Aπό το τμήμα Κτηνιατρικής, της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής γνωστοποιείται ανακοίνωση, όπου με βάση την εγκύκλιο της Δ/νσης Υγείας των Ζώων του Υπ.Α.Α.Τ. γίνεται γνωστό ότι το 2013 ξεκίνησε από τη Νότια Ρωσία επιζωοτία Αφρικανικής Πανώλους των Χοίρων (ΑΠΧ), εξαπλώθηκε σε πληθυσμούς άγριων χοίρων στη Λιθουανία, την Πολώνια, τη Λετονία, την Εσθονία και την Τσεχία. Επίσης, ενδημεί στην Υποσαχάρια Αφρική και στη Σαρδηνία. Δε μεταδίδεται στον άνθρωπο και δεν αποτελεί κίνδυνο για τη Δημόσια Υγεία. Αποτελεί, όμως, απειλή για τους χοίρους και τη χοιροτροφία.
Βασικό κίνδυνο για την είσοδο και την εξάπλωση του νοσήματος στη Χώρα μας αποτελούν:
α) οι αγριόχοιροι που μετακινούνται διασυνοριακά και διατρέχουν αυξημένη πιθανότητα να έρθουν σε επαφή με πληθυσμούς αγριόχοιρων από χώρες όπου ενδημεί το νόσημα
β) η σίτιση των χοίρων με υπολείμματα τροφίμων, ζωικών υποπροϊόντων και ζωοτροφών που περιέχουν τον ιό.
Επισημαίνεται ότι η συστηματική χοιροτροφία, με την προϋπόθεση ότι εφαρμόζονται όλα τα μέτρα βιοπροφύλαξης, δε διατρέχει υψηλό κίνδυνο. Ο κίνδυνος είναι αυξημένος στις ημιεκτατικού ή εκτατικού τύπου εκμεταλλεύσεις και στους οικόσιτους χοίρους. Παρ’ όλα αυτά, η συστηματική χοιροτροφία θα πληγεί άμεσα λόγω της επιβολής αυστηρών μέτρων στο εμπόριο ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης σε περίπτωση που επιβεβαιωθεί το νόσημα στην περιοχή τους.
Αιτιολογία και Μετάδοση του νοσήματος
Η Αφρικανική Πανώλη των Χοίρων αποτελεί ιογενές, αιμορραγικό, εμπύρετο σύνδρομο των άγριων (Sus scrofa scrofa) και των κατοικίδιων χοίρων (Sus domestica) όλων των ηλικιών. Χαρακτηρίζεται από υψηλή θνησιμότητα και αιμορραγίες στο δέρμα, τους βλεννογόνους και τα εσωτερικά όργανα. Οι μαλακοί κρότωνες του γένους Ornithodoros spp. αποτελούν τόσο δεξαμενή, όσο και μηχανικούς μεταφορείς του ιού. Άλλα έντομα, όπως κουνούπια και μύγες, μπορούν να παίξουν ρόλο στη μετάδοση του ιού. Η άμεση μετάδοση και η διασπορά γίνεται με τη στενή επαφή υγιών με ασθενή ζώα, μέσω των εκκρίσεων. Μεταδίδεται επίσης, με την κατανάλωση προϊόντων και υποπροϊόντων κρέατος από μολυσμένα ζώα χωρίς προηγούμενη θερμική επεξεργασία. Τέλος, μεταδίδεται με μηχανικά μέσα (ρουχισμός, οχήματα, εξοπλισμός) καθώς και μέσω κανιβαλισμού νεκρών μολυσμένων χοίρων. Οι χοίροι διασπείρουν μεγάλες ποσότητες του ιού κατά τη διάρκεια της νόσου, αλλά και 24 ώρες πριν εκδηλωθούν τα κλινικά συμπτώματα.
Είναι κρίσιμο να αποτραπεί η είσοδος αγριόχοιρων στις εκμεταλλεύσεις όλων των τύπων και η επαφή τους με εκτρεφόμενα χοιρινά. Μεγάλη προσοχή θα πρέπει να δοθεί και στη διατροφή των χοιρινών. Δε θα πρέπει να χορηγείται ωμό κρέας και υποπροϊόντα χοιρινών και ιδιαίτερα θηραμάτων αγριόχοιρων ως ζωοτροφή σε εκτρεφόμενα ή κατοικίδια ζώα οποιουδήποτε είδους (χοίρους, σκύλους, γάτες κ. λ. π.).
Σκόπιμο είναι να αυξηθεί η παθητική επιτήρηση στους πληθυσμούς αγριόχοιρων έτσι ώστε να εντοπιστεί άμεσα το νόσημα. Για το λόγο αυτό, κυνηγοί, θηροφύλακες, δασικοί υπάλληλοι, ορειβάτες, πεζοπόροι, που δραστηριοποιούνται με συχνή παρουσία στην ύπαιθρο, στα ορεινά μονοπάτια και τα δάση, να επαγρυπνούν για το ενδεχόμενο ανεύρεσης νεκρών ζώων σε αριθμό πέραν του φυσιολογικού, καθώς και ζώων με κλινικά συμπτώματα και αλλαγή στη συμπεριφορά και να ενημερώνουν άμεσα την υπηρεσία μας.