Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο Νόμου του υπουργείου Οικονομικών με τίτλο «Μείωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. και βελτιώσεις στην ρύθμιση οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση του ν.4611/2019»
Άρθρο 1
Μείωση ΕΝ.Φ.Ι.Α.
Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 1, ειδικά για το έτος 2019, χορηγείται μείωση στο συνολικό ποσό του ΕΝ.Φ.Ι.Α. φυσικών προσώπων ανάλογα με τη συνολική αξία της περιουσίας τους. Ειδικότερα, εισάγεται ποσοστιαία μείωση επί του ποσού του φόρου (κύριου και συμπληρωματικού), με κριτήριο την αξία της ακίνητης περιουσίας, από την οποία εξαιρείται η αξία των γηπέδων εκτός σχεδίου πόλης ή οικισμού.
Η μείωση του φόρου κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του προτεινόμενου άρθρου εφαρμόζεται μετά τις προβλεπόμενες στο άρθρο 7 του ν. 4223/2013 σχετικές εκπτώσεις και μειώσεις. Η ρύθμιση αυτή ανακουφίζει το σύνολο των φορολογούμενων φυσικών προσώπων, καθώς δεν εξαιρείται κανείς από το πεδίο εφαρμογής της, ενώ ταυτόχρονα λαμβάνεται ιδιαίτερη μέριμνα για τους πιο αδύναμους και τη μεσαία τάξη. Με τον τρόπο αυτό, επιτυγχάνεται η ορθολογικότερη και αρτιότερη δικαιοκρατική εφαρμογή του εν λόγω φόρου, στη βάση του αντικειμενικού κριτηρίου της αξίας της ακίνητης περιουσίας του υποκειμένου, και σύμφωνα με τις αρχές της φοροδοτικής ικανότητας και της αναλογικής ισότητας των φορολογουμένων. Επισημαίνεται ότι με την διάταξη του άρθρου 24 παρ. 2 του ν. 4579/2018, το ρυθμιστικό περιεχόμενο της οποίας καταργείται με την παρούσα, δημιουργούνταν στρεβλώσεις και ανισότητες μεταξύ των φορολογουμένων, καθώς προέκυπταν επάλληλες και ανισομεγέθεις κατηγορίες φορολογουμένων με διαφορετικές επιβαρύνσεις, οι οποίες έθιγαν κατά κύριο λόγο τη μεσαία τάξη.
Η προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 2 κρίνεται απαραίτητη για την τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού.
Άρθρο 1
Μείωση ΕΝ.Φ.Ι.Α.
1. Η παράγραφος 2Α του άρθρου 7 του ν. 4223/2013 (Α'287), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«2Α. Ειδικά για το έτος 2019, χορηγείται μείωση στον ΕΝ.Φ.Ι.Α. φυσικών προσώπων, που προκύπτει από την εφαρμογή των άρθρων 4 και 5 και της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ανάλογα με τη συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας, η οποία υπόκειται σε φόρο κατά το άρθρο 4, όπως αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 5, ως εξής:
α) για αξία ακίνητης περιουσίας μέχρι εξήντα χιλιάδες (60.000) ευρώ, κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%),
β) για αξία ακίνητης περιουσίας μέχρι εβδομήντα χιλιάδες (70.000) ευρώ, κατά ποσοστό είκοσι επτά τοις εκατό (27%),
γ) για αξία ακίνητης περιουσίας μέχρι ογδόντα χιλιάδες (80.000) ευρώ, κατά ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%),
δ) για αξία ακίνητης περιουσίας μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) και
ε) για αξία ακίνητης περιουσίας άνω του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ, κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).
Στη συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας της παρούσας παραγράφου δεν συνυπολογίζεται η αξία των δικαιωμάτων επί των γηπέδων εκτός σχεδίου πόλης ή οικισμού.»
2. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4223/2013, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Ειδικά για το έτος 2019, εφόσον η πράξη προσδιορισμού του φόρου εκδοθεί μέχρι την 16η Σεπτεμβρίου 2019, η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου 2019.».
3. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2019.
Άρθρο 2
Τροποποίηση των διατάξεων των άρθρων 98, 99, 100, 103 και 104 του ν. 4611/2019 (Α' 73)
Με το άρθρο 2 τροποποιούνται διατάξεις της ρύθμισης βεβαιωμένων οφειλών στις Δ.Ο.Υ., τα Ελεγκτικά Κέντρα και τα Τελωνεία του ν. 4611/2019, διορθώνοντας στρεβλώσεις, ανισότητες και αδικίες που καθιστούσαν τη ρύθμιση δυσεφάρμοστη και εν πολλοίς ατελέσφορη.
Συγκεκριμένα, με τις διατάξεις της παρ. 1 καταργείται το άρθρο πέμπτο της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου της 27ης.6.2019, αναδρομικά από όταν ίσχυσε.
1. Το άρθρο πέμπτο της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Π.Ν.Π.) της 27ης.6.2019 (Α' 106) καταργείται από την έκδοσή της.
Ακολούθως, με τις διατάξεις της παρ. 2 αυξάνεται το πλήθος δόσεων της ρύθμισης σε έως εκατόν είκοσι (120), από έως τριάντα έξι (36) που ισχύει σήμερα, για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με συνολική υποχρεωτικά υπαγόμενη στη ρύθμιση βασική οφειλή έως 1.000.000 ευρώ, με ταυτόχρονη απαλλαγή από τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, όπως διαμορφώνονται κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση. Επιπλέον, παρέχεται η δυνατότητα σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης, της επιλογής της εφάπαξ εξόφλησης του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή της μετάπτωσης σε μικρότερο αριθμό δόσεων, με ταυτόχρονη απαλλαγή επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά επιλέγονται. Επισημαίνεται ότι τα προαναφερόμενα νομικά πρόσωπα δικαιούνται να εντάξουν στην προκείμενη ρύθμιση και τις προαιρετικά υπαγόμενες στη ρύθμιση οφειλές τους του άρθρου 100 του ν. 4611/2019, όπως τροποποιείται με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου. Η ρύθμιση αυτή κρίθηκε αναγκαία, καθώς ο περιορισμένος αριθμός των δόσεων σε συνδυασμό με τα στενά κριτήρια επιλεξιμότητας οδήγησε σε μεγάλη υστέρηση ένταξης στη ρύθμιση νομικών προσώπων και στη de facto αλυσιτέλεια των σχετικών διατάξεων του ν. 4611/2019.
2. Στην περίπτ. Γ' της παρ. 1 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019 (Α' 73), η υφιστάμενη υποπερίπτωση δ' αναριθμείται σε ε' και προστίθεται νέα υποπερίπτωση δ', ως εξής:
«δ. Κατ' εξαίρεση, για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα με συνολική υποχρεωτικά υπαγόμενη στη ρύθμιση βασική οφειλή, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5, έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, χορηγείται αποκλειστικά δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως και εκατόν είκοσι (120) δόσεις, υπό τον περιορισμό της ελάχιστης δόσης της παρ. 2, με απαλλαγή από τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση, ως ακολούθως:
αα) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,
ββ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δύο (2) έως και τέσσερις (4) μηνιαίες δόσεις,
γγ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε πέντε (5) έως και δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις,
δδ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκατρείς (13) έως και είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις,
εε) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε είκοσι πέντε (25) έως και τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις,
στ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα πέντε τοις εκατό (45%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε τριάντα επτά (37) έως και σαράντα οκτώ (48) μηνιαίες δόσεις,
ζζ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε σαράντα εννέα (49) έως και εξήντα (60) μηνιαίες δόσεις
ηη) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε εξήντα μία (61) έως και εβδομήντα δύο (72) μηνιαίες δόσεις,
θθ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε εβδομήντα τρεις (73) έως και ενενήντα έξι (96) μηνιαίες δόσεις,
ιι) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε ενενήντα επτά (97) έως και εκατόν είκοσι (120) μηνιαίες δόσεις.
