Του Θωμά Χανή για το agrocapital.gr
Αδέλφωμα είναι η έκπτυξη νέων βλαστών από πλευρικούς οφθαλμούς, οι οποίοι σχηματίζονται στις μασχάλες των πρώτων φύλλων του ακραίου οφθαλμού. Η ανάπτυξη των οφθαλμών που θα δώσουν αδέλφια ρυθμίζεται από την ισορροπία ορμονών στο φυτό. Εάν το ακραίο μερίστωμα καταστραφεί, οφθαλμοί που βρίσκονται σε λήθαργο δραστηριοποιούνται και σχηματίζουν αδέλφια. Ο ρυθμός έκπτυξης των αδελφιών είναι γενετικό γνώρισμα και επηρεάζεται και από τις συνθήκες του περιβάλλοντος, οι οποίες κυρίως επηρεάζουν την δυνατότητα έκπτυξης των οφθαλμών και όχι τον αριθμό των οφθαλμών. Σε συνθήκες απουσίας κάθε περιορισμού στη διαθεσιμότητα των θρεπτικών στοιχείων (λόγω ανταγωνισμού εντός του ίδιου φυτού ή μεταξύ των φυτών) η εμφάνιση των αδελφιών σχετίζεται στενά με την εμφάνιση των φύλλων. Στο σιτάρι η εμφάνιση του πρώτου πρωτογενούς αδελφιού συμπίπτει με την εμφάνιση του τέταρτου φύλλου. Τα επόμενα πρωτογενή αδέλφια εμφανίζονται κατά τακτά χρονικά διαστήματα, ανάλογα με την έκπτυξη των φύλλων. Το μέγιστο αδέλφωμα παρατηρείται με την διαφοροποίηση των ανθικών καταβολών.
Τα πρώτα δύο αδέλφια βγαίνουν από τους οφθαλμούς που βρίσκονται στη μασχάλη του πρώτου και δεύτερου φύλλου, διαμετρικά αντίθετα ως προς τον κύριο βλαστό. Το δεύτερο από αυτά σχηματίζεται λίγο υψηλότερα από το πρώτο. Στην αρχή κάθε αδέλφι καλύπτεται από ένα φύλλο παρόμοιο με την κολεοπτίλη και στην συνέχεια τα φύλλα του αδελφιού βγαίνουν μέσα από αυτό το φύλλο. Τα επόμενα αδέλφια εκπτύσσονται από οφθαλμούς του κύριου στελέχους πάνω από τα δύο πρώτα αδέλφια ή από οφθαλμούς που βρίσκονται στη βάση του πρώτου και δεύτερου αδελφιού (δευτερογενή αδέλφια). Αυτή η διαδικασία μπορεί να επαναληφθεί και με τον τρόπο αυτό σε ένα φυτό να σχηματιστούν πολλά αδέλφια. Κάθε αδέλφι σχηματίζει δικό του ριζικό σύστημα. Το αδέλφωμα συνήθως σταματά με την έναρξη ανάπτυξης του στάχυ και πριν από το καλάμωμα.
Τα νέα στελέχη αρχικά εξαρτώνται αποκλειστικά από το κεντρικό φυτό και γίνονται ανεξάρτητα, μόνον όταν αναπτύξουν τρία φύλλα και αρχίζουν να αποκτούν δικό τους ριζικό σύστημα. Τα αδέλφια συνήθως σχηματίζουν λιγότερα φύλλα από τον κύριο βλαστό, οπότε η άνθηση της ταξιανθίας των αδελφιών συγχρονίζεται σχετικά με εκείνη του κύριου βλαστού. Επίσης, τα αδέλφια έχουν μικρότερες ταξιανθίες σε σχέση με το κεντρικό φυτό και παράγουν λιγότερους κόκκους ανά ταξιανθία, οι δε κόκκοι έχουν μικρότερο βάρος.
Κατά τη διάρκεια του χειμώνα και αρχή της άνοιξης, τα μεσογονάτια διαστήματα είναι πολύ κοντά, οπότε τα φύλλα από τον κύριο βλαστό και τα αδέλφια σχηματίζουν μια τούφα φύλλων πάνω στην επιφάνεια του εδάφους. Διακρίνονται τρεις μορφές πρώτης ανάπτυξης των φυτών ανάλογα με την γωνία που σχηματίζουν οι βλαστοί των αδελφιών με το έδαφος: όρθια, έρπουσα, ημιέρπουσα.
