Δ/ση Στρατηγικού Σχεδιασμού και Εξωστρέφειας της GAIA ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝ ΑΕ.
Από τις αρχές Αυγούστου, η Ρωσία έχει προχωρήσει σε ενός έτους απαγόρευση των εισαγωγών μιας σειράς αγροτικών προϊόντων από τις Η.Π.Α, την Αυστραλία, τον Καναδά και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι οικονομικές επιπτώσεις της εν λόγω απόφασης ειδικά για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πολύ σοβαρές δεδομένου των στενών εμπορικών σχέσεων Ευρώπης - Ρωσίας, όπως αυτές αποτυπώνονται στον παρακάτω πίνακα, όπου αναφέρονται τα ποσοστά ανά γεωργικό προϊόν που εξήγαγε η Ευρώπη στην Ρωσία το 2013.
Ποσοστό Ευρωπαϊκών εξαγωγών προς τη Ρωσία το 2013 |
|
Λάχανο |
74% |
Τομάτα |
63% |
Καρότο και Ρέβα |
63% |
Μανιτάρι |
57% |
Αχλάδι |
57% |
Ροδάκινο, Νεκταρίνι |
54% |
Μήλο |
52% |
Αγγούρι |
49% |
Κουνουπίδι, Μπρόκολο |
42% |
Πιπερiά |
40% |
Κόκκινα φρούτα, Φράουλα, Ακτινίδιο |
30% |
Εσπεριδοειδή |
19% |
Κρεμμύδι |
11% |
Στο πλαίσιο λοιπόν αυτών των εμπορικών σχέσεων, σοβαρό πρόβλημα έχει προκύψει για μια σειρά αγροτικών προϊόντων διάφορων Κρατών-Μελών της ΕΕ, όπως π.χ., στον τομέα των μηλοειδών με μεγάλες ποσότητες μήλων και αχλαδιών να παραμένουν σε πλεόνασμα, χωρίς να μπορούν να διατεθούν και να καταναλωθούν. Έτσι για παράδειγμα σημαντικό πρόβλημα αντιμετωπίζει η Πολωνία, η οποία είναι η μεγαλύτερη εξαγωγική δύναμη μήλου στον κόσμο και φέτος σημείωσε συγκομιδή ρεκόρ, η οποία διέθετε πάνω από το 50% της παραγωγής της στη Ρωσία. Ως συνέπεια του εμπάργκου, ένα μεγάλο ποσοστό αυτών των μηλοειδών αναμένεται πλέον να απορροφηθεί από την Γερμανία, με αποτέλεσμα να αναμένεται σημαντική πτώση των τιμών των εγχώριων φρούτων της και εν γένει σ' αυτή την λογική, οι επιπτώσεις του ρωσικού εμπάργκο θα γίνουν αισθητές ακόμη και σε αγρότες σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεν εξάγουν μεγάλες ποσότητες προϊόντων στη Ρωσία.
Αν και πριν από λίγους μήνες οι οικονομολόγοι θεωρούσαν ότι το μεγαλύτερο πλήγμα για την οικονομία της Ευρώπης από τη σύγκρουση με την Ουκρανία θα ήταν οι υψηλότερες τιμές του φυσικού αερίου, τώρα όλοι αντιλαμβάνονται ότι ίδιου επιπέδου προβλήματος είναι και τα άφθονα αγροτικά προϊόντα που δεν μπορούν να εξαχθούν με συνέπεια να πιέζουν τις τιμές όλο και χαμηλότερα και να αποσταθεροποιούν την αγορά. Φυσικά και η άλλη όψη του νομίσματος είναι ότι στη Ρωσία οι τιμές σε κρέας, τυρί, μήλα και άλλα τρόφιμα αυξάνονται. Ωστόσο ακόμη και αυτό μακροπρόθεσμα δημιουργεί νέα μεγάλη ανησυχία στους αγρότες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς βλέπουν την Ρωσία να κοιτάει πλέον προς νέες εμπορικές συμφωνίες κυρίως προς Κίνα και Βραζιλία μεριά για να καλύψει το έλλειμμα των δικών της εισαγωγών.
Το πρόβλημα με τα μήλα είναι αντίστοιχο και με αυτό που βιώνουν οι Έλληνες παραγωγοί με τα ροδάκινα και τα νεκταρίνια, τα οποία προορίζονταν για εξαγωγή στη Ρωσία και αντιμετώπισαν μειώσεις στις τιμές της τάξης 30-50% σε σχέση με αυτές του 2013. Ένα πρόβλημα που μεγεθύνθηκε από την συνεχή αύξηση της παραγόμενης ποσότητας νεκταρινιών και ροδάκινων, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ισπανία και την Γαλλία (η εν λόγω αύξηση αποτυπώνεται στον παρακάτω πίνακα).
Ευρωπαϊκή Παραγωγή Νεκταρινιών και Ροδάκινων (σε χιλ. τόνους) |
|||||
|
2010 |
2011 |
2012 |
2013 |
2014 |
Ελλάδα |
695 |
640 |
680 |
672 |
737 |
Ισπανία |
1 187 |
1 336 |
1 171 |
1 330 |
1 342 |
Γαλλία |
318 |
296 |
271 |
236 |
265 |
Οι Ευρωπαίοι αγρότες, από την στιγμή που άρχισαν να γίνονται εμφανείς οι δυσάρεστες επιπτώσεις του εμπάργκο, στράφηκαν προς την Ευρωπαϊκή Κοινότητα για την κάλυψη των οικονομικών απωλειών που σημειώθηκαν. Οι προσπάθειες επίλυσης του προβλήματος επικεντρώνονται κυρίως στον τομέα της απόσυρσης, αυξάνοντας τον όγκο των προϊόντων που μπορούν να αποσυρθούν από την αγορά με προφανή στόχο την σταθεροποίηση των τιμών. Έτσι προέκυψαν δύο επιχορηγήσεις-αποζημιώσεις της τάξης των 125 εκ. ευρώ, η μια πρώτη με κυρίαρχη αναφορά στα νεκταρίνια και τα ροδάκινα, η δε δεύτερη (η πλέον πρόσφατη) στον τομέα των φρούτων και των λαχανικών.
Το ρώσικο εμπάργκο μπορεί εν τέλει να δώσει ένα διδακτικό μάθημα στους Έλληνες παραγωγούς σε σχέση με την επιλογή του προϊόντος και της ποσότητας αυτού που παράγουν. Μπορεί να αποδειχθεί διδακτικό σχετικά και με τις απαιτήσεις αποζημίωσης που μπορεί πλέον να αναμένουν από την ΕΕ μέσω διαφόρων τεχνασμάτων όπως αυτό της απόσυρσης. Κλείνοντας μπορεί να αποτελέσει οδηγό για να διαμορφώσει νέες καλύτερες και περισσότερο εγγυημένες σχέσεις προς όφελος του παραγωγού σε μια νέας μορφής αγροτικής εφοδιαστικής αλυσίδας που πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή.