Τον κώδωνα του κινδύνου της απολίπανσης και παραγωγικής υποβάθμισης των αγροτικών ζωνών της χώρας κρούει ο Σύνδεσμος Παραγωγών και Εμπόρων Λιπασμάτων, με αφορμή τα συγκεντρωτικά στοιχεία για την χρήση λιπασμάτων στη χώρα μας τον τελευταίο χρόνο.
Αναλυτικά, η ανακοίνωση του ΣΠΕΛ έχει ως εξής:
Συνεχή μείωση παρουσιάζει η κατανάλωση λιπασμάτων στη χώρα μας σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ηλεκτρονικής καταμέτρησης που πραγματοποίησε ο ΣΠΕΛ για την καλλιεργητική περίοδο Ιούλιος 2015 – Ιούλιος 2016. Συγκεκριμένα η συνολική κατανάλωση μειώθηκε στους 730.992 τόνους, 6% χαμηλότερη από την αντίστοιχη κατανάλωση της καλλιεργητικής περιόδου Ιούλιος 2014 – Ιούλιος 2015.
Ειδικότερα σημαντική μείωση που ξεπερνά το 10% σημειώθηκε στην κατανάλωση σύνθετων λιπασμάτων (ΝΡ/ ΝΡΚ/ΡΚ), καθώς και στη χρήση αζωτούχων λιπασμάτων. Η μείωση αυτή παρατηρείται και στις μονάδες αζώτου, φωσφόρου και καλίου. Για την καλλιεργητική περίοδο Ιούλιος 2015 – Ιούλιος 2016 οι μονάδες Ν είναι 181.523 τόνοι, έναντι 199.425 τόνοι που ήταν την καλλιεργητική περίοδο Ιούλιος 2014 – Ιούλιος 2015, δηλαδή μειωμένες κατά 10%. Μειωμένες σημαντικά είναι και οι μονάδες φωσφόρου και καλίου, 52.171 τόνοι και 45.870 τόνοι αντίστοιχα, δηλαδή 6,5 και 5,5% χαμηλότερες από τις αντίστοιχες μονάδες του Ιουλίου 2014-Ιουλίου 2015.
Τα μέλη του ΣΠΕΛ προβληματίζονται έντονα για τη συνεχή τάση μείωσης που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας στην κατανάλωση λιπασμάτων και για τις συνέπειες που επιφέρει αυτό στην ελληνική γεωργία. Ήδη έχει παρατηρηθεί ότι η μείωση δεν είναι συγκυριακή, και πλέον κάθε χρόνο και για κάθε καλλιεργητική περίοδο χρησιμοποιούνται όλο και λιγότερα λιπάσματα. Συνολικά από την καλλιεργητική περίοδο 2010/2011 ως την καλλιεργητική περίοδο 2015/2016 η κατανάλωση λιπασμάτων έχει μειωθεί κατά 17%, ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό αν αναλογιστεί κανείς ότι οι αντίστοιχες καλλιεργητικές εκτάσεις σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ παραμένουν σχεδόν σταθερές.
Τα λιπάσματα αποτελούν την Τροφή της Τροφής μας. Ήδη από το 19ο αιώνα ο Justus von Liebig διατυπώνοντας τους νόμους και της αρχές της θρέψης φυτών (1ος νόμος της αντικατάστασης) έβαλε τις βάσεις για τη χρήση των λιπασμάτων. Σύμφωνα με το νόμο αυτό οι καλλιέργειες ανάλογα με την απόδοση τους απομακρύνουν θρεπτικά στοιχεία από το έδαφος. Η μη αντικατάσταση αυτών των θρεπτικών στοιχείων επιφέρει ένα σύνολο αρνητικών συνεπειών. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η ανεπαρκής λίπανση διαταράσσει το ισοζύγιο των θρεπτικών στοιχείων τόσο στα φυτά όσο και στο έδαφος. Το γεγονός αυτό έχει ως συνέπεια όχι μόνο τη μείωση της παραγωγής, αλλά κυρίως της ποιότητας των παραγόμενων προϊόντων, καθώς και την υποβάθμιση της γονιμότητας των εδαφών και την ερημοποίησή τους. Τα λιπάσματα δηλαδή έχουν έναν αναντικατάστατο ρόλο στην διατήρηση της ποιότητας των εδαφικών πόρων και στην σημαντική επίδραση στην παραγωγική διαδικασία. Παρέχουν, δηλαδή θρεπτικά στοιχεία στα φυτά, βοηθώντας την ανάπτυξη των καλλιεργειών και την παραγωγή τροφής απαραίτητης για τη διατήρηση της ζωής στον πλανήτη.
