Οι στόχοι είναι εκδήλως προφανείς: να θέσουν ανυπέρβλητα εμπόδια στην πραγματοποίηση απεργιών (ακόμα και στάσεων εργασίας) και να παρεμβαίνουν απροκάλυπτα στα μητρώα και τις διαδικασίες των Σωματείων/Συνδικάτων, το κράτος και η εργοδοσία.
Η εγκύκλιος με θέμα «Διευκρινίσεις επί των άρθρων 91-95 του Ν. 4808/2021 (Α΄ 101), αναφορικά με τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται προκειμένου να ασκείται νόμιμα το δικαίωμα της απεργίας, τόσο στον Ιδιωτικό όσο και στον Δημόσιο Τομέα και στις επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας» και η ΥΑ με θέμα Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων και Οργανώσεων Εργοδοτών, αποτελούν πρόκληση για τα Σωματεία/Συνδικάτα.
Οι στόχοι είναι εκδήλως προφανείς: να θέσουν ανυπέρβλητα εμπόδια στην πραγματοποίηση απεργιών (ακόμα και στάσεων εργασίας) και να παρεμβαίνουν απροκάλυπτα στα μητρώα και τις διαδικασίες των Σωματείων/Συνδικάτων, το κράτος και η εργοδοσία.
Η πρώτη προτεραιότητα της κυβέρνησης, για την εφαρμογή του αντεργατικού Νόμου Χατζηδάκη (Ν. 4808/2021), μέσα Αυγούστου, ήταν οι απεργίες και τα Συνδικάτα, δηλ. το ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ': ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ.
Παραθέτουμε αναλυτικά τη σειρά περιοριστικών μέτρων του Νόμου, για να ανακόπτονται οι απεργίες και στάσεις εργασίας:
- Υποχρέωση γνωστοποίησης απεργίας και στάσεων εργασίας: γίνεται πλέον μόνο εγγράφως και επιδίδεται με Δικαστικό Επιμελητή στο (ανάλογο) Υπουργείο Προεδρίας Κυβερνήσεως, στο Υπουργείο Οικονομικών, στο Υπουργείο που υπάγονται οι Δημόσιοι Υπάλληλοι που αφορά, καθώς επίσης και στις Διοικήσεις των Φορέων που εποπτεύονται από αυτό, όταν πρόκειται για απεργία των υπαλλήλων τους. Η κήρυξη απεργίας δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί πριν περάσουν τέσσερις (4) πλήρεις ημέρες από τη γνωστοποίηση των αιτημάτων και των λόγων που τα θεμελιώνουν. Επίσης, ορίζεται ότι η απεργία δεν μπορεί να αφορά αιτήματα διάφορα από εκείνα που γνωστοποιήθηκαν.
- Υποχρέωση διεξαγωγής Δημόσιου διαλόγου: η διαδικασία διεξαγωγής Δημόσιου διαλόγου ενώπιον του Ο.ΜΕ.Δ., καθίσταται πλέον υποχρεωτική και για τους εργαζόμενους στο Δημόσιο, τους ΟΤΑ και τα Ν.Π.Δ.Δ. Οι αρμόδιες Συνδικαλιστικές Οργανώσεις που κηρύσσουν την απεργία (ή την ολιγόωρη στάση εργασίας), υποχρεούνται πριν την πραγματοποίησή της να καταθέσουν ενώπιον του Ο.ΜΕ.Δ. αίτηση διεξαγωγής Δημόσιου διαλόγου για τα αιτήματα της απεργίας. Την ανωτέρω αίτηση μαζί με κατάλληλη πρόσκληση σε συνάντηση ανάδειξης μεσολαβητή στον τόπο, ημέρα και ώρα που ορίζει ο Ο.ΜΕ.Δ., οφείλουν να μεριμνήσουν οι Συνδικαλιστικές Οργανώσεις, ώστε να επιδοθούν με Δικαστικό Επιμελητή στον εργοδότη ή τους εργοδότες και στα αρμόδια Υπουργεία. Η επίδοση πρέπει να γίνει το αργότερο συγχρόνως με τις επιδόσεις γνωστοποίησης των αιτημάτων κήρυξης της απεργίας ή της στάσης εργασίας. Σε περίπτωση που δεν εμφανισθούν αμφότερα τα μέρη στον τόπο και χρόνο που ορίζει η πρόσκληση, ο Ο.ΜΕ.Δ. κηρύσσει άκαρπο τον Δημόσιο διάλογο. Εάν τα μέρη εμφανισθούν, ο μεσολαβητής που αναλαμβάνει να διευθύνει τον Δημόσιο διάλογο, σύμφωνα με την σχετική συμφωνία των μερών, προσπαθεί να τον ολοκληρώσει το συντομότερο δυνατόν. Μετά την έναρξη των συζητήσεων, αν η μία από τις πλευρές αποχωρήσει από τον Δημόσιο διάλογο ή η προσέγγιση των απόψεων δεν επιτευχθεί εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών, η μεσολάβηση θεωρείται ότι έληξε και ο μεσολαβητής έχει δικαίωμα να υποβάλλει στα μέρη έκθεση για τα αιτήματα της απεργίας, με βάση τις απόψεις των μερών και τη σχετική τεκμηρίωση. Όσο διαρκεί ο Δημόσιος διάλογος, η άσκηση του δικαιώματος της απεργίας αναστέλλεται στις επιχειρήσεις Δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας της παρ. 2 του άρθρου 19 του Ν. 1264/1982 και απαγορεύεται η άσκηση αγωγής ενώπιον των αρμόδιων Δικαστηρίων για θέματα σχετικά με την συγκεκριμένη απεργία (άρθρο 3 § 4 Ν. 2224/1994).
