Επιβεβαιώνει την εκτίμηση για ανάπτυξη 2,7% στις «φθινοπωρινές προβλέψεις». Εκτιμά ότι θα πιαστεί ο φετινός στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα. Μιλά για «επίμονη» υπέρβαση εσόδων αλλά προειδοποιεί για πιθανές αποκλίσεις στο σκέλος των δαπανών.
Την αισιοδοξία ότι θα πιαστεί ο στόχος για ανάπτυξη 2,7% εκφράζει η Κομισιόν στις φθινοπωρινές προβλέψεις της για την ευρωπαϊκή οικονομία.
Παράλληλα προβλέπει ότι η χώρα θα πάει καλά και σε ό,τι αφορά στους δημοσιονομικούς στόχους και αυτό γιατί βλέπει: πρωτογενές πλεόνασμα 0,8% του ΑΕΠ για φέτος (στόχος 0,5%), 2,1% για το 2017 (στόχος 1,75%) και 3,7% το 2018 (στόχος 3,5% του ΑΕΠ). Βέβαια τα ποσοστά αυτά αφορούν το πρωτογενές πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης και ο υπολογισμός του διαφέρει από τους κατά πρόγραμμα κανόνες. Είναι ωστόσο ενδεικτικό της αισιοδοξίας της Κομισιόν και της ουσιαστικής δημοσιονομικής βελτίωσης που βλέπουν οι Βρυξέλλες.
Η Κομισιόν άλλωστε σημειώνει ότι οι ελληνικές αρχές θα νομοθετήσουν το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα 2017-2020 που θα περιλαμβάνει τυχόν προσαρμογές που απαιτούνται στη δημοσιονομική πολιτική για να εξασφαλίσει ότι θα πιάσει το στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος βάση προγράμματος, (1,75% του ΑΕΠ το 2017 και 3,5% του ΑΕΠ το 2018).
Όπως διαπιστώνει, η ελληνική οικονομία παρέμεινε στάσιμη το πρώτο μισό του 2016, αν συγκριθεί με το δεύτερο εξάμηνο του 2015. Ενώ η ιδιωτική κατανάλωση περιορίστηκε ελαφρά, όπως αναφέρει, οι επενδύσεις ανέκαμψαν στηριγμένες κυρίως σε αυτές που αφορούν μηχανήματα και εξοπλισμό. Ωστόσο οι εξαγωγές στο συγκεκριμένο διάστημα μειώθηκαν περισσότερο από τις εισαγωγές, με αποτέλεσμα οι «καθαρές» εξαγωγές να λειτουργούν αφαιρετικά στην ανάπτυξη του ΑΕΠ.
Εκτιμά ότι σταδιακά θα υπάρξει ανάπτυξη το β’ εξάμηνο που διανύουμε, χάρη κυρίως στο βελτιωμένο οικονομικό κλίμα που ακολούθησε την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης και τη μεγαλύτερη ρευστότητα στην αγορά που προσφέρει η εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών δημοσίου.
Εξακολουθεί να βλέπει ωστόσο ότι τελικά η χρονιά θα κλείσει με ύφεση 0,3% του ΑΕΠ (όσο προβλέπει και ο προϋπολογισμός). Το 2017 επαναλαμβάνει την εκτίμηση ότι θα υπάρξει ισχυρή ανάπτυξη 2,7% του ΑΕΠ εξαιτίας της ομαλοποίησης της κατάστασης στον χρηματοπιστωτικό τομέα, κάτι που θα επιτρέψει σταδιακή άρση των capital controls.
Πιστεύει ότι η εγχώρια ζήτηση θα αυξηθεί, με τις επενδύσεις να δημιουργούν θετικό ισοζύγιο στις «καθαρές εξαγωγές».
Είναι χαρακτηριστικό ότι αναφέρεται σε «απογείωση» των επενδύσεων το 2017, που θα στηριχθεί στα ευρωπαϊκά κονδύλια και στη βελτιωμένη κατάσταση σε ό,τι αφορά στη χρηματοδότηση. Μάλιστα για το 2018 βλέπει αύξηση του ΑΕΠ κατά 3,1%.
Η αγορά εργασίας πήγε καλύτερα απ’ όσο αναμένονταν το πρώτο μισό του έτους με την ανεργία να μειώνεται στο 23,2% τον Ιούλιο από ετήσιο μέσο όρο 24,9% το 2015. Η απασχόληση εμφανίζεται αυξημένη κατά 2,7% την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2016 σε σύγκριση με μέσο ρυθμό βελτίωσης 0,5% το 2015. Εκτιμά ότι η απασχόληση θα αυξάνεται με σταθερό ρυθμό έως το 2018, μειώνοντας την ανεργία ως αποτέλεσμα της ανάκαμψης της οικονομίας, της υποτονικής δυναμικής σε ότι αφορά τους μισθούς και των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας.
