Οι γενικευμένες επιθέσεις του δάκου της ελιάς, κατά το 2014, που ευνοήθηκαν από ένα ήπιο κλίμα το καλοκαίρι και άφθονες βροχοπτώσεις, οδήγησαν την Ιταλία, τη δεύτερη χώρα παραγωγό ελαιολάδου σε παγκόσμιο επίπεδο, στη χαμηλότερη εσοδεία ελαιόλαδου από το 1956.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ινστιτούτου Υπηρεσιών για την Αγορά Γεωργικών Προϊόντων και Τροφίμων (Ismea), βάσει στοιχείων του Εθνικού Συνεταιρισμού Ελαιοπαραγωγών (Cno), της Εθνικής Ένωσης Ελαιοπαραγωγών (Unasco), του Συνεταιρισμού Ελαιοκαλλιεργητών (Unaprol) και της Ιταλικής Ένωσης Ελαιοτριβείων (Aifo), στην Ιταλία, η εσοδεία 2014 του ελαιολάδου θα ανέλθει στους 302.000 τόνους, ήτοι μειωμένη κατά 35% σε σχέση με αυτή του 2013.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στις βασικές περιοχές ελαιοκαλλιέργειας, η παραγωγή, φέτος, αναμένεται να διαμορφωθεί ως εξής: Απουλία 119.398 τόνοι (-35%), Καλαβρία 67.083 τόνοι (-35%), Σικελία 38.439 τόνοι (-22%) και Καμπανία 22.815 τόνοι (-40%).
Ωστόσο, ο Πρόεδρος της Unaprol δήλωσε, προσφάτως ότι, καθώς προχωράει η συλλογή των ελαιόκαρπων, υπάρχει η αίσθηση ότι η παραγωγή για την Ιταλία, μπορεί να είναι ακόμη πιο περιορισμένη, καθώς, στην πραγματικότητα, καταγράφονται απομειώσεις παραγωγής που αγγίζουν ακόμα και το 80%. Επιπλέον, σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Unaprol, οι επιθέσεις του δάκου της ελιάς, έχουν επηρεάσει, πέραν από την ποσότητα και την ποιότητα, έτσι ώστε οι ποσότητες του εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου «made in Italy», για το 2014, να μην υπερβαίνουν τους 80.000 τόνους, σε σχέση με τους 150.000 τόνους που είθισται να παράγει η Ιταλία κάθε έτος.
Αποτέλεσμα όλων αυτών, είναι στη χονδρική αγορά του Μπάρι, το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο με χαμηλή οξύτητα να πωλείται μέχρι και πάνω από 7 ευρώ το κιλό, γεγονός που έχει οδηγήσει σε επανειλημμένες περιπτώσεις κλοπής της ελιάς, όπως καταγγέλλει και η Συνομοσπονδία Παραγωγών Αγροτικών Προϊόντων (Coldiretti), και η μεταφορά αυτών να γίνεται πλέον σε πολλές περιπτώσεις με συνοδεία ασφαλείας.
Τέλος, όσον αφορά στις ελληνικές εξαγωγές, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ιταλικής Στατιστικής Υπηρεσίας (Istat), για το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου 2014, ανήλθαν σε 16.776 τόνους, μειωμένες κατά 85,83%, ενώ οι εισαγωγές της Ισπανίας αυξήθηκαν κατά 194,50% και της Πορτογαλίας κατά 327,60%.