Τα πρώτα προσωρινά λουκέτα σε ελληνικές επιχειρήσεις φέρνει το συνεχιζόμενο ράλι των τιμών ρεύματος και φυσικού αερίου.
Σε αδιέξοδο οδηγείται η εγχώρια βιομηχανία που δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στο υψηλό κόστος ενέργειας που έχει προκύψει από την ενεργειακή κρίση ενώ σύμφωνα μάλιστα με παράγοντες της βιομηχανίας, ο κίνδυνος ακόμη και για τη βιωσιμότητα μεταποιητικών μονάδων είναι δεδομένος.
Σύμφωνα με την εκτίμηση που υπάρχει σε κύκλους της βιομηχανίας, απέναντι στη λαίλαπα των αυξημένων τιμών της ενέργειας η μόνη διέξοδος είναι οι προσωρινές αναστολές της λειτουργίας καθώς οι περισσότεροι παραγωγοί δεν μπορούν να μετακυλήσουν στην κατανάλωση τα υπέρογκα ενεργειακά κόστη που έχουν προκύψει.
Όπως επισημαίνει σε ρεπορτάζ της η Καθημερινή, βιομηχανία τροφίμων στη Βόρεια Ελλάδα και μάλιστα 100% εξαγωγική, ύστερα από μια αναποτελεσματική διαπραγμάτευση με μεγάλο πελάτη της για την αναπροσαρμογή του συμβολαίου πώλησης ώστε να συμπεριλάβει και μέρος του αυξημένου ενεργειακού κόστους, υποχρεώθηκε να επικαλεστεί λόγους ανωτέρας βίας και να σταματήσει τη λειτουργία της για μία εβδομάδα με την προσδοκία ότι στο μεταξύ διάστημα μπορεί και να υπάρξει αποκλιμάκωση των τιμών ή να ληφθούν μέτρα σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο για τη στήριξη των επιχειρήσεων.
Προ δεκαημέρου εξάλλου, σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, επίσης στη Βόρεια Ελλάδα σταμάτησαν τη λειτουργία τους τα βαφεία που δουλεύουν με νήματα και υφάσματα καθώς δεν μπόρεσαν να αντέξουν το κόστος φυσικού αερίου για τη λειτουργία τους στα 130 ευρώ η μεγαβατώρα.
Κύκλοι της βιομηχανίας εκτιμούν ότι η μείωση της παραγωγής και τα προσωρινά λουκέτα θα είναι μονόδρομος για τις ελληνικές επιχειρήσεις το επόμενο διάστημα, λόγω της δραματικής αύξησης του ενεργειακού κόστους από το νέο ράλι των τιμών φυσικού αερίου και ρεύματος που πυροδότησαν οι πολεμικές συγκρούσεις στην Ουκρανία και οι κυρώσεις της Δύσης στη Μόσχα.
Η εξέλιξη είναι ιδιαίτερα ανησυχητική για την ελληνική οικονομία, λόγω του προφανούς κινδύνου απώλειας σημαντικών αγορών του εξωτερικού και των συνεπειών στη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και τη διατήρηση των υφιστάμενων θέσεων εργασίας.
Πριν οι τιμές φτάσουν στα αστρονομικά επίπεδα των τελευταίων ημερών, το ενεργειακό κόστος των μεταποιητικών επιχειρήσεων, σύμφωνα με έρευνα του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ), είχε αυξηθεί σε ποσοστό μεγαλύτερο του 40% και το κόστος παραγωγής για περισσότερες από μία στις πέντε επιχειρήσεις κατά 22%.
Ισχυρές πιέσεις δέχονται καθ’ όλη τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης οι επιχειρήσεις στον κλάδο της μεταποίησης σε ολόκληρη την Ευρώπη. Στον κλάδο του αλουμινίου, για παράδειγμα, από το φθινόπωρο περισσότεροι από 700.000 τόνοι παραγωγής (περίπου το 35% της ευρωπαϊκής παραγωγής) έχουν χαθεί, μετά το ολοκληρωτικό κλείσιμο δύο εργοστασίων και τον περιορισμό της παραγωγής σε πολλά άλλα. Σε μείωση παραγωγής έχουν προχωρήσει και ευρωπαϊκές βιομηχανίες στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας και των τσιμέντων.
«Τις τιμές αυτές δεν μπορεί να τις σηκώσει καμία βιομηχανία και τα προσωρινά λουκέτα θα είναι αναπόφευκτα», δηλώνει στην «Καθημερινή» ο πρόεδρος της Ενωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών (ΕΒΙΚΕΝ) Αντώνιος Κοντολέων. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι τιμές που διαμορφώνονται τις τελευταίες ημέρες είναι πενταπλάσιες από τις ήδη υψηλές του προηγούμενου διαστήματος και αδικαιολόγητες, και θα πρέπει, όπως τονίζει, η κυβέρνηση να υιοθετήσει τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, «για φορολόγηση των απροσδόκητων κερδών σε όλες τις τεχνολογίες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για να ενισχύσει νοικοκυριά και επιχειρήσεις».
Πηγή: Καθημερινή