Δεν απαιτεί μεγάλο μηχανικό εξοπλισμό κατά την αρχική φάση
Πηγή πρόσθετου οικογενειακού εισοδήματος μπορεί να αποτελέσει η καλλιέργεια μαϊντανού, βασικό πλεονέκτημα των οποίων είναι η διττή χρήση του για το φύλλωμα και τη ρίζα του.
Ρίζα κέρδους η παραγωγή μαϊντανού
Δεύτερο σημαντικό πλεονέκτημα αποτελούν οι κλιματικές συνθήκες της χώρας που επιτρέπουν την παραγωγή ριζών σε περιόδους όπου η ζήτηση δεν μπορεί να καλυφθεί από τις κύριες παραγωγικές χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης (τέλος άνοιξης ? νωρίς το καλοκαίρι)...
Ο ριζώδης μαϊντανός είναι λαχανικό που καλλιεργείται κυρίως για τη ρίζα του και δευτερευόντως για το φύλλωμά του. Η ρίζα του καταναλώνεται σε πολλές χώρες της Ευρώπης σε ικανοποιητικές τιμές για τους παραγωγούς.
Η καλλιέργεια λαχανικών στο ύπαιθρο προσφέρει τη δυνατότητα ενασχόλησης με τον τομέα αυτόν, έχοντας πολλά πλεονεκτήματα.
Συγκεκριμένα:
- Δεν απαιτεί μεγάλες εκτάσεις. Σήμερα για να είναι βιώσιμη μια γεωργική επιχείρηση που θα έχει ως βάση τις αροτραίες καλλιέργειες (σιτηρά, ενεργειακές καλλιέργειες, βαμβάκι κ.λπ.), θα πρέπει κάποιος να έχει μεγάλο αριθμό στρεμμάτων. Στα κηπευτικά οι εκτάσεις είναι μικρές.
- Δεν απαιτεί μεγάλο μηχανικό εξοπλισμό κατά την αρχική φάση. Μπορεί κάποιος να ξεκινήσει το γεωργικό επάγγελμα καλλιεργώντας κηπευτικά με όχι πολλά καλλιεργητικά μέσα.
- Δεν απαιτεί σημαντικό αρχικό κεφάλαιο για το πρώτο ξεκίνημα. Μπορεί ο ενδιαφερόμενος να ξεκινήσει με κηπευτικά υπαίθρου και στην πορεία να δημιουργήσει πρόχειρες θερμοκηπιακές εγκαταστάσεις.
- Ο καλλιεργητής παράγει προϊόντα και απευθύνεται σε μια αγορά που καταναλώνει λαχανικά (δεν είναι νέα προϊόντα). Εύκολα μπορεί να τα πουλήσει ο ίδιος και να έχει μερίδιο από την εμπορία του προϊόντος.
- Τα προϊόντα που παράγονται θεωρούνται επώνυμα, ποιοτικά, με αποτέλεσμα να εξασφαλίσει καλές τιμές και σταθερό πελατολόγιο.
- Αξιοποιεί πλήρως και κύρια όλο τον χρόνο του στην επιχείρηση και δεν του περισσεύει χρόνος για άλλες συμπληρωματικές δραστηριότητες που θα βελτίωναν το εισόδημα.
Η εργασία που θα προσφέρει ο νέος αγρότης στην επιχείρηση που θα ασχολείται με κηπευτικά υπαίθρου εξασφαλίζει ένα εισόδημα που μπορεί να ανταποκριθεί στις οικογενειακές οικονομικές ανάγκες. Η χώρα μας πλεονεκτεί έναντι άλλων ευρωπαϊκών χωρών στην καλλιέργεια και πρωιμότητα των κηπευτικών, λόγω της ηλιοφάνειας και του ήπιου γενικά και εύκρατου κλίματος.
Το ύψος της ελληνικής παραγωγής σε λαχανικά ανέρχεται στα 4 εκατ. τόνους, ποσότητα που αντιστοιχεί στο 8,6% της κοινοτικής παραγωγής.
Ριζώδης Μαϊντανός
Η καλλιέργεια αποδίδει έως και 900 ευρώ το στρέμμα
Με τις αποδόσεις του ριζώδους μαϊντανού να είναι 2,5 τόνους σε φύλλα και 3-4 τόνους σε ρίζες, η καλλιέργειά του μπορεί να δώσει καθαρό εισόδημα έως 900 ευρώ το στρέμμα.
Είναι φυτό που αντέχει σε σχετικά χαμηλές θερμοκρασίες, που είναι απαραίτητες για την καλή ανάπτυξη του φυλλώματος.
Η καλλιέργεια του ριζώδους μαϊντανού μπορεί να αναπτυχθεί στη χώρα μας με πολύ καλά αποτελέσματα, -όπως επισημαίνει στις «Επαγγελματικές Ευκαιρίες» ο γεωπόνος Κάσσανδρος Γάτσιος- επειδή η Ελλάδα, λόγω κλίματος, μπορεί να παράγει εκτός εποχής (στο τέλος της άνοιξης), σε σχέση με τις χώρες παραγωγής του στην Ευρώπη, με αποτέλεσμα να αποτελέσει ένα πολύ σημαντικό λαχανικό που θα μπορεί να εξάγεται σε πολύ καλές τιμές.
Επίσης, πολύ σημαντικό είναι το γεγονός ότι πέραν των ριζών του αξιοποιούνται και τα φύλλα του, όπως ο κοινός μαϊντανός.