Τα φυτά για την ανάπτυξή τους απαιτούν συγκεκριμένες ποσότητες θρεπτικών στοιχείων ανάλογα με το είδος τους, τη χρήση τους και το στάδιο ανάπτυξής τους. Τα λιπάσματα είναι απλές χημικές ενώσεις (πολλές από τις οποίες χρησιμοποιούνται στην ιατρική και τη φαρμακευτική) που εφοδιάζουν τα φυτά με θρεπτικά στοιχεία. Πρέπει να σημειωθεί σε όποια μορφή και αν προστεθούν τα θρεπτικά στοιχεία στο έδαφος, αυτά μετασχηματίζονται σε μια συγκεκριμένη ιοντική μορφή, με την οποία εφοδιάζονται τα φυτά. Συνεπώς τα λιπάσματα έχουν τον ίδιο ρόλο στα φυτά που έχουν οι τροφές για τον άνθρωπο.
Παράλληλα σύμφωνα με μελέτες του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας (F.A.O) οι σύγχρονες πρακτικές διαχείρισης στη γεωργία όχι μόνο οφείλουν να προσανατολιστούν στην αντιμετώπιση του επισιτιστικού προβλήματος, αλλά και στην παραγωγή φυτικών προϊόντων υψηλής διατροφικής αξίας. Τα λιπάσματα έχουν να επιτελέσουν σήμερα ακόμη έναν σημαντικό ρόλο, όπως την παραγωγή ποιοτικών προϊόντων, πλούσια σε θρεπτική αξία. Η έλλειψη θρεπτικών στοιχείων στα φυτά που μπορεί να οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στη μη ορθή λίπανση έχει παρατηρηθεί ότι προκαλεί μεταβολικές διαταραχές στα φυτά. Αυτό έχει ως συνέπεια και την υποβάθμιση της ποιότητας των παραγόμενων προϊόντων, με σημαντικές ελλείψεις σε ανόργανα στοιχεία, βιταμίνες, φυτικές ίνες, ιχνοστοιχεία, αντιοξειδωτικά κτλ. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παραγωγή σιταριού υψηλής ποιότητας (πρωτεΐνη >13%, υαλώδη >90%), εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό εκτός από την ποικιλία, και από την ισορροπημένη λίπανση.
Σύμφωνα με τον Πρόεδρο του ΣΠΕΛ, κ. Κουτσούγερα «Η προσθήκη των απαραίτητων λιπαντικών μονάδων στις καλλιέργειες μπορεί όχι μόνο να οδηγήσει στην παραγωγή ενός προϊόντος με υψηλή διατροφική αξία, αλλά ταυτόχρονα και σε υψηλότερο κέρδος για τους παραγωγούς».
Ο ΣΠΕΛ σύμφωνα με τη συστηματική καταγραφή της κατανάλωσης των λιπασμάτων που πραγματοποιεί, παρατηρεί τα τελευταία χρόνια έντονη μείωση της χρήσης λιπασμάτων από τους παραγωγούς. Το γεγονός αυτό επιφέρει αρνητικές συνέπειες τόσο στην υποβάθμιση της γονιμότητας των εδαφών όσο στη μείωση της παραγωγής, με σοβαρό αντίκτυπο πλέον και στην ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων.
Στα πλαίσια αυτά το ΔΣ του ΣΠΕΛ αποφάσισε, αξιοποιώντας την ειδική γνώση και εμπειρία των μελών του, να αναλάβει πρωτοβουλίες σε συνεργασία με τους ερευνητικούς φορείς της χώρας, για την ανάδειξη του ρόλου των λιπασμάτων στη γεωργία και στην παραγωγή προϊόντων υψηλής διατροφικής αξίας.