Τι προτείνουν οι εξαγωγείς για την ελληνική γεωργία

 

 


Είναι  προφανής η  σημασία της συμμετοχής της  Ελλάδας σε ένα  σημαντικό διεθνή ορίζοντα  και  δυνατότητα συμμετοχής της σε συνεργασία και χάραξη επιθετικής αγροτικής   πολιτικής προώθησής με παγκόσμια και μακροχρόνια εμβέλεια.,ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων προτείνει συγκεκριμένα

1. Τη δημιουργία Clusters Παραγωγών για προϊόντα υψηλής ποιότητας.

2. Τη δημιουργία Κέντρων Διανομής ελληνικών προϊόντων σε κρίσιμες αγορές-στόχους.

3. Την εκπαίδευση των Ελλήνων αγροτών σε θέματα εξαγωγών και marketing προϊόντων.

«Πριν γίνουν όλα αυτά, απαιτείται η σαφής χαρτογράφηση των αγορών στις οποίες θα στοχεύσουμε τις πωλήσεις μας», επισήμανε η κ. Σακκελαρίδης, και ανέφερε ότι «ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων διατηρεί μία βάση δεδομένων διεθνούς εμπορίου της Ελλάδας από το 1955, σημειώνοντας ότι «τα στοιχεία είναι σημαντικό εφόδιο για τη χάραξη επιθετικής πολιτικής προώθησής του, με τρόπο αποτελεσματικό και προσαρμοσμένο στις συνθήκες κάθε αγοράς». «Για το λόγο αυτό, προτείνω στο υπουργείο, σήμερα κιόλας να ξεκινήσουμε μία συνεργασία ανάδειξης των δυναμικότερων κλάδων της αγροτικής οικονομίας, την προβολή των πρωταγωνιστών της εξωστρέφειας και την επισήμανση των ανατελλόντων αστέρων της ελληνικής γεωργίας»

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Η κυρία Σακελλαρίδη παρέθεσε σειρά στατιστικών στοιχείων προς επεξεργασία:

Η Ελλάδα αποτελεί βασικό προμηθευτή αγροτικών προϊόντων στις διεθνείς αγορές με σημαντική παρουσία στις περισσότερες αγορές των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΟΟΣΑ.

Η χώρα μας περιλαμβάνεται στους πέντε πρώτους προμηθευτές αγροτικών προϊόντων σε 25 χώρες, με ποσοστά συμμετοχής στις εισαγωγές τους που ξεπερνούν το 80%. Συγκεκριμένα, η Ελλάδα είναι ο πρώτος προμηθευτής 43 αγροτικών προϊόντων σε 12 χώρες, ο δεύτερος προμηθευτής 19 προϊόντων σε 15 χώρες, ο τρίτος προμηθευτής 23 προϊόντων σε 15 χώρες, ο τέταρτος προμηθευτής 22 προϊόντων σε 14 χώρες και ο πέμπτος προμηθευτής 19 προϊόντων επίσης σε 14 χώρες.

Η μεγαλύτερη κατηγορία αγροτικών προϊόντων είναι τα φρούτα και λαχανικά (37,1% του συνόλου των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων). Ακολουθούν τα ψάρια & οστρακοειδή (14,7%), καπνός & προϊόντα καπνού (9,1%), γαλακτοκομικά προϊόντα (7,9%), δημητριακά (7,6%), λάδια και λίπη φυτικής προέλευσης (6,8%), ποτά (4,8%), διάφορα προϊόντα διατροφής (4,6%) και παρασκευάσματα από ζάχαρη και μέλι (2,8%).

Όλες οι κατηγορίες αγροτικών προϊόντων παρουσιάζουν αύξηση των εξαγωγικών τους επιδόσεων σε σχέση με το 1988. Το μεγαλύτερο μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής εμφανίζουν τα προϊόντα: διάφορα προϊόντα διατροφής (+13,1%), ψάρια, οστρακοειδή και μαλάκια (+10,9%), γαλακτοκομικά προϊόντα (+9%) και ζάχαρη και παρασκευάσματα από ζάχαρη & μέλι (+8,8%). Οι λοιπές κύριες κατηγορίες σημείωσαν μέσο ρυθμό μεταβολής που κυμαίνεται από +0,7% (δημητριακά & παρασκευάσματα δημητριακών) έως +3,3% (ποτά).

Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ο κύριος προορισμός των ελληνικών αγροτικών προϊόντων. Όμως, το ποσοστό συμμετοχής των χωρών αυτών συνεχώς μειώνεται, και από 79% το 1988 περιορίζεται πλέον κάτω του 64%. Αυξητική τάση παρατηρείται στις εξαγωγές προς τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (πρώην σοσιαλιστικές χώρες) με αποτέλεσμα οι χώρες αυτές να αποτελούν τον δεύτερο τόπο προορισμού των εξαγωγών με συνολικό ποσοστό συμμετοχής 20,4% (από 2,3% το 1988). Η Βόρειος Αμερική και οι χώρες της Βόρειας Αφρικής και Μέσης Ανατολής είναι ο τρίτος και τέταρτος προορισμός των εξαγωγών των αγροτικών προϊόντων με ποσοστά συμμετοχής 4,7% και 3,7%, αντίστοιχα.

Βασικοί ανταγωνιστές της Ελλάδος στις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων προς τις χώρες - μέλη της ΕΕ και του ΟΟΣΑ, είναι η Ισπανία και η Ιταλία που αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ένα τρίτο (31,2%) του συνολικού ανταγωνισμού που αντιμετωπίζει η χώρα μας, ενώ και η Τουρκία αναδεικνύεται σε έναν από τους βασικότερους ανταγωνιστές της Ελλάδος στα αγροτικά προϊόντα. Η γειτονική χώρα καταλαμβάνει την έκτη θέση αντιπροσωπεύοντας το 3,4%, του συνολικού ανταγωνισμού.