Η «μάχη» για εξαγωγές και οι περιπτώσεις νοθείας ελληνικών προϊόντων

Επανειλημμένα το τελευταίο διάστημα καταγράφονται στην επικαιρότητα φαινόμενα ή υποθέσεις νοθείας σε εμβληματικά προϊόντα της Ελληνικής παραγωγής. Ο λόγος για τη φέτα αλλά και πλέον το λάδι που με βάση χτεσινή (16/8) ανακοίνωση του Υπ. Αγροτικής Ανάπτυξης αποτέλεσε άλλο ένα πεδίο έκνομης συμπεριφοράς.

Έτσι χτες οι υπηρεσίες του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ, σύμφωνα με ανακοίνωση του ΥπΑΑΤ, αξιολογώντας πληροφορίες που έλαβαν και αφορούσαν διακίνηση ελαιολάδου από Ελληνική εξαγωγική επιχείρηση στην αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου, που έφερε την ένδειξη «ΚΑΛΑΜΑΤΑ ΠΟΠ», το οποίο δεν πληρούσε την προδιαγραφή αναγνώρισης του εν λόγω προϊόντος, προχώρησαν άμεσα στη διοικητική διερεύνησή τους κι εν συνεχεία διενήργησαν επιτόπιους ελέγχους στις εγκαταστάσεις της.

Από τα στοιχεία που προέκυψαν, σύμφωνα με την ανακοίνωση του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, τόσο από τη διοικητική διερεύνηση του θέματος, όσο και από τους επιτόπιους ελέγχους, διαπιστώθηκε ότι διακινήθηκαν 12.531 κιλά ελαιόλαδου, που έφεραν καταχρηστικά την ένδειξη «ΚΑΛΑΜΑΤΑ ΠΟΠ» .

Μετά την ολοκλήρωση των ελέγχων, με βάση τα ευρήματα, ο ΕΛΓΟ προχώρησε σε ανάκληση της Πιστοποίησης της επιχείρησης, που έχει έδρα την Κρήτη, για τη δραστηριότητα της συσκευασίας με σκοπό την εμπορία ελαιόλαδων ΠΟΠ/ΠΓΕ, ενώ της ζητήθηκε να προβεί άμεσα σε ανάκληση όλων των προϊόντων που αντιστοιχούν στην ποσότητα των 12.531 κιλών που έφεραν καταχρηστικά την ένδειξη «ΚΑΛΑΜΑΤΑ ΠΟΠ». Η υπόθεση θα διαβιβαστεί στην πρωτοβάθμια επιτροπή Εξέτασης Παρατυπιών και Παραβάσεων του ΥΠΑΑΤ για επιβολή κυρώσεων.)

Υπενθυμίζεται ότι το περιστατικό αυτό έρχεται σε συνέχεια των υποθέσεων με νοθεία φέτας που έχουν απασχολήσει τη δημοσιότητα. Μάλιστα πέρα από τις γνωστές αυτές «ιστορίες», με βάση πηγές της αγοράς άλλοι 103 φάκελοι είναι στα «συρτάρια» του αρμόδιου υπουργείου και των υπηρεσιών με ζητήματα λαθροχειριών στη νομοθεσία (ελληνοποιήσεις γάλακτος ή μεταφορά γάλακτος από άλλη περιοχή σε άλλη εντός της χώρας, παραγωγή “φέτας” με πρόσμειξη αγελαδινού γάλακτος, παραγωγή προϊόντος με υπερδιύθηση, προϊόν με υγρασία άνω του επιτρεπόμενου νόμιμου ορίου).

Μάχη για μερίδια

Σύμφωνα με παράγοντες εξαγωγικών εταιριών ελαιολάδου, που μίλησαν στο Reporter.gr μια από τις βασικές αιτίες των φαινομένων αυτών που πλήττουν τα «εθνικά μας προϊόντα» είναι ο διαγκωνισμός για μερίδια, με όχημα τις χαμηλές τιμές. Όπως σημειώνουν, πολλοί εξαγωγείς για ανοίξουν αγορές και να κρατήσουν ποσοστά πωλήσεων, με δεδομένο μάλιστα ότι μεγάλες αγορές όπως η Γερμανία πιέζουν για χαμηλές τιμές, προχωρούν σε μεγάλες εκπτώσεις. Ωστόσο έτσι, όπως τονίζουν αναγκάζονται για «να βγουν σε σχέση με το κόστος» να νοθεύσουν το προϊόν υπονομεύοντάς το τελικά».

