«Ποια πηγή θέρμανσης είναι η φθηνότερη;»
Αυτό είναι το πιο συχνά διατυπωμένο ερώτημα των τελευταίων μηνών, καθώς η αύξηση των τιμών έφερε τα πάνω κάτω. Ουδείς θα ρωτούσε τα προηγούμενα χρόνια αν συμφέρει το πετρέλαιο έναντι του φυσικού αερίου, αλλά υπήρξε περίοδος μέσα στον φετινό χειμώνα που συνέβη και αυτό: έφτασε η θέρμανση με το πετρέλαιο να είναι πιο φθηνή, γιατί η ανατίμηση «συγκρατήθηκε» στο 40%, την ώρα που η τιμή του φυσικού αερίου υπερδιπλασιαζόταν. Και αν κάποτε η θέρμανση με ηλεκτρικά καλοριφέρ φάνταζε ως μια εύκολη, φθηνή ως προς το κόστος του εξοπλισμού και ανεκτή ως προς το κόστος χρήσης λύση, πλέον είναι απαγορευτική για την κάλυψη καθημερινών αναγκών.
Η αξιόπιστη σύγκριση των εναλλακτικών πηγών θέρμανσης –καυστήρες πετρελαίου ή φυσικού αερίου, καυστήρες υγραερίου, κλιματιστικά και αντλίες θερμότητας– προϋποθέτει γνώσεις μηχανικού, αλλά και ξεκάθαρο τοπίο όσον αφορά τις τιμές και την επιδοματική πολιτική, που διαφοροποιεί εντελώς την εικόνα. Ξεκάθαρο τοπίο αυτή την περίοδο όσον αφορά τις τιμές δεν έχουμε, οπότε σημαντικές αποφάσεις, όπως η αλλαγή της πηγής θέρμανσης, δεν είναι εύκολο να ληφθούν. Για παράδειγμα, τον Δεκέμβριο η διεθνής τιμή του φυσικού αερίου εκτοξεύτηκε στα 160 ευρώ ανά μεγαβατώρα στο χρηματιστήριο του Άμστερνταμ, την ώρα που το πετρέλαιο κόστιζε περίπου 75-80 δολάρια το βαρέλι. Τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, το πετρέλαιο θέρμανσης ήταν για τον τελικό καταναλωτή σαφώς φθηνότερη λύση (κατά τουλάχιστον 10-15%) σε σχέση με το φυσικό αέριο. Φτάσαμε στον Φεβρουάριο. Η τιμή του φυσικού αερίου υποχώρησε κάτω από τα 80 ευρώ ανά μεγαβατώρα και το πετρέλαιο σκαρφάλωσε στα 92 δολάρια το βαρέλι. Επίσης, η κυβέρνηση ανακοίνωσε επιδότηση 40 ευρώ για το φυσικό αέριο, χωρίς να γίνει αντίστοιχη κίνηση για το πετρέλαιο θέρμανσης. Αν λοιπόν γινόταν η σύγκριση με τα δεδομένα του Φεβρουαρίου, το αποτέλεσμα θα ήταν εντελώς διαφορετικό. Συμπέρασμα: Αποφάσεις δεν λαμβάνονται εν μέσω ενεργειακής θύελλας, καθώς τα δεδομένα αλλάζουν από τη μία στιγμή στην άλλη. Υπάρχουν όμως μερικά δεδομένα που πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη και για το παρόν, και για το μέλλον:
1. Η χώρα έχει λάβει στρατηγική απόφαση να μηδενίσει την κατανάλωση του πετρελαίου θέρμανσης. Στον κλιματικό νόμο θα υπάρξει διάταξη που θα απαγορεύει την εγκατάσταση καυστήρων πετρελαίου θέρμανσης στις νέες οικοδομές. Και από το 2030 και μετά, θα πρέπει να έχουν αντικατασταθεί και όλοι οι υφιστάμενοι καυστήρες.
2. Όλες οι συγκρίσεις δείχνουν ότι η πιο οικονομική λύση θέρμανσης αυτή τη στιγμή είναι η αντλία θερμότητας. Για κάθε τέσσερις ή πέντε μονάδες θερμότητας που παράγει, χρησιμοποιεί μία μονάδα ηλεκτρικού ρεύματος και οι υπόλοιπες τρεις ή τέσσερις μονάδες παράγονται από τον αέρα. Μια σύγκριση ενός καυστήρα πετρελαίου με μια αντλία θερμότητας: Σε ένα σπίτι 120 τ.μ. χωρίς επαρκή μόνωση, το κόστος θέρμανσης με τιμή ανά λίτρο στο 1,25 ευρώ, η ετήσια επιβάρυνση μπορεί να φτάσει στα 2.600 ευρώ. Με την αντλία θερμότητας, ακόμη και με τελική τιμή λιανικής της κιλοβατώρας στα 25 λεπτά, το κόστος κατεβαίνει στα 1.400 ευρώ. Άρα επιτυγχάνεται εξοικονόμηση περίπου 1.200 ευρώ τον χρόνο. Επιπλέον, η αντλία θερμότητας μπορεί να συνδεθεί με το φωτοβολταϊκό και το κόστος χρήσης να μειωθεί περισσότερο ή ακόμη και να μηδενιστεί. Η περίοδος απόσβεσης μπορεί να φτάσει και στα 7-8 χρόνια και να μειωθεί αν η επένδυση ενταχθεί σε ένα πρόγραμμα όπως το «Εξοικονομώ».
3. Οι απλές συσκευές ηλεκτρικού ρεύματος (π.χ. ηλεκτρικά καλοριφέρ, θερμάστρες κ.λπ.) καταναλώνουν μία μονάδα ηλεκτρικής ενέργειας για να παραγάγουν μία μονάδα θερμότητας. Με την τιμή της κιλοβατώρας στα 25 ή ακόμη και στα 30 λεπτά του ευρώ, είναι ό,τι πιο ακριβό υπάρχει αυτή τη στιγμή. Ένα ηλεκτρικό καλοριφέρ των 3.000 Watt μπορεί να χρεώνει το νοικοκυριό ακόμη και με ένα ευρώ για κάθε ώρα λειτουργίας.
4. Το φυσικό αέριο θεωρείται πιο φιλικό για το περιβάλλον από ό,τι το πετρέλαιο και αναμένεται ότι, ανεξάρτητα από τις εξελίξεις σε επίπεδο τιμών, οι κυβερνήσεις θα επιδιώκουν με μέτρα όπως η επιδότηση των τιμών κ.λπ. να καθιστούν τη λύση της θέρμανσης με φυσικό αέριο φθηνότερη σε σχέση με το πετρέλαιο θέρμανσης.
Πηγή: Καθημερινή