Στις δεξαμενές ανάλογα είναι και τα χαρακτηριστικά των οίνων που ζυμώνονται με πλούσιο φαινολικό δυναμικό για τους ερυθρούς και ισορροπημένη οξύτητα και αρωματικό χαρακτήρα για τους λευκούς.
Χρονιά ακραίων αντιθέσεων, χαρακτηρίζεται το 2020 για τον αμπελοοινικό τομέα, αφού την επίδραση από την πανδημία του κορωνοϊού και τις αρνητικές της συνέπειες στην κατανάλωση, διαδέχεται μια ομολογουμένως πολύ καλή έως εξαιρετική, σταφυλική και κατά συνέπεια οινική παραγωγή μετά τον φετινό τρύγο, που και αυτή όμως δεν έμεινε ανεπηρέαστη από τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Σε γενικό επίπεδο στην πολύ καλή φετινή χρονιά από άποψη ποιότητας, συνέβαλλαν οι ήπιες κλιματικές συνθήκες του χειμώνα με αρκετές αλλά φυσιολογικές βροχοπτώσεις, καθώς επίσης οι καιρικές συνθήκες της άνοιξης (με εξαίρεση τον μίνι καύσωνα του Μαΐου) και του καλοκαιριού το οποίο δεν παρουσίασε ακραίες διακυμάνσεις της θερμοκρασίας. Αποτέλεσμα των ήπιων συνθηκών ήταν και η καλή φυτοϋγιεινή κατάσταση των αμπελιών και οι ασθένειες που παρατηρήθηκαν, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων είχαν τοπικό χαρακτήρα και αντιμετωπίσθηκαν αποτελεσματικά.
Στις δεξαμενές ανάλογα είναι και τα χαρακτηριστικά των οίνων που ζυμώνονται με πλούσιο φαινολικό δυναμικό για τους ερυθρούς και ισορροπημένη οξύτητα και αρωματικό χαρακτήρα για τους λευκούς.
Ελαφρά πτωτική σε γενικό επίπεδο διαφαίνεται η χρονιά από άποψη όγκων (σε αρκετές περιοχές παρατηρήθηκε ότι τα αμπέλια είχαν μικρότερο φορτίο) ,με εξαίρεση τις αμπελουργικές ζώνες της Αχαΐας, της Νεμέας, της Μεσσηνίας, της Ρόδου και της Πάρου, περιοχές στις οποίες η μείωση της παραγωγής κυμαίνεται από 25% - 40%. Αντίθετα σε συγκεκριμένες αμπελουργικές ζώνες, παρατηρήθηκε αξιοσημείωτη αύξηση της παραγωγής, όπως σε αυτή της Σαντορίνης, αλλά και σε αυτής του Αμυνταίου.
Στον αντίποδα της εξαιρετικής ποιότητας βρέθηκε για άλλη μια φορά το εισόδημα των καλλιεργητών .Ιδιαίτερα αρνητικό χαρακτηριστικό το φετινού τρύγου ήταν το χαμηλό επίπεδο των τιμών σταφυλιού, που είχε σαν αποτέλεσμα οι αμπελουργοί στην πλειονότητά τους να βλέπουν το εισόδημά τους να μειώνεται σημαντικά.
Εξαίρεση στην πτωτική τάση των τιμών σταφυλιού, όπως άλλωστε είχαν προαναγγείλει, αποτέλεσαν οι συνεταιρισμοί που στήριξαν τα μέλη τους και όχι μόνο, καταβάλλοντας τιμές αντίστοιχες με το 2019, αφού ο κίνδυνος της οικονομικής κατάρρευσης των αμπελουργικών εκμεταλλεύσεων με σοβαρές επιπτώσεις για το μέλλον τους, ήταν και είναι υπαρκτός.
Οι συνεταιρισμοί παρέλαβαν, είτε περισσότερες ποσότητες, είτε τις ίδιες με το 2019. Στις περιπτώσεις που παρέλαβαν λιγότερες ποσότητες, επήλθε και παρόμοια μείωση στην σταφυλική παραγωγή της περιοχής που δραστηριοποιούνται.