Ο ριζώδης μαϊντανός κατάγεται από χώρες της Δυτικής Ασίας. Ο μαϊντανός αυτός ανήκει στην ίδια οικογένεια με τον κοινό μαϊντανό και είναι ένα πολυετές φυτό. Η ρίζα του έχει χαρακτηριστικό άσπρο κρεμώδες χρώμα, είναι εξογκωμένη και επιμήκης και φθάνει σε μήκος τα 15 εκατοστά.
Το φύλλωμά του μοιάζει με το φύλλωμα του κοινού μαϊντανού. Είναι εξίσου αρωματικά τα φύλλα του με τα φύλλα του κοινού μαϊντανού και γι' αυτό χρησιμοποιούνται στη μαγειρική με τον ίδιο τρόπο όπως και ο κοινός μαϊντανός.
Επειδή είναι πολυετής καλλιέργεια, πρέπει να προσέχει κανείς να μην κόβει σε μεγάλο βαθμό το φύλλωμά του επειδή θα έχει αρνητική επίπτωση στην ανάπτυξη της ρίζας, που αποτελεί και τον κύριο σκοπό της καλλιέργειάς του.
Κατά τον μήνα Ιούνιο ανθίζει κατά το δεύτερο έτος της ηλικίας του. Τα άνθη του έχουν σχήμα ομπρέλας που φέρει πολυάριθμα μικρά άνθη χρώματος λευκοπράσινου. Μετά την επικονίαση των ανθέων παράγονται πολυάριθμοι μικροί σπόροι στα τέλη του καλοκαιριού ή στην αρχή της άνοιξης.
Το εδαφικό περιβάλλον που προτιμά είναι το έδαφος που έχει καλή ηλιοφάνεια, είναι πλούσιο σε οργανική ουσία, μέσης σύστασης και δροσερό.
Πολλαπλασιάζεται με σπόρους που σπέρνονται σε σπορείο. Το σπορείο έχει υπόστρωμα από άμμο και τύρφη σε ποσοστό 50% το καθένα. Η σπορά των σπόρων γίνεται επιφανειακά την περίοδο Μαρτίου- Απριλίου, ενώ στις νότιες περιοχές μπορεί να γίνει την περίοδο από το φθινόπωρο μέχρι την αρχή της άνοιξης. Πριν από τη σπορά γίνεται εμβάπτιση των σπόρων σε νερό για 48 ώρες, ώστε να επιταχυνθεί το φύτρωμα.
Κατά τη σπορά, για να γίνει καλή κατανομή των σπόρων και ομαλή ανάπτυξη των φυτών σε ομοιόμορφες αποστάσεις, ο σπόρος αναμειγνύεται με άμμο. Η σπορά γίνεται σε γραμμές που απέχουν μεταξύ τους 30-35 εκατοστά. Από τη στιγμή που φυτρώσουν οι σπόροι, γίνεται ένα αραίωμα, ώστε να είναι ένα φυτό ανά 15 εκατοστά. Ιδανικές θερμοκρασίες για το φύτρωμα των σπόρων είναι 20-30 οC και για την ανάπτυξη του φυτού 15-18 οC.
Το φύτρωμα των σπόρων διαρκεί 7-20 ημέρες.
Στη συνέχεια γίνεται η μεταφύτευση των φυτών όταν αυτά αποκτήσουν 3-4 φύλλα. Το χωράφι στο οποίο γίνεται η μεταφύτευση καλλιεργείται σε βάθος, ώστε να μπορεί να αναπτυχθεί η ρίζα των φυτών χωρίς δυσκολία. Οι αποστάσεις φυτεύσεως μεταξύ των γραμμών είναι 30 εκατοστά και 15 φυτού από φυτό σε κάθε γραμμή φυτεύσεως.
Η καλλιέργεια αυτού του φυτού είναι σχετικά εύκολη. Η κυριότερη φροντίδα είναι να διατηρείται με σταθερή υγρασία το έδαφος. Από την άνοιξη μέχρι το τέλος του καλοκαιριού γίνονται σκαλίσματα για την καταστροφή των ζιζανίων. Πολλές φορές χρησιμοποιείται η τεχνική της εδαφοκάλυψης με άχυρα γύρω από τα φυτά, ώστε να διατηρείται η υγρασία στο έδαφος, και γίνονται ορισμένα ποτίσματα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Τα φύλλα του ριζώδους μαϊντανού μπορούν να συγκομίζονται 3 μήνες μετά τη σπορά και μεταφύτευση. Οι ρίζες συγκομίζονται από την αρχή του φθινοπώρου, δηλαδή 6 μήνες μετά τη σπορά. Ξεριζώνονται όπως γίνεται και με τα άλλα ριζώδη λαχανικά, κόβονται τα φύλλα και πλένονται, Μπορούν να συντηρηθούν σε έναν χώρο για 2-3 μήνες, όπου επικρατούν θερμοκρασίες 1-2 οC.
Το φθινόπωρο καταστρέφεται το εναέριο μέρος του φυτού ή συγκομίζεται, ενώ η ρίζα του συγκομίζεται ή παραμένει στο έδαφος κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Σε περιοχές με χαμηλές θερμοκρασίες οι ρίζες ξεριζώνονται και διατηρούνται την περίοδο αυτή σε προφυλαγμένο χώρο μέσα σε άμμο και στη συνέχεια φυτεύονται εκ νέου.
www.ethnos.gr ,Κώστας Νάνος