Εισήγηση Προέδρου ΣΕΚ κου Πεβερέτου Παναγιώτη στην ημερίδα με θέμα "Διασύνδεση αγροδιατροφής και βιομηχανίας με τον τουρισμό - προοπτικές".
Καταρχάς θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την πρόσκληση να συμμετέχω στη σημερινή ημερίδα και να σας συγχαρώ για το υψηλό επίπεδο διοργάνωσης και συμμετοχής των Ομάδων Εργασίας του Φόρουμ. Η σημαντική αυτή πρωτοβουλία που αναλάβατε στοχεύει στη χάραξη εθνικής στρατηγικής για τη διασύνδεση τριών βασικών πυλώνων ανάπτυξης της χώρας μας, της αγροτικής – κτηνοτροφικής παραγωγής, της μεταποιητικής βιομηχανίας και βιοτεχνίας και του τουρισμού, κάτι που αποτελεί ζητούμενο εδώ και δεκαετίες.
Χαίρομαι δε ιδιαίτερα γιατί η προσπάθεια αυτή συνδέεται άμεσα με το Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης της κτηνοτροφίας που εκπονήθηκε από το ΣΕΚ και στοχεύει στη βιωσιμότητα και την ανάπτυξή της και αυτή η ανάπτυξη να είναι βιώσιμη και διατηρήσιμη για τις επόμενες γενιές.
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι παράγουμε μοναδικά στο είδος τους ποιοτικά προϊόντα, υψηλής βιολογικής και διαιτητικής αξίας, πιστά στις τοπικές μας παραδόσεις. Ωστόσο παρά τα απίστευτα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτουν τα ελληνικά αγροδιατροφικά προϊόντα, υπολείπονται σε ανταγωνιστικότητα στις διεθνείς αγορές, έναντι των αντίστοιχων προϊόντων από άλλες χώρες. Δεν έχουμε πετύχει να προωθήσουμε τα προϊόντα μας συστηματικά και οργανωμένα, με εξωστρέφεια, καινοτομία και διεθνή εμπορευσιμότητα.
Για να κατακτήσουμε την πολυπόθητη επώνυμη εξωστρέφεια είναι ανάγκη να εξετάσουμε ορισμένους σημαντικούς και κρίσιμους παράγοντες.
Πρώτα από όλα πρέπει να δημιουργήσουμε οικονομικά βιώσιμες αγροτικές-κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις. Χωρίς βελτίωση της ανταγωνιστικότητας δεν μπορούμε να μιλάμε για ανάπτυξη. Η βιωσιμότητα και η οικονομικότητα μιας κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης συνδέονται με ζητήματα όπως είναι η υπεροφορολόγηση, η υπερχρέωση, η έλλειψη ρευστότητας, το υψηλό κόστος παραγωγής, ενώ οι τιμές που πουλάμε τα προϊόντα μας μειώνονται ή στην καλύτερη περίπτωση παραμένουν σταθερές.
Είναι απαραίτητο επίσης να συζητήσουμε για το έλλειμμα στην παραγωγή των κυριότερων κτηνοτροφικών προϊόντων (όπως το αγελαδινό γάλα, το βόειο και χοίρειο κρέας) για τα οποία δαπανούμε περίπου 1,8 δισ. ευρώ ετησίως και να θέσουμε τους στρατηγικούς άξονες με τους οποίους θα πετύχουμε μεγαλύτερη επάρκεια σε βασικά αγροδιατροφικά προϊόντα. Παράλληλα για μια βιώσιμη -αειφόρο ανάπτυξη απαιτείται διαρκής μέριμνα για την προστασία των δασών, των αγροτικών γαιών και των βοσκοτόπων.
Χρειάζεται ακόμη διασφάλιση της ταυτότητας των προϊόντων μας και πιστοποίηση, ώστε ο καταναλωτής να γνωρίζει την προέλευσή του, και να προστατεύονται ταυτόχρονα τα προϊόντα μας και ο παραγωγός από τις παράνομες ελληνοποιήσεις, και εντέλει η εθνική μας οικονομία.
Για την τεκμηρίωση και ισχυροποίηση της ταυτότητας των προϊόντων ζωικής και φυτικής προέλευσης (brand name) χρειάζεται η υιοθέτηση ενός ολοκληρωμένου συστήματος ιχνηλασιμότητας σε εθνικό επίπεδο, συνδεδεμένο με Σύστημα Γεωγραφικών Πληροφοριών ( GIS), μέσω του οποίου θα αντλείται το σύνολο της πληροφορίας για τις καλλιέργειες, το ζωικό πληθυσμό και τα παραγόμενα προϊόντα. Στο σύστημα θα έχουν πρόσβαση όλες οι επίσημες αρχές ελέγχου όπως οι Συνοριακοί Σταθμοί Υγειονομικού Κτηνιατρικού Ελέγχου της χώρας (ΣΥΚΕ), τα αδειοδοτημένα σφαγεία, οι αδειοδοτημένες εγκαταστάσεις διαχείρισης ζωικών υποπροϊόντων, οι αδειοδοτημένες εγκαταστάσεις παραγωγής ή εμπορίας ζωικών προϊόντων, για καταχώριση δεδομένων σε πραγματικό χρόνο.
Σήμερα τα δεδομένα αυτά καταγράφονται είτε σε έντυπη μορφή είτε σε διαφορετικά μητρώα που δεν συνδέονται μεταξύ τους, κάτι το οποίο καθιστά αδύνατη την πολυπόθητη ιχνηλασιμότητα και την πάταξη των ελληνοποιήσεων για την οποία συζητάμε εδώ και πολλά χρόνια.
Εξελισσόμενο το σύστημα θα μπορεί να παρέχει πληροφορίες στους καταναλωτές από όλη την αλυσίδα αξίας και θα αναδεικνύονται μ΄αυτό τον τρόπο τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των προϊόντων, η διατροφική τους αξία, η συμβολή τους σε ένα υγιή τρόπο ζωής, η ασφάλεια των προϊόντων η σύνδεσή τους με την τοπική ιστορία και τον πολιτισμό κ.α.
Παράλληλα το κενό της πληροφορίας που δημιουργείται, από τα διακινούμενα εντός ΕΕ προϊόντα, μπορεί να καλυφθεί είτε με την ολοκλήρωση του συστήματος TRACES ή εναλλακτικά με την καταγραφή των εισερχομένων ποσοτήτων προϊόντων αγροδιατροφής στα σημεία εισόδου της χώρας.
Η επένδυση σε έρευνα και καινοτομία, λαμβάνοντας υπόψη τις νέες τάσεις των καταναλωτών και τις μελλοντικές ανάγκες της αγοράς, προσθέτει προστιθέμενη αξία και μπορεί να αλλάξει τη δυναμική της χώρας μας στον παγκόσμιο αγροδιατροφικό χάρτη, παράλληλα πάντα με τη στήριξη των παραδοσιακών πρεσβευτών μας, όπως η Φέτα, το γιαούρτι το ελαιόλαδο, οι ελιές κ.α.
Δε μπορούμε να πάμε μπροστά με το μοντέλο του χθες. Οι ερευνητές και οι παραγωγικοί φορείς είναι δυο κόσμοι που πρέπει να συναντηθούν στις στοχεύσεις τους. Είναι επομένως απαραίτητη η διαρκής σύνδεση της εφαρμοσμένης έρευνας με τις προτεραιότητες, τα προβλήματα και τις σύγχρονες ανάγκες της ελληνικής γεωργίας και κτηνοτροφίας. Για παράδειγμα, το 33% των αρνιών και κατσικιών (γεννιούνται κάθε χρόνο περίπου 9 εκατ. αρνιά και κατσίκια) πεθαίνουν με κύρια αιτία τον κολιβάκιλλο, ενώ θα μπορούσε να υπάρξει πρόληψη του νοσήματος με την παραγωγή του κατάλληλου εμβολίου, το οποίο μπορεί να παραχθεί εδώ στη χώρα μας, εάν δοθούν τα κατάλληλα μέσα. Είναι επίσης απαραίτητη η ανάπτυξη έρευνας για τον έλεγχο και εκρίζωση ζωονόσων, τις επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής στη γεωργία και την κτηνοτροφία κ.ά.
Αλλά και η παραγωγή τεχνογνωσίας και καινοτομιών που προκύπτει από την αγροτική έρευνα πρέπει να διαχέεται αποτελεσματικά σε αυτούς που καλούνται να την εφαρμόσουν στην πράξη στους αγρότες και κτηνοτρόφους, ώστε να μην παραμένει αναξιοποίητη στα συρτάρια, όπως πολλές φορές έχουμε διαπιστώσει.
Επομένως δε μπορεί να μιλάμε για χάραξη πολιτικής στους τομείς της αγροτικής έρευνας και τεχνολογίας χωρίς θεσμοθετημένη και σε μόνιμη βάση συμμετοχή των φορέων που εκπροσωπούν τους αγρότες - κτηνοτρόφους, σε όλα τα επίπεδα παραγωγής έρευνας, ώστε να αναδείξουν τις πραγματικές ανάγκες και προτεραιότητες τους.
Η καινοτομία είναι ένας βασικός μηχανισμός ανάπτυξης της οικονομίας, που διαδραματίζει καίριο ρόλο για την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων.
Η Εφαρμογή καινοτόμων υπηρεσιών, όπως αυτή της ευφυούς γεωργίας, που προσεγγίζει ολιστικά την παραγωγική διαδικασία, ( π.χ. άρδευση, λίπανση με βάση τις ακριβείς ανάγκες των φυτών, καταγραφή περιβαλλοντικών παραμέτρων που ευνοούν την προσβολή από συγκεκριμένα έντομα ή ασθένειες κ.α.) μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά στη μείωση του κόστους παραγωγής, τη βελτίωση της ποιότητας και ποσότητας του παραγόμενου αγροτικού προϊόντος και στην προστασία του περιβάλλοντος. Η ευφυής γεωργία στη χώρα μας ήδη ασκείται πιλοτικά, τα τελευταία τρία χρόνια από τη GAIA Επιχειρείν σε 200.000 στρέμματα σε όλη την επικράτεια, με πολύ καλά αποτελέσματα.
Ένα καινοτόμο εργαλείο για την υποστήριξη του αγροτικού τομέα είναι η Συμβολαιακή γεωργία- κτηνοτροφία, που τα τελευταία χρόνια καθιερώνεται σαν μια από τις σημαντικότερες τάσεις σύγχρονης αγροτικής παραγωγής σε παγκόσμιο επίπεδο και μπορεί να επιφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα στη συνεργασία παραγωγών και επιχειρήσεων μεταποίησης, εµπορίας και διάθεσης της αγροτικής παραγωγής.
Η εκπαίδευση των αγροτών - κτηνοτρόφων, ιδιαίτερα των νέων στο επάγγελμα, είναι παράγοντας-κλειδί για την αγροτική ανάπτυξη. Είναι ένα ζήτημα το οποίο πρέπει να το προσεγγίσουμε σήμερα με διαφορετικό τρόπο σε σχέση με το χθες. Η αναβάθμιση του επαγγέλματος του αγρότη -κτηνοτρόφου στη χώρα μας περνάει μέσα από την εκπαίδευσή του, ούτως ώστε να μπορεί να αναπτύξει ή να βελτιώσει περαιτέρω την τεχνογνωσία του για την παραγωγή και να είναι σε θέση να εφαρμόσει νέες πρακτικές.
Χρειαζόμαστε ένα ολοκληρωμένο σύστηµα αγροτικής εκπαίδευσης με πιστοποίηση των επαγγελματικών προσόντων, που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του κάθε κλάδου χωριστά και στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των τοπικών αναγκών, αναβαθμίζοντας ταυτόχρονα τις υπάρχουσες δομές εκπαίδευσης.
Απαιτούνται ακόμη εξειδικευμένες γνώσεις σε θέματα εκτροφής αλλά και επιχειρηματικότητας, χρήσης του διαδικτύου, ιδιαίτερα από τους νέους αγρότες και πραγματοποίηση πρακτικής άσκησης (practical training) σε δεξιότητες, όπως αυτές της σπερματοληψίας και σπερματέγχυσης .
Η ουσιαστική εκπαίδευση των αγροτών και κτηνοτρόφων αποτελεί για το ΣΕΚ σημαντική προτεραιότητα γι' αυτό σε συνεργασία με τους επιστημονικούς του συνεργάτες ετοιμάζει ήδη ολοκληρωμένη πρόταση.
Ο κλάδος μας έχει ανάγκη από νέους ανθρώπους, τους οποίους πρέπει να στηρίξουμε.
Επομένως είναι ανάγκη να δοθούν ισχυρά κίνητρα σε νέους που επιθυμούν να ασχοληθούν με τη ζωική/φυτική παραγωγή όπως, με απαλλαγή από κάθε φορολόγηση και καταβολή ελάχιστου ποσού ασφαλιστικής εισφοράς, για τα πρώτα πέντε χρόνια.
Ακόμη πρέπει να απλουστευτούν οι διαδικασίες ένταξής τους σε προγράμματα και να ενισχυθούν για επενδύσεις σύγχρονων κτιριακών κατασκευών και υποδομών προσαρμοσμένες στα εδαφοκλιματολογικά δεδομένα της χώρας.
Και όλη αυτή η προσπάθεια για να προχωρήσει απαιτεί οικονομίες κλίμακας, δηλαδή συνεργατισμό. Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί και οι ομάδες παραγωγών ήταν και παραμένουν ο μόνος μηχανισμός για να αποκτήσει διαπραγματευτική δύναμη ο παραγωγός, να καταστούν τα ποιοτικά προϊόντα ανταγωνιστικότερα και πιο ελκυστικά τόσο για τους καταναλωτές, όσο και για τους επαγγελματίες του ξενοδοχειακού κλάδου και της εστίασης.