Στα ανωτέρω ποσοστά απαλλαγών συμπεριλαμβάνεται το ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του πρώτου εδαφίου της παρ. 1.
Ως βασική οφειλή για την εφαρμογή της παρούσας υποπερίπτωσης νοείται το σύνολο των βεβαιωμένων οφειλών, όπως διαμορφώνονται κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, χωρίς τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, καθώς και τα πρόστιμα των άρθρων 57 του Κ.φ.Δ. και 6 του Κ.Ε.Δ.Ε. που τις επιβαρύνουν.
Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της παρούσας υποπερίπτωσης.».
Με τις διατάξεις της παρ. 3 ορίζεται ως ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης το ποσό των 20 ευρώ. Με την μείωση του ποσού της ελάχιστης δόσης ευνοείται πλήθος μικροοφειλετών, οι οποίοι υποχρεωτικά, λόγω του καθορισμού ως ελάχιστου ποσού δόσης του ποσού των 30 ευρώ, οδηγούνταν άνευ ετέρου σε μικρότερα σχήματα δόσεων. Η προτεινόμενη διάταξη, παρέχει τη δυνατότητα αύξησης των δόσεων, ενθαρρύνει τη συνέπεια και ανακουφίζει τους οφειλέτες, ιδιαιτέρως δε, όσους παράλληλα εξυπηρετούν και άλλες ρυθμίσεις.
3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019 (Α' 73) αντικαθίσταται ως εξής: «2. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης ορίζεται σε είκοσι (20) ευρώ».
Με τις διατάξεις της παρ. 4 προβλέπεται ότι, εφόσον κατά την ένταξη στη ρύθμιση προκαταβληθεί ποσό τουλάχιστον διπλάσιο της μηνιαίας δόσης της ρύθμισης, χορηγείται ισόποση απαλλαγή επί των συνολικών προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής. Η διάταξη κρίνεται αναγκαία, προκειμένου να δοθούν κίνητρα στους οφειλέτες να αποπληρώσουν τις οφειλές τους σε όσο το δυνατόν λιγότερες δόσεις.
4. Στο άρθρο 98 του ν. 4611/2019 (Α' 73) προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:
«6. Εφόσον ο οφειλέτης προκαταβάλει ποσό τουλάχιστον διπλάσιο της μηνιαίας δόσης του προγράμματος ρύθμισης που έχει επιλέξει, χορηγείται σε αυτόν ισόποση απαλλαγή επί των συνολικών προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής. Το ποσό προκαταβολής δηλώνεται από τον οφειλέτη κατά την υποβολή του αιτήματος υπαγωγής στη ρύθμιση και καταβάλλεται εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την υποβολή της αίτησης. Οι δόσεις της ρύθμισης καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επομένων μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση.».
Με τις διατάξεις της παρ. 5 μειώνεται κατά δυο ποσοστιαίες μονάδες (από 5% που ισχύει σήμερα, σε 3%) η επιβάρυνση των ρυθμισμένων οφειλών με τόκο. Η ανωτέρω μείωση του επιτοκίου κρίνεται αναγκαία για την αποφυγή της υπέρμετρης επιβάρυνσης του οφειλέτη, αλλά και της ουσιαστικής καρπώσεως των ωφελημάτων επί των απαλλαγών που παρέχονται στους τόκους και τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.
5. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 99 του ν. 4611/2019 (Α' 73) οι λέξεις «πέντε εκατοστιαίες μονάδες (5%)» αντικαθίστανται με τις λέξεις «τρεις εκατοστιαίες μονάδες (3%)».
