Προειδοποιητικές βολές στο πεδίο εμπορικών σχέσεων ΕΕ-Ρωσίας



Για μία ακόμη φορά από τις αρχές του χρόνου, οι ρωσικές αρχές επιλέγουν να πυροδοτήσουν προειδοποιητικές βολές ως απάντηση στις κυρώσεις που επιβάλλει στο διμερές εμπόριο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Αυτό αναφέρει σε σχετική του ανακοίνωση ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων, που σημειώνει ότι «οι Έλληνες Εξαγωγείς παρακολουθούν με ανησυχία, αλλά όχι πανικό τις σχετικές εξελίξεις».

Η Κεντρική Εξαγωγική Οργάνωση της χώρας, με συνεχή διαβήματα προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε στενή συνεργασία με το Υπουργείο Εξωτερικών και τη Γενική Γραμματεία Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Αναπτυξιακής Συνεργασίας, έχει επισημάνει από τον περασμένο Απρίλιο τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις ενός εμπορικού πολέμου μεταξύ ΕΕ και Ρωσίας στην ελληνική οικονομία, ειδικά σε μία κρίσιμη περίοδο για τη χώρα.

Συγκεκριμένα, η Πρόεδρος του ΠΣΕ, κυρία Χριστίνα Σακελλαρίδη, σε επιστολή της προς τον Πρόεδρο της Κομισιόν, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, τόνισε ότι «θα πρέπει να εξετασθούν διεξοδικά οι συνθήκες που διαμορφώνονται στις σχέσεις ΕΕ-Ρωσίας και επηρεάζουν συνολικά την ελληνική οικονομία και όλους τους μετέχοντες στην αλυσίδα της Εξωστρέφειας, παραγωγούς, εξαγωγείς, μεταφορείς, εκπροσώπους του τουρισμού».

Σύμφωνα με την κυρία Σακελλαρίδη: «οι εκτιμώμενες συνέπειες από πιθανή απορρύθμιση των εμπορικών σχέσεων Ελλάδας-Ρωσίας απειλούν να θέσουν υπό αμφισβήτηση την πορεία ενίσχυσης της εξωστρέφειας της χώρας, επηρεάζουν άμεσα παραγωγικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας, ενώ παράλληλα ενδυναμώνουν τάσεις ενίσχυσης του παραγωγικού και ενεργειακού κόστους στην Ελλάδα».

Η Κομισιόν, σε επίσημη απάντησή της προς τον ΠΣΕ επιβεβαίωσε την «ετοιμότητα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να λάβει πρόσθετες σημαντικές κυρώσεις, εφ' όσον απαιτηθεί», καλώντας «τη Ρωσική Ομοσπονδία να χρησιμοποιήσει την επιρροή της για αποκλιμάκωση» (της κρίσης). Παράλληλα, ανέφερε τις εμπορικές συμφωνίες που σύναψε η ΕΕ στις 27 Ιουνίου 2014 με την Ουκρανία, τη Μολδαβία και τη Γεωργία, σημειώνοντας ότι «μπορεί να προσφέρουν νέες προοπτικές στην Ευρωπαϊκή Βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένων των Ελλήνων Εξαγωγέων».

Οι πρόσφατες κυρώσεις

Ειδικά μετά τις τελευταίες εξελίξεις και την επιβολή ρωσικού εμπάργκο στις εισαγωγές οπωροκηπευτικών από την Πολωνία, ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων υπογραμμίζει την ανάγκη εξεύρεσης άμεσης πολιτικής λύσης, που να λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα των Ελλήνων Εξαγωγέων, καθώς και την παράλληλη προώθηση διμερών εμπορικών συμφωνιών με χώρες που θα μπορούσαν να απορροφήσουν μέρος των ενδεχόμενων απωλειών, σε περίπτωση επέκτασης των ρωσικών κυρώσεων και προς άλλες χώρες της ΕΕ.

Αν και οι πρόσφατες κυρώσεις δε στρέφονται άμεσα κατά τις Ελλάδας, ωστόσο, επηρεάζουν σημαντικά τις διαδικασίες προσέγγισης της ρωσικής αγοράς, ειδικά για ελληνικά οπωροκηπευτικά, που αποτελούν το υπ' αριθμόν 1 εξαγώγιμο προϊόν στην εν λόγω χώρα, δεδομένου ότι οι εξαγωγές της Ελλάδας προς τη Ρωσία πραγματοποιούνται κυρίως μέσω Πολωνίας, Ουκρανίας και Μολδαβίας (στην οποία έχει ήδη επιβληθεί ρωσικό εμπάργκο).

Η απόφαση για επιβολή κυρώσεων από την πλευρά της Ρωσίας έρχεται σε μία περίοδο κατά την οποία διαφαίνονταν τάσεις εξομάλυνσης στις ελληνικές εξαγωγές προς τη ρωσική αγορά, ακόμη και αυξητικοί ρυθμοί στις εξαγωγές πυρηνόκαρπων, όπως ροδάκινα και νεκταρίνια, γεγονός που επιτείνει την ανησυχία και την απαίτηση για σύντομη διευθέτηση της κρίσης στις ευρω-ρωσικές σχέσεις.