Και θέλω να επισημάνω, εδώ ότι για να πετύχει αυτό χρειάζεται σταθερό και ευέλικτο θεσμικό πλαίσιο αλλά και παροχή κινήτρων, όπως μείωση του συντελεστή φορολόγησης από 26% σε 13%, στους παραγωγούς που περνάνε τα προϊόντα τους μέσα από συνεταιριστικές οργανώσεις και ομάδες παραγωγών, ώστε να αντιμετωπιστεί το υψηλό κόστος παραγωγής και να χτυπηθεί η φοροδιαφυγή.
Η δημιουργία οικονομιών κλίμακας για τη μείωση του κόστους παραγωγής, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και τη διευκόλυνση της πρόσβασης των προϊόντων στις αγορές, μπορεί να προκύψει και με τη δημιουργία δικτύων μικρών μεταποιητικών κτηνοτροφικών επιχειρήσεων, όπως για παράδειγμα η ίδρυση ενός δικτύου μικρών τυροκομείων παραγωγής τοπικών, επώνυμων τυροκομικών προϊόντων, με ξεχωριστή ταυτότητα, (brand name) βασισμένη στην παράδοση, την ποιότητα της πρώτης ύλης και της μεταποίησης αυτής.
Μια συνολική προσέγγιση προϋποθέτει ανάπτυξη λογικών συνεργατικών (clusters), στα πλαίσια της κυκλικής οικονομίας, μεταξύ όλων των παραγωγικών δυνάμεων (αγροτών, κτηνοτρόφων, επιχειρήσεων εστίασης, ξενοδοχείων, καταστημάτων, τοπικής αυτοδιοίκησης κα.) και σε όλα τα επίπεδα (διακλαδικές, διαπεριφερειακές, σε εθνικό επίπεδο).
Είναι σημαντικό να προβάλουμε τα προϊόντα μας και όχι μόνο αυτά αλλά και τον τόπο παραγωγής τους και την ιστορία τους και τη διατροφική τους αξίας. Το νέο μάρκετινγκ εστιάζει επίσης στο συναίσθημα, στα ανθρώπινα ιδανικά, τις αξίες, το πνεύμα.
Οι Γάλλοι για παράδειγμα για το ροκφόρ, ένα από τα πιο γνωστά γαλλικά τυριά, που παράγεται από γάλα προβάτου και ωριμάζει στις φυσικές σπηλιές Καμπαλού, στηριζόμενοι στην παράδοση, το μύθο, την ιστορία και διατηρώντας τον όγκο παραγωγής σταθερό, έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν ισχυρή επωνυμία με μεγάλη ζήτηση και να απολαμβάνουν υψηλές τιμές για το προϊόν τους.
Ο τουρισμός αποτελεί τη βαριά μας βιομηχανία. Η φυσική ομορφιά της χώρας μας, η ιστορία της, ο πολιτισμός ελκύουν κάθε χρόνο περίπου 25 εκατομμύρια τουρίστες από όλο τον κόσμο. Άρα είναι υποχρέωσή μας και μεγάλη ευκαιρία να τους προσφέρουμε μια εξαιρετική γαστρονομική εμπειρία με τοπικά προϊόντα, με όνομα και ταυτότητα και φυσικά μοναδικές γεύσεις, που αναδεικνύουν ταυτόχρονα την τεράστια παράδοσή μας.
Τα τοπικά σήματα θα βοηθήσουν επίσης προς την κατεύθυνση αυτή. H διάσωση & προώθηση των εγχώριων φυλών αγροτικών ζώων, των τοπικών ποικιλιών καλλιεργούμενων ειδών και των τοπικών προϊόντων & των σχετικών σημάτων πιστοποίησης, θα διευκολύνει την πρόσβασή στα διεθνή δίκτυα παραγωγής και εμπορίας.
Οι Εγχώριοι Γενετικοί Πόροι των Αγροτικών Ζώων (ΖΓΠ) έχουν στρατηγική σημασία για την πρωτογενή παραγωγή της χώρας, γιατί μπορούν να αξιοποιηθούν για την παραγωγή ποιοτικών προϊόντων, κατάλληλων για μία αποδοτική και περιβαλλοντικά φιλική γεωργία και κτηνοτροφία. Γι’ αυτό είναι απαραίτητη η δημιουργία τράπεζας γενετικού υλικού ντόπιων φυλών αγροτικών ζώων καθώς και ένα Εθνικό σχέδιο γενετικής βελτίωσης και αξιοποίηση των φυλών των αγροτικών ζώων, έτσι ώστε να διατηρήσουμε και να βελτιώσουμε τις ελληνικές φυλές αγροτικών ζώων που έχουν απομείνει και κινδυνεύουν με εξαφάνιση.
Κλείνοντας θα ήθελα μετά βεβαιότητας να υποστηρίξω ότι οι προοπτικές διασύνδεσης Αγροδιατροφής & Βιομηχανίας με τον Τουρισμό είναι πολύ καλές αρκεί, να δουλέψουμε μεθοδικά, με συνέργειες με όραμα και στόχο.