Με τις διατάξεις της παρ. 6 διευρύνεται το προαιρετικό πεδίο εφαρμογής της ρύθμισης, καταλαμβάνοντας οφειλές που βεβαιώνονται μέχρι την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση και αφορούν σε υποχρεώσεις ετών, υποθέσεων και περιόδων μέχρι και 31.12.2018, και οι οποίες καθίστανται ληξιπρόθεσμες μετά την ημερομηνία αυτή, εξαιρουμένων των οφειλών για τις οποίες η προθεσμία υποβολής δήλωσης λήγει μετά τις 31.12.2018. Επισημαίνεται ότι τα τεθέντα με την προτεινόμενη διάταξη κριτήρια επιλεξιμότητας των οφειλών είναι σωρευτικά. Συνεπώς, οφειλές οι οποίες ναι μεν βεβαιώνονται μέχρι την αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση, αλλά αφορούν σε υποχρεώσεις για τις οποίες η προθεσμία υποβολής της σχετικής δήλωσης λήγει μετά την 31-12-2018, δε δύνανται να υπαχθούν στην παρούσα ρύθμιση.
6. Στο τέλος του άρθρου 100 του ν. 4611/2019 (Α' 73), μετά τις λέξεις «είναι σε ισχύ» προστίθενται οι λέξεις «, καθώς και οφειλές που βεβαιώνονται μέχρι την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής σε ρύθμιση και αφορούν σε υποχρεώσεις ετών, υποθέσεων και περιόδων μέχρι και 31.12.2018, εξαιρουμένων των οφειλών για τις οποίες η προθεσμία υποβολής δήλωσης λήγει μετά τις 31.12.2018.».
Με τις διατάξεις της παρ. 7 καθίσταται σαφές ότι η ισχύουσα -έκτακτου χαρακτήρα- ρύθμιση του ν. 4611/2019, όπως τροποποιείται με το παρόν άρθρο, αποτελεί την τελευταία δυνατότητα ρυθμίσεως με όρους και προϋποθέσεις έκτακτης φύσεως, μετά δε, τη λήξη της ισχύος της παρούσας, οι οφειλές προς τη φορολογική διοίκηση θα δύνανται να διευθετούνται μόνο μέσω ενός μόνιμου μηχανισμού ρύθμισης οφειλών.
7. Στο τέλος του άρθρου 103 του ν. 4611/2019 (Α' 73), προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η παρούσα ρύθμιση οφειλών προς τη φορολογική διοίκηση αποτελεί την τελευταία ρύθμιση οφειλών με έκτακτο χαρακτήρα.».
Με τις διατάξεις της παρ. 8 επιλύεται το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι οφειλέτες του Δημοσίου όταν, πριν από την υπαγωγή στη ρύθμιση, το Δημόσιο έχει επιβάλει κατάσχεση εις χείρας τρίτων, ιδίως πιστωτικών ιδρυμάτων, δεδομένου ότι η ένταξη στη ρύθμιση δεν συνεπάγεται την άρση των κατασχέσεων που έχουν ήδη επιβληθεί. Με αυτόν τον τρόπο όμως, οι οφειλέτες δεν έχουν πρόσβαση στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς και στερούνται τη ρευστότητα που είναι απαραίτητη για τις ανάγκες διαβίωσής τους και τη συνέχιση λειτουργίας της επιχείρησής τους. Με τις προτεινόμενες διατάξεις, η επιβληθείσα κατάσχεση «αδρανοποιείται» για τις απαιτήσεις του οφειλέτη μετά τη γνωστοποίηση της αδρανοποίησης της κατάσχεσης στον τρίτο, η δε αδρανοποίηση της κατάσχεσης είναι υποχρεωτική για τη φορολογική Διοίκηση. Ποσά απαιτήσεων, που γεννήθηκαν πριν από τη γνωστοποίηση στον τρίτο, αποδίδονται στο Δημόσιο, ενώ οι κατασχέσεις αναπτύσσουν πλήρως τις έννομες συνέπειές τους έναντι τόσο του οφειλέτη όσο και των τρίτων που επικαλούνται δικαιώματα ή αξιώσεις, σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης.
