Η διάδοση της νόσου Covid-19 και οι επιπτώσεις της δοκιμάζουν σκληρά τα συστήματα δημόσιας υγείας και τις οικονομίες των κρατών που πλήττονται.
Άρθρο του ΓΓ Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ κ. Δημήτρη Σκάκλου στα «ΝΕΑ».
Η διάδοση της νόσου Covid-19 και οι επιπτώσεις της δοκιμάζουν σκληρά τα συστήματα δημόσιας υγείας και τις οικονομίες των κρατών που πλήττονται. Οι κυβερνήσεις καλούνται να αντιμετωπίσουν τη διπλή πρόκληση της εξομάλυνσης της επιδημιολογικής καμπύλης και της καμπύλης της οικονομικής ύφεσης. Και στις δύο περιπτώσεις καθοριστικός παράγοντας θα είναι ο χρονικός παράγοντας. Στην πρώτη περίπτωση η προσπάθεια έγκειται στην επιβράδυνση της διάδοσης της πανδημίας ώστε να κερδηθεί ο απαιτούμενος χρόνος για την ανάπτυξη των κατάλληλων θεραπειών. Στη δεύτερη περίπτωση επιδίωξη είναι να ελαχιστοποιηθούν οι συνέπειες της διακοπής μεγάλου μέρους της οικονομικής δραστηριότητας.
Στο πεδίο της οικονομίας τα διδάγματα της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 αλλά και η οικονομική θεωρία συγκλίνουν στις δέουσες επιλογές. Συνοπτικά, επιβάλλεται η αποτελεσματική αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων εργαλείων της νομισματικής και δημοσιονομικής («with all guns blazing») προκειμένου να αποτραπεί μία ταυτόχρονη ανθρωπιστική και οικονομική κρίση οι διαστάσεις των οποίων ακόμη δεν μπορούν να εκτιμηθούν με ακρίβεια.
Ωστόσο, οι πολιτικοί ανταγωνισμοί των κρατών μελών της EE αλλά και οι διαχρονικές αγκυλώσεις της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας δεν έχουν επιτρέψει τη διαμόρφωση μιας αποτελεσματικής κοινής ευρωπαϊκής απάντησης. Πρέπει όμως να το επισημάνουμε: τα μέτρα και οι πρωτοβουλίες που θα αναληφθούν προϊούσης της ύφεσης αναγκαστικά στο επόμενο διάστημα θα έχουν σημαντικά υψηλότερο κόστος συγκριτικά με την άμεση και ταυτόχρονη υιοθέτηση στο σύνολο τους. Ο κίνδυνος της απαξίωσης ενός μέρους του παραγωγικού και ανθρώπινου δυναμικού της οικονομίας είναι υπαρκτός και η οικονομία δεν θα επανέλθει αυτόματα στα προηγούμενα επίπεδα. Είναι αναγκαίο να διατηρηθούν με κάθε τρόπο οι θέσεις εργασίας και να προστατευτούν οι επιχειρήσεις.
Μέχρι σήμερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προχώρησε σε πρόγραμμα ενίσχυσης της ρευστότητας μέσω της αγοράς κρατικών ομολόγων, στο οποίο θα συμμετάσχει και η χώρα μας. Και η, για πρώτη φορά ενεργοποίηση της «ρήτρας γενικής αποφυγής», επιτρέπει την προσωρινή απαγκίστρωση από τους περιορισμούς του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, δεν επιλύει όμως το πρόβλημα της έλλειψης πόρων ειδικά σε κράτη με υψηλό χρέος.
Οι διαθέσιμοι πόροι του ΕΣΠΑ μπορούν να συμβάλουν καλύπτοντας ένα μέρος των απαιτούμενων δημοσίων δαπανών καθώς και να μοχλεύσουν κρίσιμους ιδιωτικούς πόρους. Το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων προχωρεί στη στήριξη μικρομεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων μέσω της εγγυοδοσίας νέων δανείων για κεφάλαιο κίνησης καθώς και της επιδότησης επιτοκίου υφιστάμενων δανείων για τους κλάδους που πλήττονται. Παράλληλα συμμετέχει, με τα συναρμόδια υπουργεία Οικονομικών και Εργασίας, στη δέσμη των μέτρων για τη στήριξη της οικονομίας και των εργαζομένων. Επιπρόσθετα όμως πρέπει να υπάρξει η μέγιστη δυνατή ευελιξία στο υφιστάμενο κανονιστικό πλαίσιο των Διαρθρωτικών Ταμείων (μεταφορές πιστώσεων ανάμεσα σε περιφέρειες και Ταμεία επιλεξιμότητες κ.λπ.), ώστε να κατευθυνθούν πόροι εκεί όπου υπάρχει ανάγκη. Είναι κάτι που η χώρα μας έχει ζητήσει εμφατικά, όπως άλλωστε και η πλειοψηφία των κρατών-μελών της EE, όμως η μέχρι σήμερα ανταπόκριση της Επιτροπής απέχει από το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Η επόμενη ημέρα (πρέπει να) είναι διαφορετική. Το νέο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027 θα πρέπει να προσαρμοστεί σε μία νέα πραγματικότητα, με αυξημένο και εμπροσθοβαρή προϋπολογισμό. Αντίστοιχα θα πρέπει να αναθεωρηθεί μερικώς η στρατηγική για το νέο ΕΣΠΑ 2021- 2027, ο σχεδιασμός της οποίας βρίσκεται αυτή την περίοδο σε πλήρη ανάπτυξη. Οι βασικές προτεραιότητες θα πρέπει να διευρυνθούν ώστε να συμπεριλάβουν νέες προκλήσεις όπως η υγειονομική ασφάλεια (health security).
Η επιστροφή στην κανονικότητα δεν θα είναι εύκολη. Δεν είναι καιρός για κωλυσιεργία.