Αγροτική Κοινωνία Vs Αστική Κοινωνία, 0-1

Με πολλή ικανοποίηση, καταγράψαμε (eurostat) ότι το 85% περίπου των ευρωπαίων πολιτών είναι υπέρ της συνέχισης της ενίσχυσης του αγροτικού κόσμου και μετά το 2013.

Δημήτρης Μιχαηλίδης Είναι ιδιαιτέρα θετικό ότι 60 χρόνια μετά την καθιέρωση της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής («ΚΓΠ» και για τους άσχετους «ΚΑΠ»), η ευρωπαϊκή πολιτική άρχισε να αντιλαμβάνεται δεν είναι μόνο παραγωγοί τροφίμων και βιομηχανικών πρώτων υλών. Έτσι σε μια πρώτη μελέτη που παρουσιάστηκε τον Μάρτιο του 2010, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για πρώτη φορά αναγνωρίζει ότι οι αγρότες προσφέρουν δωρεάν πολλά δημόσια αγαθά. Επίσης, με τη δραστηριότητά τους, προσφέρουν στο σύνολο της κοινωνίας, τόσο μέσα σε αυτή την οποία ζουν όσο και κυρίως στις αστικές κοινωνίες, χωρίς ανταπόδοση, πλούσια οικοσυστήματα, βελτίωση στην ποιότητα των εδαφών, του νερού και του αέρα, συντηρούν το αγροτικό τοπίο και τις δομές που το χαρακτηρίζουν και διαχειρίζονται το 92% της επιφάνειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και το 75% περίπου των νερών.

Στο βιβλίο «Αγροτική Κοινωνιολογία και Συνεργατισμός» του καθηγητή Γεωπονίας κ. Γεώργιου Δαουτόπουλου (ISBN 978-960-8065-71-0), στο δεύτερο κεφάλαιο επισημαίνουμε ότι άλλη είναι η αγροτική κοινότητα και άλλη η αστική. Διαβάζοντας πολλά σημεία από το βιβλίο, συνειδητοποιούμε καλύτερα ότι αυτές οι βασικές διαφορές των δύο κοινωνιών αλλά κυρίως η ανικανότητα των πολιτικών μας να τις αντιληφθούν, να τις εντοπίσουν ή έστω να δεχτούν τις εισηγήσεις των επιστημόνων που γνωρίζουν, είναι η βάση των σημερινών προβλημάτων στον αγροτικό κόσμο.

Η θεώρηση της αγροτικής κοινότητας σε αντιδιαστολή με την αστική κοινότητα, δεν έχει οδηγήσει σε μια κοινή τοποθέτηση των ειδικών επιστημόνων. Έχουν διατυπωθεί τρεις διαφορετικές απόψεις: Η Διχοτομική Θεώρηση, το Αγροτοαστικό Συνεχές και η Συμβιωτική Θεώρηση.

Η Διχοτομική Θεώρηση δέχεται ότι η ύπαιθρος-αγροτική κοινότητα αποτελεί τη ζωογόνο δύναμη του Έθνους και οι άνθρωποί της διατηρούν τη αγνότητα και τον ανθρωπισμό τους. Η πόλη αποτελεί ένα αφύσικο τρόπο ζωής γεμάτο από άγχος, αποξένωση, κοσμοσυρροή, υποβαθμισμένο περιβάλλον, ξενόφερτο τρόπο ζωής, που δείχνει έμφαση στην απόλαυση υλικών αγαθών.

Άλλοι πάλι βλέπουν την αγροτική κοινότητα ως χώρο που κυριαρχεί η αγραμματοσύνη, η φτώχεια, οι ανεπιτήδευτοι τρόποι συμπεριφοράς, η ανυπαρξία πολιτισμικών και άλλων εκδηλώσεων, η ανυπαρξία στοιχειωδών ανέσεων, όπου το άτομο συνθλίβεται κάτω από τα δεσμά του κοινωνικού ελέγχου της κλειστής κοινωνίας του χωριού, ανήμπορο να πραγματώσει τις προσδοκίες και τα οράματά του.

 

Στο Αγροτοαστικό Συνεχές δεχόμαστε ότι όλες οι κοινότητες έχουν σε ένα μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό στοιχεία αγροτικού ή αστικού χαρακτήρα. Σε αυτό το Αγροτοαστικό Συνεχές, χρησιμοποιούνται διάφορες μεταβλητές, όπως είναι το μέγεθος του πληθυσμού, η πληθυσμιακή πυκνότητα, ο βαθμός εξάρτησης του πληθυσμού από τη γεωργία, η κατανομή του πληθυσμού κατά επαγγέλματα, το ποσοστό αναλφάβητων, ο δείκτης γεννητικότητας, το ποσοστό των παντρεμένων, το ποσοστό των ατόμων κάτων των 15 ετών και άνω των 65 κ.ά.

 

Η συμβιωτική Θεώρηση δέχεται ότι με την ανάπτυξη του οδικού δικτύου και των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας οι αγροτικές κοινότητες έπαψαν να είναι απομονωμένες και βαθμιαία οι αγροτικές κοινωνίες χάνουν τα χαρακτηριστικά τους και απορροφώνται από τις πληθυσμιακά μεγάλες αστικές κοινωνίες. Έτσι μπορεί να δημιουργηθεί μία συμβιωτική σχέση στα πλαίσια της ευρύτερης κοινωνίας-περιφέρειας, ή ίσως στον ευρύτερο εθνικό χώρο αλλά και στο διεθνή χώρο.

