Η εκτεταμένη στήριξη κατέστη δυνατή με την ενεργοποίηση στις αρχές του 2020 της γενικής ρήτρας διαφυγής από τους δημοσιονομικούς κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Την τελευταία τριετία οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στήριξαν σημαντικά, με μία σειρά από δημοσιονομικά μέτρα, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις για να αντιμετωπίσουν αρχικά τον αντίκτυπο της πανδημίας και στη συνέχεια της ενεργειακής κρίσης.
Η εκτεταμένη στήριξη κατέστη δυνατή με την ενεργοποίηση στις αρχές του 2020 της γενικής ρήτρας διαφυγής από τους δημοσιονομικούς κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Ωστόσο, όπως ανακοίνωσε την Τετάρτη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, από το 2024 η ρήτρα διαφυγής θα απενεργοποιηθεί, ώστε να αρχίσει μία περίοδος αποκλιμάκωσης του χρέους που αυξήθηκε πάνω από το όριο του 60% του ΑΕΠ στις περισσότερες χώρες της ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι τα περιθώρια για αύξηση των δημόσιων δαπανών θα είναι πλέον μικρότερα.
Η Κομισιόν έδωσε τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές για τη δημοσιονομική πολιτική του 2024, ενώ τον Μάιο θα κάνει συστάσεις για κάθε χώρα ξεχωριστά, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του χρέους της, οι οποίες θα καθορίζουν το μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής που θα πρέπει να γίνει με τον προϋπολογισμό του 2024.
Για την Ελλάδα, η οποία έχει το υψηλότερο χρέος στην ΕΕ, πάνω από το 170% του ΑΕΠ, η δημοσιονομική προσαρμογή έχει ξεκινήσει ήδη, με τον φετινό προϋπολογισμό να προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ. Για το 2024, ο στόχος αναμένεται να είναι ένα μεγαλύτερο πλεόνασμα ώστε να συνεχισθεί η αποκλιμάκωση του χρέους.
Στις συστάσεις της, η Κομισιόν θα κινηθεί σε μία γραμμή ισορροπίας μεταξύ των δημοσιονομικών κανόνων που ισχύουν και των προτάσεων που έκανε η ίδια τον περασμένο Νοέμβριο για την αναθεώρησή τους, ώστε να ληφθεί υπόψη και η νέα οικονομική πραγματικότητα μετά την πανδημία και την ενεργειακή κρίση.
Και αυτό, γιατί η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης είναι ακόμη σε εξέλιξη, με αρκετές χώρες να έχουν ενστάσεις για στοιχεία των προτάσεων της Επιτροπής.
O Επίτροπος Οικονομίας Πασκάλ Ντόναχιου κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις Βρυξέλλες σημείωσε ότι τα κράτη-μέλη πρέπει να προετοιμάσουν μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά σχέδια τα οποία θα πρέπει να παρουσιάσουν έως τον Απρίλιο. «Με την απενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής στα τέλη του 2023, τα κράτη-μέλη θα πρέπει να εφαρμόσουν συνετή δημοσιονομική πολιτική για να εξασφαλίσουν τη σταθερότητα και να διευκολύνουν την αποτελεσματική μετάδοση της νομισματικής πολιτικής», τόνισε. Πρόσθεσε, επίσης, ότι τα κράτη-μέλη θα πρέπει να καταργήσουν σταδιακά τα μέτρα ενεργειακής στήριξης, ξεκινώντας από τα λιγότερο στοχευμένα μέτρα και να ακολουθήσουν «συνετή δημοσιονομική πολιτική», ανάλογα με το επίπεδο του δημόσιου χρέους τους. Τόνισε, επίσης, ότι τα κράτη-μέλη θα πρέπει να συνεχίσουν να προστατεύουν τις δημόσιες επενδύσεις που χρηματοδοτούνται σε εθνικό επίπεδο και να διασφαλίζουν την αποτελεσματική χρήση του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) και άλλων Ταμείων της ΕΕ, ειδικότερα υπό το πρίσμα της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης.
Έως ότου υπάρξει συμφωνία για τους νέους κανόνες, η Κομισιόν θεωρεί ότι ισχύουν οι υφιστάμενοι κανόνες που προβλέπουν ότι το έλλειμμα δεν πρέπει να υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ και ότι θα πρέπει να υπάρχει προσαρμογή του χρέους στο όριο του 60% του ΑΕΠ. Παράλληλα, όμως, θα εφαρμόσει κάποια στοιχεία των προτάσεων της, ώστε να υπάρξει μία γέφυρα μεταξύ του πώς εφαρμόστηκαν οι κανόνες στο παρελθόν και πώς μπορεί να λειτουργήσουν στο μέλλον.
Βασικός στόχος των προτάσεων της Κομισιόν είναι η βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους με παράλληλη βιώσιμη ενίσχυση του δυνητικού ρυθμού ανάπτυξης. Για τον λόγο αυτό δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην απρόσκοπτη υλοποίηση των επενδύσεων που είναι αναγκαίες, ιδιαίτερα για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση, καθώς και σε μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την ανάπτυξη.