Μεταρρύθμιση της ΚΑΠ


Στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας, που οργάνωσε η Ιρλανδική Προεδρία στο Δουβλίνο στις 26-28 Μαΐου, μετείχε ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Αθανάσιος Τσαυτάρης, τον οποίο συνόδευε ο Γενικός Γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων κ. Δημήτρης Μελάς. Το Συμβούλιο αυτό ασχολήθηκε με τη μεταρρύθμιση της ΚΑΠ, σε μια προσπάθεια να επιτευχθούν πολιτικές αποφάσεις για το θέμα αυτό τον Ιούνιο, οπότε λήγει η Προεδρία της Ιρλανδίας στην Ε.Ε.
Για το σκοπό αυτό, μετείχε στις εργασίες του Συμβουλίου, για πρώτη φορά, με την παρουσία και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το τρίτο όργανο της Ε.Ε, δηλαδή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στα τρία θεσμικά όργανα της Ε.Ε να αντιπαραθέσουν τις απόψεις τους σχετικά με τη μεταρρύθμιση και να διαπιστωθούν τα ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν και τα περιθώρια που υπάρχουν για να καταλήξουν οι συζητήσεις για την ΚΑΠ σε ένα κοινά αποδεκτό αποτέλεσμα. Ήταν μια συνάντηση για την οποία δεν υπήρξε ποτέ ανάλογο προηγούμενο, όπως εξάλλου για πρώτη φορά εφαρμόζεται η διαδικασία της συναπόφασης στη μεταρρύθμιση της ΚΑΠ, που προβλέπεται από τη Συνθήκη της Λισσαβόνας.
Οι Υπουργοί Γεωργίας της Ε.Ε έκαναν μια ανοικτή συζήτηση με τον Πρόεδρο της Επιτροπής Γεωργίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Paolo de Castro και τους υπεύθυνους για τη μεταρρύθμιση εισηγητές, Luis Capoulas Santos (άμεσες ενισχύσεις και αγροτική ανάπτυξη), Michel Dantin (ενιαία κοινή οργάνωση αγοράς) και Giovanni La Via (οριζόντιος κανονισμός), με σκοπό την προσέγγιση των απόψεων για τα ζητήματα που εκκρεμούν.
Στα εκκρεμή ζητήματα περιλαμβάνονται κυρίως: α) η εσωτερική σύγκλιση των ενισχύσεων (δηλαδή η αναδιανομή των ενισχύσεων μεταξύ των παραγωγών εντός του κάθε κράτους μέλους), β) τα καθεστώτα για τους νέους αγρότες και τις μικρές εκμεταλλεύσεις, γ) τα ανώτατα όρια και η σταδιακή μείωση των ενισχύσεων για τις μεγάλες εκμεταλλεύσεις, δ) η συνδεδεμένη ενίσχυση, ε) οι ποσοστώσεις ζάχαρης και στ) τα δικαιώματα νέων φυτεύσεων αμπελώνων, καθώς και ζ) το ζήτημα των περιοχών με φυσικά μειονεκτήματα.
Ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Αθανάσιος Τσαυτάρης επεσήμανε ότι τα κίνητρα για τους νέους γεωργούς θα πρέπει να είναι υποχρεωτικά, δίνοντας ένα καθαρό μήνυμα της πολιτικής βούλησης για τόνωση της απασχόλησης, αλλά κυρίως της εισόδου στη γεωργία νέων που ευκολότερα τολμούν και προσπαθούν την παραγωγική ανασυγκρότηση που χρειάζεται η οικονομία της υπαίθρου.
Σύμφωνα με την παρέμβαση του Υπουργού, το ίδιο υποχρεωτικά θα πρέπει να είναι τα μέτρα για τις μικρές εκμεταλλεύσεις αλλά και οι οροφές των ενισχύσεων για τις μεγάλες εκμεταλλεύσεις. Όπως επεσήμανε, «στόχος της ΚΑΠ είναι να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα της γεωργίας σε όλες τις περιφέρειες της Ένωσης. Η συσσώρευση των ενισχύσεων στις μεγάλες και ανταγωνιστικές εκμεταλλεύσεις θέτει σε κίνδυνο τη διατήρηση των μικρών εκμεταλλεύσεων, που κατά γενική παραδοχή συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στην απασχόληση και στην αειφόρα ανάπτυξη. Αν θέλουμε να υπάρχει γεωργία σε όλες τις περιφέρειες τις Ε.Ε, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποιημένη μεταχείριση των μικρών εκμεταλλεύσεων στα μέτρα της ΚΑΠ, είτε πρόκειται για την κατανομή των ενισχύσεων, είτε για απαλλαγές από τις υποχρεώσεις του πρασινίσματος, είτε  για το θέμα της δημοσιονομικής πειθαρχίας.  Η συνέχιση μιας κατάστασης όπου το 80% των πόρων καταλήγει τελικά στο 14% των εκμεταλλεύσεων, είναι πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά ανεπίτρεπτη».  
Ο Υπουργός υποστήριξε επίσης, ότι η συνδεδεμένη ενίσχυση είναι ένα χρήσιμο εργαλείο και πρέπει να ισχύει για όλα τα ευαίσθητα προϊόντα, κάθε Κράτους Μέλους και ότι οι ποσοστώσεις ζάχαρης θα μπορούσαν να έχουν ευρύτερο χρονικό ορίζοντα. Όσο για τις περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα, θα πρέπει να αποφευχθεί μια αλλαγή των κριτηρίων για το χαρακτηρισμό τους, ώστε να συνεχισθεί ανεμπόδιστα η προσπάθεια των Κρατών Μελών στο θέμα αυτό και ο σχεδιασμός των νέων προγραμμάτων, που ήδη έχει προχωρήσει.
Καταλήγοντας, ο κ. Τσαυτάρης τόνισε τη σημασία της έγκαιρης λήψης αποφάσεων και επομένως της ευελιξίας που πρέπει να δείξουν οι εμπλεκόμενοι σε αυτές τις αποφάσεις. Όπως δήλωσε, «οι γεωργοί δικαιούνται να προγραμματίσουν την παραγωγή και τις επενδύσεις τους σε ένα σταθερότερο περιβάλλον, έχοντας ταυτόχρονα κατά νου ότι οι όποιες αποφάσεις πρέπει να είναι δίκαιες για όλους τους γεωργούς και ιδιαίτερα για εκείνους που δραστηριοποιούνται σε πιο αντίξοες συνθήκες».