Η Διοικούσα Επιτροπή του ΤΕΕ, με ανακοίνωσή της, διατυπώνει τις σοβαρές επιφυλάξεις της, με για τις προωθούμενες αλλαγές στο ζήτημα των εκτός σχεδίου περιοχών στο υπό κατάρτιση χωροταξικό και πολεοδομικό νομοσχέδιο.
Όπως υπογραμμίζει, «το νομοσχέδιο, όπως δόθηκε στη δημοσιότητα κατά το στάδιο της διαβούλευσης, στο πεδίο των διατάξεων για τις εκτός σχεδίου περιοχές, μόνο προβλήματα μπορεί να δημιουργήσει χωρίς να προσφέρει ουσιαστικό περιβαλλοντικό, οικονομικό, αναπτυξιακό ή άλλο όφελος στην Ελληνική κοινωνία συνολικά».
Ειδικότερα, όσον αφορά τις διατάξεις για τις εκτός σχεδίου περιοχές, αυτές «θα ήταν καλύτερα να αποσυρθούν και να συνδυαστούν με το πρόγραμμα εκπόνησης Τοπικών Πολεοδομικών Σχεδίων και την ολοκλήρωση των θεσμικών γραμμών εντός ευλόγου, συντόμου χρονικού διαστήματος. Αντιθέτως, οι διατάξεις που επιταχύνουν τον πολεοδομικό και χωροταξικό σχεδιασμό πρέπει να κατατεθούν στην Βουλή, με τις εύλογες διορθώσεις που απαιτούνται και να θεσμοθετηθούν το συντομότερο δυνατό», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η ΔΕ του Τεχνικού Επιμελητηρίου.
Σύμφωνα πάντα με την ανακοίνωση, «πρέπει η πολιτεία να αντιληφθεί ότι με τις ρυθμίσεις που προτείνονται για την εκτός σχεδίου δόμηση επέρχονται σοβαρές ανατροπές στην περιουσιακή κατάσταση όσων έχουν εκτάσεις σε τέτοιες περιοχές. Και προκύπτει καταφανής άνιση μεταχείριση μεταξύ μικρών και μεγάλων ιδιοκτησιών. Γεγονός που θα έχει τεράστιες οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις».
Επιπλέον, το ΤΕΕ τονίζει, ότι «με τις ρυθμίσεις που προωθούνται απομειώνεται ή μηδενίζεται στην πράξη η περιουσία των πολιτών, μέσα από την υποτίμηση της αξίας των μικρών εκτάσεων γης και σε πολλές περιπτώσεις - λόγω των διατάξεων του συγκεκριμένου νομοσχεδίου - θα οδηγούνται οι μικροϊδιοκτήτες σε εκποίηση της γης σε εξαιρετικά μειωμένες τιμές, προς όφελος γειτνιαζόντων μεγάλων ιδιοκτησιών».
Και αυτό, εξηγεί το Επιμελητήριο, «διότι είναι σαφής, από τις διατάξεις (μέσα από κίνητρα, ειδικές προβλέψεις, εξαιρέσεις και απαγορεύσεις) η κατεύθυνση υπερσυγκέντρωσης γης σε τουριστικούς, βιομηχανικούς και άλλης χρήσης οργανωμένους υποδοχείς δραστηριοτήτων ή μεγαλοϊδιοκτησίες. Όμως καμία συζήτηση για κατάργηση δικαιωμάτων δόμησης και αξιοποίησης των μικρών ιδιοκτησιών δεν μπορεί να σταθεί αν προηγουμένως η Πολιτεία δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της με την ολοκλήρωση των αυτονόητων προϋποθέσεων που και το Σύνταγμα θέτει στην κρατική διοίκηση».
Ακόμη όπως υπογραμμίζει, «οδηγούνται όλοι οι μικροϊδιοκτήτες να αφιερώσουν χρήμα και χρόνο άμεσα, εντός 2+4 ετών, για να σώσουν την αξία των γεωτεμαχίων τους, με την έκδοση οικοδομικών αδειών και στη συνέχεια τη δόμησή τους».
«Αυτή η συνέπεια θα έπρεπε να προβληματίσει τους εμπνευστές της ρύθμισης, καθώς φέρνει προ τετελεσμένων άμεσα τον πολεοδομικό σχεδιασμό που θα ολοκληρωθεί μετά την έκδοση των διοικητικών πράξεων στις εκτός σχεδίου περιοχές, ανατρέποντας κάθε πρόθεση ορθής επιστημονικής προσέγγισης του χώρου και εν τέλει περιβαλλοντικής προστασίας».
Σύμφωνα πάντα με το ΤΕΕ, «η μοιραία μείωση των αξιών σε γεωτεμάχια σε εκτός σχεδίου περιοχές ανατρέπει το σύνολο σχεδόν των προϋπολογισμών και των αποτιμήσεων που έχουν γίνει μέχρι σήμερα, σε κάθε φάσμα της οικονομικής ζωής».
Ειδικότερα, δε, αναφέρει, «στον τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό τομέα, δημιουργεί αστάθεια και περιττά προβλήματα, καθώς ακίνητα που μέχρι σήμερα ήταν άρτια και οικοδομήσιμα, με την αντίστοιχη αποτίμηση, έχουν παρασχεθεί ως εγγυήσεις για δανειοδοτήσεις σε ολόκληρο το εύρος της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας».
Καταλήγοντας στην ανακοίνωσή της η Διοικούσα Επιτροπή του ΤΕΕ τονίζει ότι «οι αλλαγές στην εκτός σχεδίου δόμηση είναι απαραίτητες, αλλά όχι με τέτοιον τρόπο - και προϋπόθεση για αυτές αποτελεί η ολοκλήρωση του σχεδιασμού. Απαιτείται δηλαδή η αντίστροφη από την ακολουθούμενη πορεία: πρώτα θεσμικές γραμμές και Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια και μετά απαγόρευση της εκτός σχεδίου δόμησης».