«Άνοιξε» για τα καλά η βρετανική αγορά με κατακόρυφη αύξηση της ζήτησης για premium προϊόντα.
Η πανδημία άλλαξε τις καταναλωτικές και διατροφικές συνήθειες σε όλο τον κόσμο, δημιουργώντας νέα δεδομένα για τις εξωστρεφείς επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των τροφίμων.
Η γενική διαπίστωση από έρευνες και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, είναι ότι οι καταναλωτές στρέφονται σε προϊόντα υψηλής ποιότητας και διατροφικής αξίας, προτιμώντας πολλές φορές να περιορίσουν δαπάνες από άλλα πεδία, για να ανταποκριθούν στο κόστος των premium τροφίμων. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Βρετανίας, όπου ειδικά το ελαιόλαδο καταγράφει τη μεγαλύτερη αύξηση πωλήσεων λιανικής.
Σύμφωνα με στοιχεία της Nielsen, ο μέσος όρος πωλήσεων όλων των ειδών ελαιολάδου τέσσερεις εβδομάδες πριν από την αιχμή του 2020 ανέρχονταν σε 12,2 εκ. λίρες, ενώ τις τέσσερεις εβδομάδες που έληγαν στις 4/12/21, σε 14,8 εκ., αύξηση 20,9%, που είναι και η ισχυρότερη σε σχέση με άλλα έλαια.
Από τις υποκατηγορίες του ελαιολάδου, μεγαλύτερη αύξηση σε σχέση με το επίπεδο πριν την κορύφωση των πωλήσεων του 2020 καταγράφεται για το αρωματισμένο ελαιόλαδο (εμπλουτισμένο ελαιόλαδο με γεύσεις κυρίως αρωματικών βοτάνων, τρούφας κ.α., +37,8%), ενώ ακολουθούν εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο (+22,8%), απλό ελαιόλαδο (+21,7%) και ελαφρύ ελαιόλαδο (+5,4%).
Το παράδοξο είναι ότι οι Έλληνες παραγωγοί δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν σε αυτήν την επιπλέον ζήτηση για εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο και βρέθηκαν να ανταγωνίζονται όχι μόνο τους βασικούς αντιπάλους- δηλαδή Ισπανούς και Ιταλούς- αλλά και μη ελαιοπαραγωγούς χώρες (Βέλγιο, Γερμανία και Ολλανδία), με την αξία των ελληνικών εξαγωγών μόλις να ξεπερνά αυτήν του 2020!
Οι παθογένειες, ειδικά στο χώρο του ελαιολάδου είναι γνωστές και μόνο κάποιες ειδικές, φωτεινές εξαιρέσεις, σίγουρα δεν αλλάζουν την εικόνα. Από την ανάλυση της βρετανικής αγοράς, που έκανε το Γραφείο Οικονομικών κι Εμπορικών Υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο, γίνεται, όμως, σαφές ότι θα είναι έγκλημα να μην αξιοποιηθεί το θετικό momentum.
Ελαιόλαδα ΠΟΠ και οργανικά ελαιόλαδα θεωρούνται ανερχόμενες υποκατηγορίες για το 2022, όπως και τα εμπλουτισμένα εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα με γεύσεις από φυσικές ουσίες, καθώς ανταποκρίνονται στην τάση μεταφοράς στο σπίτι της απόλαυσης που προσφέρει η έξοδος στο εστιατόριο. Οι υποκατηγορίες αυτές προσφέρονται για την τοποθέτηση στην αγορά σχετικά ακριβότερων προϊόντων (primiumisation).
H πανδημία ενίσχυσε την αντίληψη των καταναλωτών στη Βρετανία ότι το ελαιόλαδο αποτελεί υγιεινό τρόφιμο και αυτή του η ιδιότητα θα πρέπει να εξακολουθήσει να προβάλλεται, ώστε να αξιοποιηθεί η δυναμική που δημιουργήθηκε. Ομοίως, θα πρέπει να τονίζεται η άρρηκτη σχέση του με τη χορτοφαγική διατροφή (vegan). Προέλευση, ιχνηλασιμότητα και βιωσιμότητα, εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικά σημεία του προωθητικού μηνύματος των επιχειρήσεων στη βρετανική αγορά. Η μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος των παραγωγών με την υιοθέτηση μεθόδων αειφόρου καλλιέργειας και συσκευασίας (π.χ. χρήση συσκευασιών με περισσότερη ανακυκλωμένη πρώτη ύλη) θα εξακολουθήσει να αποτελεί ζητούμενο από τους Βρετανούς καταναλωτές και οι επιχειρήσεις καλούνται να ανταποκριθούν σε αυτή την τάση.
Πηγή: economistas.gr