Στα χειμερινά σιτηρά λίγα αδέλφια μπορούν να σχηματιστούν κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου ή του χειμώνα, εάν δεν επικρατήσουν χαμηλές θερμοκρασίες. Το αδέλφωμα ευνοείται σε βραχυήμερες συνθήκες, μεγάλη ηλιοφάνεια, πρώιμη σπορά, γόνιμα εδάφη με επάρκεια Ν(αζώτου), υγρασίας και καλές φυσικές συνθήκες, αραιή σπορά και μεγάλους σπόρους. Χαμηλές θερμοκρασίες που περιορίζουν την ανάπτυξη των φυτών και επιτρέπουν στο φως να φτάσει στη βάση των φυτών, ευνοούν το αδέλφωμα. Τα σιτηρά που σπέρνονται το φθινόπωρο έχουν μεγάλη ικανότητα αδελφώματος, καθόσον αυτό αρχίζει το φθινόπωρο και επεκτείνεται μέχρι την άνοιξη. Αντίθετα, με ανοιξιάτικη σπορά, οι υψηλές θερμοκρασίες περιορίζουν την περίοδο βλαστικής ανάπτυξης και έτσι σχηματίζονται λίγα αδέλφια. Οι όψιμες ποικιλίες σχηματίζουν περισσότερα αδέλφια από τις πρώιμες. Διαφορές ως προς τον βαθμό αδελφώματος παρατηρούνται μεταξύ των ειδών των χειμερινών σιτηρών και μεταξύ των ποικιλιών του ίδιου είδους. Η βρώμη για παράδειγμα αδελφώνει περισσότερο από όλα τα σιτηρά. Φυτά μεμονωμένα, χωρίς ανταγωνισμό ή σε αραιή σπορά μπορούν να παράγουν από 10-50 αδέλφια, και σε ειδικές συνθήκες πάνω από 150. Σε πυκνή φύτευση ο αριθμός αυτός είναι πολύ μικρότερος.
Όλα τα αδέλφια δεν φτάνουν στο στάδιο του ξεσταχυάσματος και της πλήρους ωρίμανσης. Τα περισσότερα πεθαίνουν στο διάστημα μεταξύ καλαμώματος και άνθησης. Από τις μέχρι τώρα έρευνες, δεν έχει διευκρινιστεί πλήρως ποια αδέλφια επιβιώνουν και παράγουν στάχυ. Είναι όμως γενικά αποδεκτό ότι: 1) τα αδέλφια υα οποία δεν έχουν σχηματίσει τρία έως τέσσερα φύλλα όταν αρχίζει το καλάμωμα, δεν παράγουν στάχεις, 2) τα νεαρότερα/μικρότερα αδέλφια γηράζουν γρηγορότερα από τα παλαιότερα/μεγαλύτερα, 3) μεγαλύτερες απώλειες παρατηρούνται στα δεύτερης και τρίτης τάξης αδέλφια σε σχέση με τα αδέλφια πρώτης και δεύτερης τάξης, παρ’ όλο ότι όλα μπορούν να έχουν το ίδιο μέγεθος. Η υγρασία του εδάφους, τα θρεπτικά στοιχεία και η θερμοκρασία επηρεάζουν την επιβίωση των αδελφιών.
Στο σιτάρι, στις συνθήκες καλλιέργειας (πυκνότητα φυτοκοινότητας), στάχεις σχηματίζουν συνήθως ο κύριος βλαστός και τα αδέλφια που σχηματίζονται νωρίς (όταν το φυτό έχει 4-6 φύλλα). Τελικά, σε κάθε φυτό έχουμε 1-3 παραγωγικά αδέλφια. Στα χειμερινά σιτηρά τα αδέλφια συμβάλλουν θετικά στην παραγωγή. Γενότυποι χωρίς αδέλφια υστερούν σε απόδοση. Για τις καρποδοτικές ποικιλίες, μεγάλος αριθμός αδελφιών, επιθυμητά είναι 2-3 καλοανεπτυγμένα αδέλφια, ενώ για τις σανοδοτικές, μεγάλος αριθμός αδελφιών, τα οποία αυξάνουν την παραγωγή χόρτου.
Η ικανότητα των φυτών να παράγουν αδέλφια έχει μεγάλη πρακτική σημασία. Σε περίπτωση αραιού φυτρώματος, καταστροφής του κεντρικού φυτού από παγωνιά, προσβολές από έντομα και ασθένειες, η παραγωγή αντισταθμίζεται από την παραγωγή των αδελφιών. Επίσης γίνεται οικονομία σπόρων σποράς, καθόσον σε αραιότερη σπορά παράγονται περισσότερα αδέλφια.
Τα αδέλφια που δεν σχηματίζουν στάχεις γενικώς είναι ανεπιθύμητα κυρίως σε συνθήκες ξηρασίας και μειωμένης γονιμότητας, επειδή ανταγωνίζονται το κεντρικό φυτό και τα γόνιμα αδέλφια ως προς το νερό, τα θρεπτικά στοιχεία και το φως και επίσης χρησιμοποιούν προϊόντα φωτοσύνθεσης. Παρ’ όλα αυτά, τα αδέλφια πριν από τον γηρασμό μεταφέρουν αζωτούχες και άλλες οργανικές ουσίες στους βλαστούς που θα επιζήσουν. Επιπλέον, οι ρίζες που αναπτύσσουν τα αδέλφια προσφέρουν στήριξη στο φυτό.