Πολλά έχουν ειπωθεί για τη σύνδεση γαστρονομίας και τουρισμού στην Ελλάδα. Η σημασία της τοπικής κουζίνας και του κρασιού, ως τμήμα της πολιτιστικής μας ταυτότητας αλλά και ως μια σημαντική πηγή ικανοποίησης για κάθε τουρίστα, έχει αναλυθεί ίσως περισσότερο από κάθε άλλη μορφή «εναλλακτικού» τουρισμού, που θα εμπλούτιζε το τουριστικό προϊόν και θα αποτελούσε διέξοδο από το τετριμμένο πρότυπο «ήλιος και θάλασσα».
Το θεωρητικό υπόβαθρο συνεπώς υπήρχε, αυτό που έμενε ήταν να περάσουν κάποιοι προορισμοί στη πράξη, ώστε να αποτελέσουν σημεία αναφοράς και παραδείγματα προς μίμηση. Στη Σαντορίνη βρήκα το παράδειγμα που ήθελα. Ένα προορισμό που τα τελευταία χρόνια, ειδικά στον τομέα του κρασιού έχει κάνει άλματα.
Τον οινοτουρισμό στη Σαντορίνη τον είδα με τα μάτια μου, ένα χρόνο μετά την προηγούμενη επίσκεψη μου, και μπορώ να πω ότι εμπλουτίζεται συστηματικά. Καινούργια οινοποιία προστέθηκαν, κάποια άλλα εκσυγχρονίστηκαν, απέκτησαν εστιατόρια που προβάλλουν την τοπική γαστρονομία και την «παντρεύουν» με τις ετικέτες του κτήματος. Εταιρείες που ειδικεύονται στον οινοτουρισμό και οργανώνουν καθημερινά επισκέψεις σε οινοποιεία (εννοείται ότι όλα είναι επισκέψιμα) και αμπελώνες. Εστιατόρια που αναδεικνύουν την τοπική γαστρονομία, τις ιδιαίτερες πρώτες ύλες του νησιού και καλύπτουν στις λίστες τους το Σαντορινιό αμπελώνα στο σύνολό του. Ένα ολόκληρο δίκτυο κινείται γύρω απ’ το κρασί.
Σύμφωνα με τον Μάρκο Καλούμενο, local wine expert (ναι, αυτή είναι η θέση του) του ξενοδοχείου Vedema Resort, «τα τελευταία χρόνια ό τουρισμός και, δη ο οινοτουρισμός, έχει αυξηθεί στο έπακρον, καθώς υπάρχουν πλέον οι κατάλληλες υποδομές. Έχουν διαμορφωθεί οι κατάλληλες συνθήκες (αίθουσες γευσιγνωσίας, εστιατόρια με έμφαση στο κρασί, επισκέψιμα οινοποιία) ώστε ο κάθε τουρίστας που επισκέπτεται την Σαντορίνη να μένει έκπληκτος από τη γευστική εξερεύνηση. Παραδοσιακά το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στα λευκά κρασιά, όπου κυριαρχεί το στοιχείο της αυξημένης οξύτητας ενώ το υπέδαφος της Σαντορίνης προσδίδει μεταλλικά στοιχεία καθώς και αρώματα λεμονιού και μελιού. Τα τελευταία τρία χρόνια καταγράφεται αυξημένη ζήτηση και για τα ερυθρά κρασιά, καθώς επικρατεί η ποικιλία του Μαυροτράγανου με γεμάτο σώμα, τανίνες και αρώματα κανέλας και κερασιού».
Προσελκύει δηλαδή το νησί τουρίστες με βασικό κίνητρο την επίσκεψη στα οινοποιεία και τους αμπελώνες; Ίσως ναι, ένα μικρό (μάλλον αμελητέο) ποσοστό των συνολικών αφίξεων. Αλλά αυτό μικρή σημασία έχει. Όπως μου εξηγεί ο Φώτης Σταθόπουλος, ξεναγός στην εταιρία Santorini Wine Tour «μόνο ένα μικρό είναι το ποσοστό επισκεπτών γνωρίζει πριν έρθει εδώ τι είναι η Σαντορίνη για τον οινικό κόσμο, και εκπλήσσεται ευχάριστα. Το σίγουρο είναι ότι φεύγοντας έχουν καταλάβει ότι είναι ένας από τους σημαντικότερους αμπελώνες μιας μικρής χώρας, που προοδεύει οινικά σταθερά, σοδιά με τη σοδιά. Αυτό που εντυπωσιάζει τους περισσότερους είναι η επίσκεψη στο αμπέλι . Οι περισσότεροι από αυτούς, πριν τους εξηγήσει κάποιος για τις κουλούρες, μπορεί να περνάνε δίπλα από τα αμπέλια και να μην συνειδητοποιούν καν τι είναι , καθώς τους είναι οικεία μόνο η εικόνα του γραμμικού αμπελώνα». Όπως μου εξηγεί, αυτό που στην ουσία έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια είναι «η δική μας ετοιμότητα να προσφέρουμε αυτήν την εμπειρία στους επισκέπτες μας. Στην Σαντορίνη όταν έρχεται ένας επισκέπτης και αναζητά τρόπους να γεμίσει την μέρα του και να γνωρίσει το νησί έχει πλέον καθιερωθεί ως “must do” ένα wine tour». Αυτό που έχει καταφέρει η Σαντορίνη μέσα σε λίγα χρόνια είναι να καταστήσει το κρασί της αναπόσπαστο κομμάτι της εμπειρίας που προσφέρει στον ταξιδιώτη. Αυτό επιδρά καταλυτικά στην ανάδειξη το γαστρονομικού της προφίλ, προσελκύοντας ένα υψηλό επίπεδο τουρισμού.
Εκμεταλλευόμενη παράλληλα το μεγάλο αριθμό των επισκεπτών της απ’ όλο τον κόσμο, η Σαντορίνη φαίνεται να σηκώνει το βάρος της ελληνικής οινοποιητικής εξωστρέφειας, δίνοντας ώθηση στις εξαγωγές ελληνικού κρασιού. «Το να προσπαθείς να ανταγωνιστείς μεγάλους αμπελώνες με παρουσία επί χρόνια σε διεθνείς αγορές, είναι από μόνο του άθλος», υποστηρίζει ο οινοπαραγωγός Πάρις Σιγάλας. Η Σαντορίνη κατάφερε όμως να κάνει το κρασί της brand name και να το στείλει από τα ηφαιστιογενή εδάφη της, στις κάβες πρωτοκλασάτων εστιατορίων παγκοσμίως.
Το μέλλον προμηνύεται λαμπρό…
Αλέξανδρος Πασσάλης-rodosfoodnews.gr