Το ιδιωτικό εμπόριο κατέβαλλε – εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων – χαμηλότερες τιμές κατά 10%-30% από αυτές του 2019, στο σύνολο των αμπελουργικών ζωνών της χώρας. Έντονη όμως πτώση των τιμών παρατηρήθηκε στην Αχαΐα, στο Ηράκλειο Κρήτης ,στη Βοιωτία και στην Αττική .Επίσης σε ελάχιστες περιπτώσεις η πλήρης απουσία ενδιαφέροντος αγοράς σταφυλιών από το ιδιωτικό εμπόριο σε περιοχές όπου δραστηριοποιούταν παραδοσιακά, είχε σαν αποτέλεσμα οι αμπελουργοί να μην προβούν σε τρύγο.
Οι επιπτώσεις στο αμπελουργικό εισόδημα γίνονται περισσότερο δραματικές στις περιοχές στις οποίες παρατηρήθηκε και ταυτόχρονη μείωση της παραγωγής, γεγονός που προκαλεί έντονη αβεβαιότητα για το μέλλον της καλλιέργειας.
Η προαναγγελθείσα πτώση των τιμών, που βρήκε άλλοθι στην πανδημία , έγινε προσπάθεια να ανασχεθεί από την άνοιξη του 2020 με την ενεργοποίηση των διαθέσιμων τομεακών μέτρων, του Πράσινου Τρύγου και της Απόσταξης Κρίσης. Ήδη η κάθετη πτώση του κύκλου εργασιών των οινοποιείων και η αντίστοιχη της κατανάλωσης, εξαιτίας των περιορισμών στην εστίαση και τον τουρισμό, είχαν δημιουργήσει αρνητικές συνθήκες κατά την έναρξη της τρυγητικής περιόδου.
Και ενώ ο Πράσινος Τρύγος είχε νόημα για δυο περιοχές της χώρας (Κορινθία, Ηράκλειο Κρήτης), το μέτρο της Απόσταξης Κρίσης είχε πιο γενικευμένο χαρακτήρα, αφού αποσύρθηκαν από την αγορά 34.000 tn οίνων, σε 33 νομούς της χώρας, με τους νομούς Ηρακλείου και Κορινθίας και πάλι να κατατάσσονται πρώτοι σε σύνολο ποσοτήτων, αλλά και προϋπολογισμού. Αν και θεωρήθηκε πιο δραστικό μέτρο η σχετική του επίδραση σε συνάρτηση με τον όγκο των αποθεμάτων της 31ης Ιουλίου 2020 ,ήταν μικρότερη του αναμενομένου.
Αξιοσημείωτο είναι ότι σε σύνολο περίπου 1.500 οινοποιείων, μόνο 128 υπέβαλλαν αίτημα Απόσταξης κρίσης είτε γιατί το κόστος παραγωγής οίνων υπερέβαινε κατά πολύ το ποσό αποζημίωσης της Απόσταξης κρίσης ,είτε γιατί τα αποθέματα που διέθεταν θα χρησιμοποιούντο για εμπορικούς σκοπούς .
Ο όγκος των προς απόσταξη οίνων αντιπροσώπευε το 25% περίπου της δηλωθείσας παραγωγής 2019 των οργανωμένων οινοποιείων και μόνο το 1,09% των αποθεμάτων της 31ης Ιουλίου 2020.Τα αποθέματα οίνου της 31ης Ιουλίου 2020 ανήλθαν σε 3.117.801 hl ,αυξημένα κατά 81,22% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο .Ο όγκος των αποθεμάτων του 2020 αντιστοιχεί σε όγκο μιάμισης σχεδόν εσοδείας οίνων στις δεξαμενές των οινοποιείων και στο εμπόριο ,όταν η εσοδεία από τον τρυγητό του φετινού φθινοπώρου δεν είχε παραληφθεί ακόμη. Το σενάριο προδιαγράφεται εφιαλτικό σήμερα για το άμεσο μέλλον ,αφού δεν προβλέπεται ανάκαμψη της αγοράς οίνου λόγω της covid 19,γεγονός που θα πιέσει σημαντικά τα οινοποιεία που δεν προέβησαν σε απόσταξη κρίσης ,αλλά θα έχει σοβαρές επιπτώσεις ιδίως σε επίπεδο αμπελοκαλλιέργειας.
