φώκια (Monachus monachus)

Η μεσογειακή φώκια ζει περίπου 40 χρόνια και γεννάει κάθε ένα ή δύο χρόνια συνήθως ένα μικρό.  Η τροφή της αποτελείται κυρίως από ψάρια και κεφαλόποδα (χταπόδια, καλαμάρια κ.α.). Απειλείται από την επέκταση των τουριστικών δραστηριοτήτων που καταλαμβάνουν τους βιότοπους της, από την μείωση των αλιευμάτων και από τη θαλάσσια ρύπανση από πετρελαιοειδή. Στην Ελλάδα ζει ο μικρότερος εναπομείνας πληθυσμός της.

 

 

Χιονογερακίνα (Buteo lagopus)


Ζει σε ερημότοπους, βουνοπλαγιές, έλη, αμμοθίνες. Φωλιάζει σε άκρες βράχων. Τρέφεται με μικρά θηλαστικά, κουνέλια, λαγούς, τρωκτικά και πουλιά. Γεννά 3 – 5 αυγά, τα κλωσσά σε 31 ημέρες. Οι νεοσσοί πετούν μετά από 34 – 43 ημέρες. Ζει 11 χρόνια. Έχει μακρόστενες φτερούγες, λευκή ουρά με μαύρη πλατιά λωρίδα στην άκρη, λευκή κοιλιά και φτερούγες. Το κεφάλι της είναι ανοιχτόχρωμο.