8. Η περίπτωση (γ) του άρθρου 104 του ν. 4611/2019 (Α' 73) αντικαθίσταται ως εξής:
«γ) αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης, οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί εις χείρας τρίτων σε βάρος του οφειλέτη δεν καταλαμβάνουν μελλοντικές απαιτήσεις του οφειλέτη έναντι του τρίτου υπό την προϋπόθεση ότι η κατάσχεση αφορά αποκλειστικά σε χρέη που έχουν ρυθμιστεί κατά τις διατάξεις του παρόντος και γνωστοποιείται στον τρίτο. Ποσά απαιτήσεων που γεννώνται μετά την ως άνω γνωστοποίηση, αποδεσμεύονται και αποδίδονται κατά νόμο, ενώ ποσά απαιτήσεων που γεννήθηκαν πριν από αυτή αποδίδονται στο Δημόσιο. Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης, οι ανωτέρω κατασχέσεις αναπτύσσουν πλήρως τις έννομες συνέπειές τους αναφορικά με τις μελλοντικές απαιτήσεις, από τη γνωστοποίηση της ανατροπής στον τρίτο. Τυχόν αποκτηθέντα δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου. Στις περιπτώσεις των ανωτέρω εδαφίων, ποσά που έχουν αποδοθεί στο Δημόσιο δεν επιστρέφονται.».
Με τις διατάξεις των παρ. 9 έως και 12 προβλέπονται μεταβατικές ρυθμίσεις για τους οφειλέτες που έχουν ήδη προβεί στη ρύθμιση των οφειλών τους με το ισχύον προ των παρουσών τροποποιήσεων θεσμικό πλαίσιο, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να επιλέξουν, εφόσον το επιθυμούν, να υπαχθούν στις ρυθμίσεις του παρόντος. Οι προτεινόμενες μεταβατικές διατάξεις είναι απαραίτητες, καθότι η ρύθμιση του ν. 4611/2019 είναι σε ισχύ από την ημεροχρονολογία ψήφισης του ανωτέρω νόμου (17.5.2019), γεγονός το οποίο καθιστά τις παρούσες νομοθετικές αλλαγές έτι περαιτέρω εργώδεις, αλλά συνάμα πιο ουσιαστικές και πρακτικά ωφέλιμες, υπό το φως των αρχών της ισονομίας και της εξασφάλισης ίσων ευκαιριών.
9. Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα με συνολική υποχρεωτικά υπαγόμενη στη ρύθμιση βασική οφειλή, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019, έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου έχουν ήδη υπαγάγει τις οφειλές τους σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής σε έως τριάντα έξι (36) δόσεις κατά τις διατάξεις των υποπερ. α' έως γ' της περίπτ. Γ' της παρ. 1 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019, μπορούν να ζητήσουν τη ρύθμιση των οφειλών τους σύμφωνα με την παρ. 2 του παρόντος, μέχρι την καταληκτική ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση του ν. 4611/2019.
10. Οφειλέτες που έχουν υπαγάγει τις οφειλές τους σε ρύθμιση κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου με βάση τις προϊσχύσασες διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 98 και του άρθρου 100 του v. 4611/2019, δύνανται να ζητήσουν την εκ νέου ρύθμιση των οφειλών τους σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, όπως τροποποιούνται με τις παραγράφους 3 και 6 του παρόντος άρθρου, μέχρι την καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση του ν. 4611/2019.
11. Οφειλέτες που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου έχουν υπαγάγει τις οφειλές τους σε ρύθμιση με τις διατάξεις του ν. 4611/2019, μπορούν να ζητήσουν την εκ νέου ρύθμιση των οφειλών τους, μέχρι την καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση του ν. 4611/2019, προκειμένου να τύχουν των απαλλαγών της παρ. 4.
12. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων δύναται να ορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή των παραγράφων 8, 9,10 και 11.
13. Η παράγραφος 5 ισχύει για όλες τις ανεξόφλητες δόσεις της ρύθμισης μετά την παρέλευση διμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
14. Η παράγραφος 6 ισχύει από 17.5.2019.
Άρθρο 3
Έναρξη ισχύος
Στο άρθρο 3 προβλέπεται ο χρόνος έναρξης ισχύος του παρόντος, με την επιφύλαξη των ειδικότερα οριζομένων στα άρθρα 1 και 2 του παρόντος.
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις του.