Οι εκτιμήσεις για απασχόληση, η αβεβαιότητα για τουρισμό.
Ρυθμούς ανάπτυξης 4,1% το 2021 και 6% το 2022, προβλέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Ελλάδα, αναθεωρώντας προς τα πάνω τις προβλέψεις της, σε σύγκριση με αυτές του Φεβρουαρίου.
Στις εαρινές οικονομικές προβλέψεις που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τονίζει ότι η πανδημία του κορονοϊού και τα απαραίτητα περιοριστικά μέτρα, ώθησαν την ελληνική οικονομία σε μια βαθιά ύφεση το 2020 (-8,2%). «Ο τουρισμός και γενικότερα ο τομέας των υπηρεσιών χτυπήθηκε ιδιαίτερα. Ωστόσο, τα έγκαιρα μέτρα πολιτικής που έλαβε η ελληνική κυβέρνηση κατάφεραν να μετριάσουν την ύφεση στηρίζοντας την απασχόληση και τη ρευστότητα των επιχειρήσεων. Η ευνοϊκή δημοσιονομική πολιτική, σε συνδυασμό με την ισχυρή τόνωση από το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, αναμένεται να βοηθήσουν στην εκκίνηση της οικονομίας στο μέλλον», τονίζει η Επιτροπή.
Σημειώνεται, επίσης, ότι τα μέτρα στήριξης της απασχόλησης κατάφεραν να αποτρέψουν απολύσεις μεγάλης κλίμακας, διατηρώντας την ανεργία στο 16,3%, ενώ η απασχόληση μειώθηκε λόγω χαμηλότερων προσλήψεων στον τομέα του τουρισμού.
Όσο προχωρά η εκστρατεία εμβολιασμού στην Ελλάδα, θα επιτρέπεται η σταδιακή χαλάρωση των μέτρων και αυτό θα συμβάλλει στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, ιδίως το 2022, εκτιμά η Επιτροπή.
Σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η Επιτροπή τονίζει ότι η οικονομική δραστηριότητα το δεύτερο εξάμηνο του 2021, αναμένεται επίσης να υποστηριχθεί από την έναρξη της εφαρμογής των έργων που παρουσιάζει η Ελλάδα στο εθνικό της σχέδιο ανάκαμψης. Συνολικά το ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 4,1% το 2021 και 6,0% το 2022.
Επιπλέον, το σταδιακό άνοιγμα του τουριστικού τομέα αναμένεται να υποστηρίξει τις καθαρές εξαγωγές.
Η απασχόληση
Σε ό,τι αφορά την απασχόληση, η Επιτροπή προβλέπει ότι ο αντίκτυπος της πανδημίας στη ρευστότητα και στα εισοδήματα θα συνεχίσει να μετριάζεται με μέτρα στήριξης. Ειδικότερα τα μέτρα στήριξης της απασχόλησης αναμένεται να συνεχίσουν να διευκολύνουν την επιστροφή των εργαζομένων, των οποίων οι εργασιακές συμβάσεις είχαν ανασταλεί και να βοηθήσουν στη διατήρηση του δείκτη ανεργίας στο 16,3% το 2021, σε σχέση με το 2020. Ωστόσο η δημιουργία θέσεων απασχόλησης θα ανακάμψει πιο αργά και προβλέπεται μόνο μια μικρή μείωση της ανεργίας το 2022 στο 16,1%.
Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, παρά την πρόσφατη αύξηση των τιμών της ενέργειας, ο συνολικός πληθωρισμός είναι πιθανό να παραμείνει ελαφρώς αρνητικός το 2021, σε μεγάλο βαθμό λόγω της χαμηλής ζήτησης βιομηχανικών αγαθών και υπηρεσιών, προτού ανακάμψει σταδιακά το 2022.
Η αβεβαιότητα παραμένει υψηλή, ιδιαίτερα σε σχέση με τον τουριστικό τομέα και τη χαλάρωση των ταξιδιωτικών περιορισμών. Πρόσθετοι κίνδυνοι προέρχονται από τον αντίκτυπο της κρίσης σχετικά με τη φερεγγυότητα των επιχειρήσεων, μόλις λήξουν τα μέτρα στήριξης. Οι εξελίξεις στην αγορά εργασίας θα εξαρτηθούν καθοριστικά από το ρυθμό που θα καταργηθούν τα μέτρα στήριξης της εργασίας. Εξωτερικοί γεωπολιτικοί παράγοντες παραμένουν πηγή αβεβαιότητας.
Δημοσιονομική πολιτική
Το έλλειμμα στο βασικό ισοζύγιο της Ελλάδας έφτασε το 9,7% του ΑΕΠ το 2020 που μπορεί κυρίως να αποδοθεί στο κόστος των μέτρων στήριξης της οικονομίας (6,3% του ΑΕΠ) και του αντίκτυπου της πανδημίας στα εισοδήματα.
Το έλλειμμα στο ισοζύγιο γενικής κυβέρνησης το 2021 αναμένεται να παραμείνει υψηλό (10,0% του ΑΕΠ). Εκτός από το κόστος της παράτασης των μέτρων στήριξης που εγκρίθηκαν το 2020, η Επιτροπή στις προβλέψεις της λαμβάνει υπόψη τα νέα μέτρα που εγκρίθηκαν για τη στήριξη της ανάκαμψης και κυρίως τη μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και της προσωρινής κατάργησης του φόρου κοινωνικής αλληλεγγύης για τον ιδιωτικό τομέα.
Καθώς η οικονομία συνεχίζει να ανακάμπτει και τα έκτακτα δημοσιονομικά μέτρα σταδιακά αίρονται, το ονομαστικό έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί σε 3,2% του ΑΕΠ το 2022.
Οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι παραμένουν σημαντικοί. Σχετίζονται με κρατικές εγγυήσεις που εκδόθηκαν ως μέρος των μέτρων έκτακτης ανάγκης το 2020 και θα μπορούσαν να κληθούν στο μέλλον. Πρόσθετοι κίνδυνοι μπορεί να προέλθουν από τη δημιουργία του προγραμματισμένου συστήματος πώλησης και μίσθωσης ακινήτων που ανήκουν σε ευάλωτους οφειλέτες, σε περίπτωση που θεωρείται μέρος της γενικής κυβέρνησης. Υπάρχουν επίσης κίνδυνοι από υποθέσεις εναντίον του ΕΤΑΔ και τις τρέχουσες νομικές προκλήσεις κατά των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων.
Μετά από μια απότομη αύξηση το 2020 που συνδέεται με την πανδημία, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας αναμένεται να αυξηθεί στο 209% του ΑΕΠ το 2021 και στη συνέχεια να μειωθεί στο 202% του ΑΕΠ το 2022.