Για φέτος εκτιμά ότι ο εξαγωγικός τομέας θα έχει αρνητική επίπτωση στο ΑΕΠ, με τις εξαγωγές αλλά και τις εισαγωγές να μειώνονται σημαντικά εξαιτίας των κεφαλαιακών ελέγχων. Η συνεισφορά των «καθαρών» εξαγωγών θα γυρίσει σε θετικό πρόσημο το 2017 χάρη στα οφέλη της αύξησης της ανταγωνιστικότητας και τις μεγαλύτερες επενδύσεις στον τομέα.
Οι αποπληθωριστικές πιέσεις μειώθηκαν το 2016, κυρίως εξαιτίας των αυξήσεων στην έμμεση φορολογία, τονίζει η έκθεση. Αναμένεται μικρή άνοδος του τιμάριθμου πριν επιταχύνει μετά από δύο χρόνια εξαιτίας της αυξημένης εγχώριας ζήτησης.
Σε ό,τι αφορά στους μισθούς αναμένεται βελτίωση σε συνάρτηση με την οικονομική ανάκαμψη.
Τα ρίσκα
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα πτωτικά ρίσκα σχετίζονται με αβεβαιότητες αναφορικά με την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, κάτι που θα προκαλούσε αναστροφή στο οικονομικό κλίμα και τις προσδοκίες. Υπάρχουν επίσης κίνδυνοι από τυχόν γεωπολιτικές εξελίξεις και το προσφυγικό.
Ισχυρή εκτέλεση του προϋπολογισμού
Η έκθεση σημειώνει ότι αναθεωρήθηκε πρόσφατα από τη Eurostat το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2015 σε 7,5% του ΑΕΠ από 7,2% που ήταν η πρώτη εκτίμηση. Ως αποτέλεσμα θυμίζει το πρωτογενές αποτέλεσμα με βάση τον ορισμό του προγράμματος που περιορίστηκε σε 0,2% (αντί 0,7% του ΑΕΠ) για την περσινή χρονιά, αλλά παραμένει πολύ υψηλότερο από τον στόχο για πρωτογενές έλλειμμα 0,25%.
Εκτιμά ότι θα πιαστεί και φέτος ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα (βάσει προγράμματος) 0,5% του ΑΕΠ, με το μείγμα προσαρμογής να κινείται περισσότερο προς την πλευρά των εσόδων.
Βλέπει ισχυρότερη του αναμενόμενου αύξηση των εσόδων, κυρίως χάρη στον ΦΠΑ (αντανακλώντας, όπως σημειώνει, τις «συνετές» εκτιμήσεις για τις μεταρρυθμίσεις στον φόρο και τη βελτιωμένη φορολογική συμμόρφωση) και τα υψηλότερα έσοδα από εταιρικούς φόρους, τα οποία συναρτά με τη θετική πορεία των φορολογήσιμων κερδών σε ετήσια βάση.
Χάρη στα παραπάνω, καλύφθηκαν αποκλίσεις στις δαπάνες που αφορούν στη μισθοδοσία και στον τομέα υγείας. Ετσι, εκτιμά ότι όλη η παραπάνω εικόνα σε συνδυασμό με τη μείωση της δαπάνης για χρεολύσια θα οδηγήσει σε δημοσιονομικό έλλειμμα 2,5% του ΑΕΠ το 2016.
Τα ρίσκα στα δημοσιονομικά
Στα θετικά ρίσκα για την οικονομία η Κομισιόν τοποθετεί την «επίμονη» ισχυρή επίδοση στα έσοδα έως τώρα φέτος χάρη στην βελτιωμένη μακροοικονομική επίδοση και τις μεταρρυθμίσεις στη φορολογική διοίκηση.
Στα πτωτικά καταγράφει τις αποκλείσεις σε τομείς δαπανών και πιθανές αποκλίσεις από μεγάλες δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις ύψους 1,6% του ΑΕΠ (φορολογία, συντάξεις) που συμφωνήθηκαν για το 2017 αλλά έχουν υψηλό ρίσκο εφαρμογής.
Σε ότι αφορά το χρέος αναμένεται να αυξηθεί από το 177,4% του ΑΕΠ το 2015 στο 181,6% φέτος λόγω ελλείματος, εξόφλησης ληξιπρόθεσμων και αρνητικού ΑΕΠ. Ωστόσο οι πληρωμές για τόκους θα μειωθούν τα επόμενα χρόνια. Σταδιακά θα αποκλιμακώνεται από το 2017.