 
Μέχρι σήμερα, η αστική κοινωνία επιβάλλει την αστικοποίηση, το lifestyle και τον καταναλωτισμό σχεδόν σε όλες τις αγροτικές κοινωνίες. Ο πλούτος της Ελλάδας μπορεί να παράγεται στον αγροτικό χώρο. Οι αγρότες παράγουν τον πλούτο. Απλά οι πλούσιοι βρίσκονται στον αστικό χώρο με την μεταποίηση και το εμπόριο ή ακόμα και με τις τουριστικές υπηρεσίες. Ο πλούτος υφαρπάζεται συνεχώς με διάφορες μεθόδους και συστήματα, ένα από τα οποία είναι το σύστημα τιμών των αγροτικών προϊόντων. Έτσι ενώ βλέπουμε συνεχώς να μειώνεται η τιμή των αγροτικών προϊόντων στο χωράφι, βλέπουμε ταυτόχρονα να αυξάνεται η τελική τιμή των έτοιμων τροφίμων στα ράφια των super-markets. Με αυτόν τον τρόπο, συντηρείται το «παρασιτικό» ενδιάμεσο κομμάτι από την παραγωγή μέχρι την κατανάλωση, κομμάτι το οποίο καλύπτεται κυρίως από τις δημόσιες υπηρεσίες και τους αστούς και όσους έγιναν αστοί.

 
Τη δεκαετία του 1960, από την τιμή ενός τροφίμου στο ράφι, το 10% ήταν η αξία των εισροών (σπόροι, λιπάσματα, καύσιμα κτλ), το 30% πήγαινε στη συσκευασία, μεταποίηση, μεταφορά, εμπορία κτλ. και το 60% έμενε στον αγρότη παραγωγό. Σήμερα που ο παραγωγός δεν είναι κατ’ανάγκη αγρότης αλλά μπορεί να είναι επιχειρηματίας, από την τελική τιμή του τροφίμου ο παραγωγός εισπράττει το 10%, οι εισροές κοστίζουν το 20% της τιμής και η συσκευασία, μεταποίηση, μεταφορά και εμπορία εισπράττουν το παρασιτικό 70%. Και να σκεφτείς ότι αρκετοί αγρότες συμπεριφέρονται καταναλωτικά ως αστοί, προσφέροντας την παραγωγή τους εκτός της κοινωνίας τους και αγοράζοντας προϊόντα από το παγκοσμοιοποιημένο εμπόριο των αστών.


ΜΕ αυτές τις προϋποθέσεις, οι αγρότες δεν μπορούν να επιβιώσουν ότι και να παράγουν, όσο τέλεια εκπαιδευμένοι και να είναι και παρατηρούμε να εγκαταλείπονται συνεχώς οι καλλιέργειες, οι αστοί να προτιμούν τα εισαγόμενα τα οποία σήμερα καλύπτουν το 70% των αγροτικών τροφίμων που καταναλώνουμε όλοι στην Ελλάδα, ενώ η Ελλάδα από αγροτική χώρα κατάντησε καθαρός εισαγωγέας με έλλειμμα δισεκατομμυρίων στο ετήσιο ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων.


Οι αστική κοινωνία μοιάζει σαν να πριονίζει με τη συμπεριφορά της το κλαδί το οποίο τη στηρίζει (τρόφιμα, οξυγόνο, νερό, περιβάλλον) και το οποίο είναι η αγροτική κοινωνία.

Η συμβιωτική Θεώρηση είναι σαν να συζητά ένας λύκος με ένα πρόβατο πως θα εξασφαλίσουν τροφή συμβιωτικά (όπου πρόβατο, η αγροτική κοινωνία).

 
Η προσέγγιση θα ήταν ελλειπέστατη εάν δεν αναφερθεί ότι σήμερα πολλά από τα χρήματα που εξασφαλίστηκαν για τους αγρότες κατευθύνονται με έμμεσο τρόπο σε μη αγρότες, κατευθύνονται σε αστούς παραγωγούς, κατευθύνονται σε αστούς επιχειρηματίες, κάνοντας ακόμα δυσκολότερη την επιβίωση της αγροτικής κοινωνίας, ενώ η ανικανότητα του δημόσιου τομέα επιτρέπει σε επιτήδειους δήθεν αγρότες, ακόμα και με το νέο μητρώο αγροτών, να στήνουν μεγαλοαπάτες με τις επιστροφές του ΦΠΑ ή μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων να εισπράττουν επιδοτήσεις στήριξης αγροτικών προϊόντων χωρίς να φτάνει τίποτα τελικά στην αγροτική κοινωνία.

 

Τώρα τελευταία, ακόμα και ο Αγροτουρισμός, ένα καθαρά αγροτικό επάγγελμα, χρηματοδοτεί αστούς και όποιον άλλον έχει λεφτά μέσω των ΟΠΑΑΧ (του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων) και μέσω των LEADER (Μπαλτατζής-Αναπτυξιακές).

Εάν δεν αφυπνιστεί η αγροτική κοινωνία για να διεκδικήσει το ρόλο που της αξίζει και αν η αγροτική κοινωνία δεν αποδώσει γρήγορα αυτόν τον ρόλο στην αγροτική κοινωνία, η κατάρρευση του συστήματος «ελληνικό κράτος» θα πρέπει να θεωρηθεί προδιαγεγραμμένη, συμπαρασύροντας τόσο τους Έλληνες αστούς όσο και τους Έλληνες αγρότες.

Και το αγροτικό συνδικαλιστικό κίνημα, έχοντας εξασφαλίσει τη μισθοδότησή του από τον ΕΛΓΑ (μέχρι σήμερα) ή την εξασφάλισή του από τους κομματικούς μηχανισμούς, είναι διασπασμένο και δεν δείχνει ι κανό να ηγηθεί του χώρου.

 

πηγη:economist.gr