H συγκομιδή των λουλουδιών του κρόκου συνέπεσε με το lockdown που έχει επιβληθεί στην Κοζάνη λόγω κορονοϊού με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν σοβαρά προβλήματα με βασικότερο τις ελλείψεις σε μετακλητούς εργάτες γης.
Είναι η περίοδος πού οι κάτοικοι του Κρόκου της Αγ. Παρασκευής, της Καισαρειάς, της Καρυδίτσας, της Άνω και Κάτω Κώμης, της Ξηρολίμνης και της Πλατανιάς Βοϊου, εγκαταλείπουν κάθε άλλη δραστηριότητα και αφιερώνονται οικογενειακώς στην συλλογή των λουλουδιών του κρόκου, ενός από τα σπουδαιότερα μπαχαρικά του κόσμου.
Πρόκειται για μια απαιτητική, χρονοβόρα και απόλυτα χειρωνακτική διαδικασία στην οποία χρειάζονται περίπου 150.000 άνθη για ένα κιλό αποξηραμένων στιγμάτων κρόκου. Όταν ολοκληρωθεί η συλλογή στο χωράφι, ξεκινά άμεσα μια άλλη χειρωνακτική εργασία που είναι ο διαχωρισμός των μωβ λουλουδιών από τα κόκκινα στίγματα του κρόκου. Τα κόκκινα στίγματα αποξηραίνονται με φυσικό τρόπο πριν παραδοθούν στον Συνεταιρισμό των Κροκοπαραγωγών.
Η φετινή περίοδος συλλογής του φυτού είναι διαφορετική για δύο κυρίως λόγους: Όπως αναφέρει ο πρόεδρος του συνεταιρισμού των Κροκοπαραγωγών Βασίλης Μουτσόποπουλος «οι συνθήκες ανομβρίας του Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου επηρέασαν την ωρίμανση του βολβού με αποτέλεσμα η ανθοφορία των λουλουδιών να καθυστερήσει κατά 15 ημέρες» και από την άλλη «η συγκομιδή του φυτού συνέπεσε με το lock down που λόγω κορωνοϊού έχει επιβληθεί στην ΠΕ Κοζάνης».
Ο πρόεδρος του Συνεταιρισμού αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι εξαιτίας του κορoνοϊού «δεν μπορούν να έρθουν εργάτες γης από την Αλβανία» που τα προηγούμενα έτη κατέφταναν στην περιοχή και συμμετείχαν στην συλλογή του φυτού και ότι «οι παραγωγοί προσπαθούν να δώσουν λύσεις στο πρόβλημα με εργατικά χέρια από την Κοζάνη ή από άλλες περιοχές της χώρας». Επισημαίνει ότι το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο για την πρόσκληση αλλοδαπών εργατών δεν διευκολύνει σε καμία περίπτωση τους κροκοπαραγωγούς «γιατί τους υποχρεώνει να απασχολούν τους εργάτες γης για 24 ημερομίσθια ενώ οι ανάγκες για την συλλογή του φυτού και δεν ξεπερνούν τις 12 ημέρες».
Σύμφωνα με τον Μουτσόπουλο μόνο «ένας μικρός αριθμός περίπου 50 παραγωγών έκανε χρήση του θεσμικού πλαισίου για την πρόσκληση αλλοδαπών εργατών γης».
Ο πρόεδρος του Συνεταιρισμού εξηγεί ότι μετά από ενημέρωση που είχαν από κλιμάκιο του ΕΟΔΥ «θα πρέπει να τηρούνται με ευλάβεια τα μέτρα προφύλαξης, προστασίας και οι αποστάσεις ανάμεσα στους εργάτες κατά την διάρκεια της συλλογής του φυτού στο χωράφι καθώς και οι μάσκες προστασίας κατά την μεταφορά του προσωπικού στα αγροκτήματα».
Το 2019 η παραγωγή του κρόκου έφθασε περίπου στους 2,3 τόνους ενώ οι εκτιμήσεις για την φετινή παραγωγή αναφέρουν ότι θα κυμανθεί στα ίδια σχεδόν επίπεδα. Η αποζημίωση για τους παραγωγούς από την πώληση του κρόκου είναι πάνω από 1000 € το κιλό ενώ πρόσθετες ελπίδες έχει δημιουργήσει η εξαγωγή του προϊόντος στην Κίνα. Το πρώτο δοκιμαστικό φορτίο στάλθηκε τον Ιούνιο 2019 ενώ το δεύτερο φορτίο περίπου 5 kg στάλθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Από το 1999 ο κρόκος Κοζάνης βρίσκεται στο μητρώο των Προστατευόμενων Ονομασιών Προέλευσης (ΠΟΠ), ενώ τα τελευταία χρόνια έχει αποτελέσει αντικείμενο εντατικής έρευνας σε πολλά πανεπιστημιακά εργαστήρια τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Υπάρχει πληθώρα ανακοινώσεων σε επιστημονικά συνέδρια για τις ευεργετικές ιδιότητες του φυτού που επιβεβαιώνουν ότι αποτελεί ένα σημαντικό όπλο για την ισχυροποίηση της άμυνας του οργανισμού αφού διαθέτει ισχυρές αντιοξειδωτικές, αντιφλεγμονώδεις, αντιθρομβωτικές και αγγειοδιασταλτικές δυνάμεις, που αποτρέπουν την ανάπτυξη καρκινικών κυττάρων στο εργαστήριο, βελτιώνουν τις εγκεφαλικές λειτουργίες και ιδιαίτερα τη μνήμη, προστατεύουν τα εγκεφαλικά κύτταρα από εκφυλιστικές νόσους όπως το Αλτσχάϊμερ.
Τα τελευταία χρόνια η χρήση του κρόκου στην γαστρονομία γνωρίζει άνθιση αφού διάσημοι σεφ έχουν εντάξει το διάσημο μπαχαρικό στις γευστικές τους δημιουργίες. Μικρή μόνο ποσότητα του κρόκου χαρίζει χρώμα, λεπτή γεύση, άρωμα και νοστιμιά σε κάθε είδους φαγητό. Ξεχωριστή θέση στην αγορά των ροφημάτων έχουν επτά γεύσεις με βάση τον κρόκο και βότανα της ελληνικής φύσης που παρασκευάζει ο Συνεταιρισμός των Κροκοπαραγωγών.
Η καλλιέργεια του κρόκου στην Κοζάνη είχε πάντα οικογενειακά χαρακτηριστικά, όλη η οικογένεια συμμετέχει στην συλλογή των λουλουδιών καθώς και στον διαχωρισμό των στιγμάτων από τους στήμονες. Μια εργασία που στο σύνολο της διαρκεί περί τις 45 ημέρες. Η μέσος όρος καλλιεργήσιμης έκτασης ενός κροκοπαραγωγού είναι περίπου πέντε στρέμματα και η απόδοση αγγίζει τα 900 γραμμάρια το στρέμμα.