Να σημειωθεί ότι π.χ. στη φέτα με βάση στελέχη της αγοράς, η μέση τιμή εξαγωγής το 2020 διαμορφώθηκε σε 5,23 ευρώ ανά κιλό, όταν πριν από τρία χρόνια κυμαινόταν σε 5,80 ευρώ ανά κιλό. Κι αυτό όταν στον παραγωγό αιγοπρόβειου γάλακτος η τιμή είναι στα 0,80 περίπου το κιλό και βέβαια για να παραχθεί ένα κιλό «αληθινή» φέτα απαιτούνται σημαντικές ποσότητες γάλακτος.

Αντίστοιχα και στο λάδι ή σε εμβληματικά προϊόντα όπως πχ το Μοσχάτο Σάμου, βασική πρώτη ύλη για το μπράντι. Σύμφωνα με όσα αναφέρουν οι εξαγωγείς στο Reporter.gr οι ξένες αγορές ζητούν τα επώνυμα ελληνικά λάδια ΠΟΠ, ωστόσο απαιτούν χαμηλές τιμές. Στην προσπάθειά τους κάποιοι να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις αυτές ρίχνουν τις τιμές και αναπόφευκτα για να αντέξουν οικονομικά μπαίνουν στον πειρασμό για «νοθείες». «Απαιτείται μια κεντρική πολιτική για τα εθνικά μας προϊόντα» τονίζουν παραβάλλοντας το τι γίνεται π.χ.  με την παρμεζάνα στην Ιταλία ή άλλα είδη, όπου υπάρχει  μεγάλη ασπίδα προστασίας στο  brand αλλά και στις τιμές.  Να σημειωθεί ότι πριν λίγα χρόνια η Μαίρη Χατζάκου, η επικεφαλής της ΜΕΒΓΑΛ, μια από τις μεγάλες εξαγωγικές εταιρίες γαλακτοκομικών, είχε τονίσει την ανάγκη για μια συγκροτημένη πολιτική για τα προϊόντα – «σημαίες» της χώρας όπως η φέτα,  ώστε να θωρακιστούν έναντι τους διεθνούς ανταγωνισμού αλλά και φαινομένων, που τα υπονομεύουν.

Είναι χαρακτηριστικό, πάντως, ότι η συζήτηση αυτή εγγράφεται σε μια συγκυρία τόνωσης των εξαγωγών και γι’ αυτό απαιτείται προσοχή. Έτσι το 2020 οι εξαγωγές των ελληνικών τυριών ανήλθαν σε 805 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας μια αύξηση 14,2% από το 2019 και σχεδόν 300% πάνω σε μία 10ετία ενώ οι εξαγωγές φέτας έφτασαν τα 420 εκατ. ευρώ.

Σε σχέση με τις εξαγωγές επώνυμου τυποποιημένου ελληνικού ελαιολάδου, τόσο προς τις αγορές της Ε.Ε όσο και προς Τρίτες-εκτός Ε.Ε χώρες, καταγράφεται επίσης  αύξηση που αγγίζει το 255% κατά την περίοδο των ετών 2002-2020, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης Εμπορίου (DG TRADE) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Έτσι, οι συνολικές εξαγωγές ελαιολάδου, εκτοξεύθηκαν από τους 14.851 τον. το 2002, στους 52.735 τον. την περσινή χρονιά.

Ειδικότερα, οι εξαγωγές του τυποποιημένου ελληνικού ελαιολάδου προς χώρες της Ε.Ε εκτινάχθηκαν από τους 7.561 τον. το 2002 στους 31.655 τον. το 2020 (αύξηση 319 %), η δε αύξηση κατά το 2020, σε σχέση με το 2019 (26.872 τον.), ανήλθε στο 17,8%.



ΠΗΓΗ