Αμείωτες είναι οι διαμαρτυρίες των συνεταιριστικών οινοποιείων για την έξαρση της παραοικονομίας στην αγορά του κρασιού, από την επιβολή του ΕΦΚ στο κρασί.
Παρά τις διαβεβαιώσεις του υπουργείου Οικονομικών, έλεγχοι είτε για την διακίνηση, είτε για τα αποθεμάτα δεν έχουν ξεκινήσει ακόμη, με αποτέλεσμα η επιβολή του φόρου να αφορά μόνο ένα τμήμα των οινοπαραγωγών, των οποίων μάλιστα οι πωλήσεις στο εσωτερικό της χώρας έχουν μειωθεί εξαιτίας της επιβολής του ΕΦΚ στο κρασί. Είναι επόμενο οι αγοραστές οίνου, είτε πρόκειται για τελικά σημεία πώλησης, είτε για το ενδιάμεσο εμπόριο να «προτιμούν αφορολόγητο» προϊόν το οποίο διακινείται στην μισή αξία απ’ ότι το νόμιμα διακινούμενο.
Για το λόγο αυτό η ΚΕΟΣΟΕ πήρε την πρωτοβουλία να ζητήσει κοινή σύσκεψη του υπουργείου Οικονομικών με το υπουργείο ΥΑΤΤρ, προκειμένου να εξευρεθούν λύσεις αντιμετώπισης της παραοικονομίας, η οποία έχει καταστεί εκτός των άλλων και ευρηματική.
Σύμφωνα με καταγγελίες που περιέρχονται σε γνώση της ΚΕΟΣΟΕ, οι παράνομες διακινήσεις οίνων πραγματοποιούνται και από οινοποιεία, αλλά και αμπελουργούς που οινοποιούν μόνοι τους την παραγωγή τους.
Η διακίνηση παράνομα πωλούμενων οίνων πραγματοποιείται, είτε με την έκδοση τιμολογίων τα οποία εκ των υστέρων ακυρώνονται, είτε με την έκδοση τιμολογίων στα οποία αντί για οίνος στην περιγραφή είδους αναγράφεται «Τρόφιμα», είτε ακόμη και με το επαναγέμισμα ή την αντικατάσταση του περιέκτη συσκευασιών που εμπεριέχουν τα bag-in-box (ασκοί).
Έντονο είναι και το φαινόμενο παράνομης διακίνησης οίνων από αδήλωτες αποθήκες ή ακόμη και σπίτια, αποθεμάτων οίνων που δεν δηλώθηκαν κατά την υποχρεωτική απογραφή της 31ης Δεκεμβρίου 2015.
Τέλος ένα μεγάλο μέρος καταγγελιών – διαμαρτυριών αφορά διακινήσεις οίνων από φυσικά πρόσωπα (αμπελουργούς), οι οποίοι δεν προβαίνουν σε δηλώσεις παραγωγής (υποχρεούνται άνω των 1000 lt οίνου), οι οποίοι διακινούν σε τοπικό επίπεδο την παραγωγή τους (λιανική, ταβέρνες, κλπ) μη καταβάλλοντας ΕΦΚ, ΦΠΑ και Φόρο Εισοδήματος.
Η διακίνηση των οίνων αυτών γίνεται με συσκευασίες απροσδιόριστης καταλληλότητας, χωρίς δυνατότητα ελέγχου ποιότητας και ενέχουν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία.
Το παράδοξο είναι ότι όλες οι τοπικές κοινωνίες γνωρίζουν τι συμβαίνει, παρόλ’ αυτά οι προβλεπόμενοι ελεγκτικοί μηχανισμοί, είναι άγνωστο γιατί δεν ενεργοποιούνται.
Να τονισθεί στο σημείο αυτό, ότι από τις 160.000 αμπελουργικές εκμεταλλεύσεις που είναι καταγεγραμμένες στο Αμπελουργικό Μητρώο, μόνο οι 27.000 προέβησαν σε ψηφιακή υποβολή δήλωσης Συγκομιδής και εάν αφαιρεθούν οι αμπελουργικές εκμεταλλεύσεις κάτω του ενός στρέμματος (περίπου 40.000), που δεν έχουν υποχρέωση υποβολής Δήλωσης Συγκομιδής, σημαίνει ότι η παραγωγή 93.000 αμπελουργικών εκμεταλλεύσεων (ποσοστό περίπου 60%) μπορούν να διακινούν παράνομα τους οίνους που παράγουν.