Οι τιμές που κατέβαλλαν οι συνεταιρισμοί, η Απόσταξη Κρίσης, ο Πράσινος Τρύγος (τοπικά) και η κατά τόπους μειωμένη παραγωγή, συγκράτησαν την περαιτέρω πτώση των τιμών στις περιοχές που η μείωσή τους κυμάνθηκε από 10%-20%. Στις περιοχές που η πτώση των τιμών ήταν μεγαλύτερη και στις οποίες η πολιτική τιμών των συνεταιρισμών και τα μέτρα δεν ανάσχεσαν την πτώση, διακρίνεται ότι η πτώση των τιμών οφείλεται σε βραχυπρόθεσμους και μεσοπρόθεσμους κερδοσκοπικούς λόγους (Απόσταξη κρίσης 2021, ανταγωνισμός).
Είναι προφανές ότι το αίτημα της ΚΕΟΣΟΕ για θέσπιση ειδικού χρηματοδοτικού προϊόντος για εξαγορά της σταφυλικής παραγωγής με μηδενικό ή ελάχιστο επιτόκιο θα δημιουργούσε ανάχωμα στην πτώση των τιμών της σταφυλικής παραγωγής.
Παρά τις πολιτικές που υιοθετήθηκαν, το αμπελουργικό εισόδημα στην πλειονότητα των αμπελουργών έμεινε χωρίς δίχτυ προστασίας και η απογοήτευση από την εξέλιξη αυτή είναι διάχυτη και αφορά τη βιωσιμότητα και το μέλλον της καλλιέργειας.
Οι πρόνοιες της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής που περιλαμβάνουν μέτρα πριμοδότησης εξόδου των αγροτών, σε συνδυασμό με τον ιδιαίτερα υψηλό ηλικιακό μέσο όρο των αμπελουργών και τη βιωσιμότητα των αμπελουργικών εκμεταλλεύσεων (χαμηλό εισόδημα – υψηλό κόστος καλλιέργειας) εμφιλοχωρούν σοβαρό κίνδυνο μαζικής εγκατάλειψης της καλλιέργειας, γεγονός που θα αποτελέσει πλήγμα και για την εγχώρια οινοποιία.
Η εξέλιξη αυτή πρέπει «πάση θυσία» να αποφευχθεί, με υιοθέτηση επιθετικών και στοχευμένων πολιτικών.
Οι Έλληνες αμπελουργοί οινοσταφύλων, είναι αναγκαίο να ενταχθούν άμεσα στο προσωρινό Μέτρο Στήριξης του ΠΑΑ (7χίλιαρο), προκειμένου να καλύψουν μέρος του απολεσθέντος εισοδήματος για να προβούν σε καλλιεργητικές φροντίδες το 2021 ,αφού δεν διαφαίνονται συνθήκες αναστροφής του σημερινού αρνητικού περιβάλλοντος .
Τα μέτρα του Πράσινου Τρύγου και της Απόσταξης Κρίσης που επίσης θα ενεργοποιηθούν το 2021, θα πρέπει να έχουν περισσότερο στοχευμένο και γεωγραφικό χαρακτήρα αφενός και, αφετέρου να τροποποιηθούν ως προς τα κριτήρια και να χρηματοδοτηθούν με επαρκή εθνικό προϋπολογισμό ,αφού τα διαθέσιμα κονδύλια του Εθνικού Προγράμματος Στήριξης (Εθνικός Φάκελος) θα είναι μικρότερα από τα αντίστοιχα του 2020.
Τέλος είναι επιτακτικό να επιλυθεί το πρόβλημα χρηματοδότησης των επιχειρήσεων του κλάδου με ευνοϊκούς όρους, δεδομένου και του ότι δεν διαφαίνεται άμεση επάνοδος της αγοράς στην κανονικότητα.