Παράλληλα, δημιουργεί έντονες ανακατατάξεις στο παγκόσμιο εμπόριο οπωροκηπευτικών, καθώς οι χώρες που πλήττονται άμεσα από το εμπάργκο διοχετεύουν σε άλλες αγορές και σε χαμηλότερες τιμές τα προϊόντα που αρχικά προορίζονταν για τη ρωσική αγορά. Ως συνέπεια τα ελληνικά προϊόντα αντιμετωπίζουν εντονότερο ανταγωνισμό και αναμένεται να δεχθούν πιέσεις στις τιμές.

Οι ελληνορωσικές οικονομικές σχέσεις

Η Ρωσία αποτελεί τον υπ' αριθμόν 1 προμηθευτή της Ελλάδας και την 20η καλύτερη αγορά παγκοσμίως για τα ελληνικά προϊόντα. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων, οι πιθανές επιπτώσεις ενός διευρυμένου εμπορικού πολέμου μεταξύ ΕΕ και Ρωσίας στην ελληνική οικονομία αθροίζονται σε πολλά δις ευρώ, επηρεάζοντας σημαντικά πολλούς κλάδους παραγωγής προϊόντων, αλλά και τον τριτογενή τομέα, ειδικά τον τουρισμό και τις μεταφορές.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το διμερές εμπόριο Ελλάδας-Ρωσίας αντιστοιχεί σε περισσότερα από 6,5 δις ευρώ ετησίως, ενώ για το 2014 αναμένονταν συνολικά 1,2 εκατ. Ρώσοι τουρίστες, με τη μέση κατά κεφαλή τουριστική δαπάνη, την περυσινή χρονιά να διαμορφώνεται στα 800 ευρώ. Την ίδια ώρα, η Ελλάδα εισάγει από τη Ρωσία αργό πετρέλαιο, πετρελαιοειδή και φυσικό αέριο, αξίας περίπου 5 δις ευρώ το χρόνο.

Συνολικά, δηλαδή, αμέσως ή εμμέσως προκύπτει ως διακύβευμα ένα ποσό της τάξης των 7,5 δις ευρώ περίπου, ήτοι το 4% του ΑΕΠ της χώρας.

Συγκεκριμένα, το 41% (περίπου 200 εκατ. Ευρώ ετησίως) των συνολικών ελληνικών εξαγωγών προς τη Ρωσία αφορά αγροτικά προϊόντα . Η Ρωσία -και η Ουκρανία- απορροφούν το 18% των συνολικών εξαγωγών οπωροκηπευτικών, το 50% των εξαγωγών φράουλας και σχεδόν το 25% των εξαγωγικών ροδακίνου (νωπό και κομπόστα).

Από την ανάλυση του ΠΣΕ, προκύπτει ότι μπορεί να επηρεαστούν και οι εξαγωγές προϊόντων γούνας, που αντιστοιχούν στο 23% των συνολικών εξαγωγών της Ελλάδας προς τη Ρωσία, ήτοι περισσότερων των 110 εκατ. Ευρώ ετησίως, οι οποίες και συντηρούν ουσιαστικά έναν ολόκληρο κλάδο παραγωγής.

Τουρισμός και Μεταφορές

Συνολικά στο μέτωπο της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας, δεν πρέπει να παραγνωρίζονται οι συνέπειες και στη ροή τουριστών από τη Ρωσία, η ανοδική τάση της οποίας συντήρησε την τελευταία διετία τις θετικές προσδοκίες στον κλάδο του Τουρισμού.

Αντίστοιχες αρνητικές συνέπειες αναμένεται να προκύψουν και στο μέτωπο των μεταφορών, καθώς η Ρωσία ήδη προ τις κρίσης, σχεδίαζε την καθιέρωση αναθεώρησης του καθεστώτος γύρω από τις διεθνείς μεταφορές (TIR). Με την επιβολή κυρώσεων εκτιμάται ότι θα τηρηθεί ακόμη πιο σκληρή στάση απέναντι στους μεταφορείς που προέρχονται από κράτη-μέλη, ενώ θα πρέπει να αναζητούν και εναλλακτικά δίκτυα διανομής, αυξάνοντας σημαντικά το κόστος μεταφοράς των προϊόντων προς και από τη Ρωσική αγορά.

Κόστος ενέργειας και πρώτων υλών


Σημαντικός παράγοντας που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι αυτός της ενδεχόμενης αύξησης του κόστους παραγωγής. Η Ρωσία αποτέλεσε τη διέξοδο της Ελλάδας στην προμήθεια αργού πετρελαίου, μετά τις εμπορικές κυρώσεις στο Ιράν, ενώ αποτελεί και βασικό προμηθευτή της χώρας μας σε Φυσικό Αέριο. Ποσοστό άνω του 90% των συνολικών εισαγωγών από τη Ρωσία αφορά προϊόντα των κλάδων της ενέργειας, με αποτέλεσμα πιθανές κυρώσεις να δημιουργήσουν σημαντικά προβλήματα στην προμήθεια πρώτης ύλης προϊόντων διύλισης πετρελαίου καθώς και στο φυσικό αέριο, με ότι αυτό συνεπάγεται για την αύξηση του ενεργειακού κόστους στην Ελλάδα.

Παράλληλα, πιθανός περιορισμός εξαγωγών από τη Ρωσία ειδικά δημητριακών και πρώτων υλών, θα οδηγούσε σε αύξηση του κόστους κόστος παραγωγής τροφίμων στην Ελλάδα, καθιστώντας τα λιγότερο ανταγωνιστικά διεθνώς, αλλά και ακριβότερα για τους Έλληνες καταναλωτές, σε μία ιδιαιτέρως κρίσιμη περίοδο για τη χώρα.