Επιστήμονες εξήγαγαν DNA από ένα κρανίο αρκούδας ηλικίας 32.500 ετών, το οποίο αποκάλυψε ότι οι καφέ αρκούδες της εποχής των παγετώνων μετανάστευσαν στο Χονσού, το μεγαλύτερο νησί της Ιαπωνίας, και έζησαν κοντά στο σημερινό Τόκιο πριν τελικά εκλείψουν.
Σήμερα, οι μοναδικές καφέ αρκούδες της Ιαπωνίας (Ursus arctos) ζουν στο Χοκάιντο, το βορειότερο νησί του ιαπωνικού αρχιπελάγους. Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι οι πρόγονοι αυτών των αρκούδων μετανάστευσαν στο νησί από τη Σαχαλίνη, ένα άλλο νησί βόρεια του Χοκάιντο το οποίο σήμερα ανήκει στη Ρωσία. Οι αρκούδες πιθανότατα περνούσαν από μια χερσαία γέφυρα που συνέδεε τη Σαχαλίνη και το Χοκάιντο σε διάφορα σημεία του Πλειστόκαινου, μιας χρονικής περιόδου που διήρκεσε από 2,6 εκατομμύρια έως περίπου 11.700 χρόνια πριν.
Αν και οι καφέ αρκούδες δεν ζουν πλέον στο Τόκιο, τα απολιθώματά τους -που χρονολογούνται μεταξύ 340.000 και 20.000 ετών– έχουν ανακαλυφθεί σε διάφορες τοποθεσίες στο νησί Χονσού, σημειώνουν οι ερευνητές σε νέα έκθεση, που δημοσιεύθηκε την Τρίτη 3 Αυγούστου στο περιοδικό «Royal Society Open Science». Αυτό θέτει ερωτήματα για το πότε και πώς οι αρκούδες του Χονσού έφτασαν για πρώτη φορά στο νησί, αλλά δυστυχώς, υπάρχουν ελάχιστα απολιθωμένα ευρήματα για τη μετανάστευση των ζώων αυτών.
«Ο αριθμός των απολιθωμάτων της καφέ αρκούδας που έχουν ανασκαφεί από το Πλειστόκαινο στην Ιαπωνία είναι λιγοστός, με λιγότερα από δέκα ελλιπή δείγματα», δήλωσε στο Live Science ο επικεφαλής συγγραφέας Τακαχίρο Σεγκάουα, ανώτερος επίκουρος καθηγητής στο Κέντρο Ερευνών Επιστημών Ζωής του Πανεπιστημίου Γιαμανάσι στην Ιαπωνία.
Ωστόσο ένα μοναδικό δείγμα που ανασκάφηκε από ένα σπήλαιο στο νομό Γκούνμα, βορειοδυτικά της ευρύτερης περιοχής του Τόκιο, περιλαμβάνει ένα πλήρες κρανίο μιας αρκούδας, με τμήματα των κροταφικών οστών που περιβάλλουν το εσωτερικό αυτί.
Η πυκνή δομή τους βοηθά στην προστασία του αρχαίου DNA από την αποσύνθεση, οπότε αυτά τα οστικά θραύσματα διατηρούν περισσότερο DNA από άλλα απολιθωμένα οστά, αναφέρει μελέτη του 2015 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «PLOS One».
Γνωρίζοντας αυτό, η ερευνητική ομάδα συνέλεξε μια μικροσκοπική ποσότητα οστού το οποίο είχε κονιορτοποιηθεί, από το κρανίο της αρκούδας, και το μετέφερε στο εργαστήριό της για ανάλυση DNA. Τα δείγματα ήταν ηλικίας περίπου 32.700 έως 32.200 ετών, όπως διαπίστωσε η ομάδα. Στη συνέχεια, οι επιστήμονες συνέκριναν τις γενετικές αλληλουχίες που ανέκτησαν με 95 σχεδόν πλήρη γονιδιώματα από άλλες καφέ αρκούδες, συμπεριλαμβανομένων όλων των διαθέσιμων από τις κοντινές γενεαλογικές γραμμές του Χοκάιντο.
Με βάση αυτή την ανάλυση, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η αρκούδα του Χονσού ανήκε σε μια άγνωστη μέχρι σήμερα γενεαλογική γραμμή, που αποσπάστηκε από την αδελφή γενεαλογική γραμμή της, τη λεγόμενη φυλή της καφέ αρκούδας του νότιου Χοκάιντο, πριν από περίπου 160.000 χρόνια.
Στην πραγματικότητα, τα απολιθώματα δείχνουν ότι άλλα μεγάλα θηλαστικά, συμπεριλαμβανομένων των ελεφάντων του Naumann (Palaeoloxodon naumanni) και του γιγάντιου ελαφιού (Sinomegaceros yabei), πέρασαν από το Χοκάιντο και το Χονσού μερικές χιλιάδες χρόνια αργότερα, πριν από περίπου 140.000 χρόνια, κατά τη διάρκεια μιας παγετώδους περιόδου, όταν η στάθμη της θάλασσας ήταν χαμηλή, σύμφωνα με μια έκθεση του 2005 που είχε δημοσιευθεί στην επιστημονική επιθεώρηση «Paleoceanography and Paleoclimatology». Οι καφέ αρκούδες μπορεί επίσης να εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός ότι τα νερά ήταν ρηχά νερά για να φτάσουν στο Χονσού, πρότειναν οι συγγραφείς.
Το παλαιότερο απολίθωμα καφέ αρκούδας που έχει βρεθεί ποτέ στο Χονσού εκτιμάται ότι είναι ηλικίας 340.000 ετών, σημείωσαν οι συγγραφείς. Αποκαλύφθηκε σε ένα ασβεστολιθικό λατομείο στο βορειότερο σημείο του Χονσού και το δείγμα είναι προγενέστερο τόσο του κρανίου της αρκούδας του Χονσού όσο και αυτού από το νότιο Χοκάιντο. Αυτό υποδηλώνει ότι διαφορετικές γενεαλογικές γραμμές της καφέ αρκούδας επιχείρησαν να φτάσουν στο Χονσού σε διαφορετικές χρονικές περιόδους – μία φορά πριν από περισσότερα από 340.000 χρόνια και στη συνέχεια ξανά κατά τη διάρκεια του ύστερου Πλειστόκαινου.
Όποτε έφτασαν στο νησί, «για άγνωστους λόγους, οι αρκούδες εξαφανίστηκαν μέχρι το τέλος του ύστερου Πλειστόκαινου στο Χονσού», μαζί με τους ελέφαντες, τα γιγάντια ελάφια και άλλα μεγάλα θηλαστικά, όπως ο βίσων (Bison priscus), γράφουν οι συγγραφείς στη μελέτη. Ο ακριβής χρόνος και ο λόγος της εξαφάνισης αυτών των ζώων παραμένει μυστήριο.
ΠΗΓΗ: Live Science