- Υποχρέωση διάθεσης Προσωπικού Ασφαλείας και Προσωπικού Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας: οποιαδήποτε Συνδικαλιστική Οργάνωση κηρύσσει απεργία, έχει υποχρέωση να διαθέτει κατά τη διάρκειά της το αναγκαίο προσωπικό για την ασφάλεια των εγκαταστάσεων της επιχείρησης και την πρόληψη καταστροφών και ατυχημάτων (Προσωπικό Ασφαλείας). Εισάγεται η έννοια του Προσωπικού Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας και ορίζεται ότι πρέπει να διατίθεται στις επιχειρήσεις Δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, πέραν του Προσωπικού Ασφαλείας, για την αντιμετώπιση των στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου κατά τη διάρκεια της απεργίας. Ειδικότερα, οι στοιχειώδεις ανάγκες ορίζονται ως τουλάχιστον το ένα τρίτο (1/3) της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας. Ως εκ τούτου, το ποσοστό του Προσωπικού Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας που θα συμφωνηθεί, δεν μπορεί να είναι μικρότερο του ως άνω οριζόμενου. Η ανωτέρω ειδική συμφωνία, καταρτίζεται με απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών. Επίσης, σε περίπτωση που ο διάλογος για την συμφωνία ξεκινήσει σε ημερομηνία διαφορετική της προβλεπόμενης, ήτοι την 5η Νοεμβρίου, θεωρείται έγκυρη εφόσον καταρτιστεί με απευθείας διαπραγματεύσεις των μερών μέχρι την 25η Νοεμβρίου και κατατεθεί στην αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, εντός πέντε (5) ημερών από την υπογραφή της. Αν η συμφωνία δεν καταρτισθεί έως την 25η Νοεμβρίου ή δεν κατατεθεί στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παρ. 8, τα μέρη υποχρεούνται να προσφύγουν στη διαδικασία της μεσολάβησης, η οποία πρέπει να ολοκληρωθεί εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ανάληψη των καθηκόντων του μεσολαβητή. Σε διαφορετική περίπτωση, δηλαδή αν η μεσολάβηση δεν καταλήξει σε συμφωνία, τότε κάθε ενδιαφερόμενη πλευρά έχει δικαίωμα να παραπέμψει το θέμα στη διαδικασία της διαιτησίας. Πάντως, δεν επιτρέπεται η κήρυξη απεργίας χωρίς να έχει προηγουμένως καθοριστεί το Προσωπικό Ασφαλείας και, όπου απαιτείται, το Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο, ή χωρίς να τεθεί πραγματικά στη διάθεση του εργοδότη το συγκεκριμένο προσωπικό με ευθύνη της Συνδικαλιστικής Οργάνωσης που κηρύσσει την απεργία, το οποίο υπόκειται στο Διευθυντικό του δικαίωμα.
- Υποχρέωση προστασίας του δικαιώματος στην εργασία: η Συνδικαλιστική Οργάνωση που κηρύσσει απεργία υποχρεούται να προστατεύει το δικαίωμα των εργαζομένων, οι οποίοι δεν συμμετέχουν στην απεργία, ώστε να προσέρχονται και να αποχωρούν ελεύθερα και ανεμπόδιστα από την εργασία τους και να παρέχουν αυτήν χωρίς εμπόδιο και ιδίως χωρίς την άσκηση σωματικής ή ψυχολογικής βίας σε βάρος τους από οποιονδήποτε (άρθρο 93 §1 Ν. 4808/2021). Εάν παραβιαστεί η ανωτέρω υποχρέωση, η απεργία μπορεί να διακοπεί με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου. Στην περίπτωση αυτή, για την κήρυξη νέας απεργίας απαιτείται η τήρηση όλων των διατυπώσεων του άρθρου 20 του Ν. 1264/1982 και της προθεσμίας της παρ. 1 του άρθρου 19 ή της παρ. 2 του άρθρου 20 του Ν. 1264/1982, κατά περίπτωση (άρθρο 93 §2 ν. 4808/2021). Επιπρόσθετα, προβλέπεται ότι υπαίτια παραβίαση της ανωτέρω υποχρέωσης γεννά αστική ευθύνη της αρμόδιας Συνδικαλιστικής Οργάνωσης και των υπαίτιων Μελών του Διοικητικού της Συμβουλίου (άρθρο 93 §3 Ν. 4808/2021).
- Όλες οι ανωτέρω προϋποθέσεις άσκησης του δικαιώματος της απεργίας, βάσει των άρθρων 91 έως και 95 του Ν. 4808/2021, όπως τροποποίησε τις αντίστοιχες διατάξεις του Ν. 1264/1982 και του Ν. 2224/1994, καθίστανται υποχρεωτικές προκειμένου η απεργία να είναι νόμιμη.
- Εάν απεργία ή στάση εργασίας που έχει κηρυχθεί από Πρωτοβάθμια Συνδικαλιστική Οργάνωση, κριθεί παράνομη σύμφωνα με τη διαδικασία της παρ. 4 του άρθρου 22 του Ν. 1264/1982, δεν επιτρέπεται, μετά την έκδοση της απόφασης, η κήρυξη απεργίας κατά του ίδιου εργοδότη και με ίδια ημερομηνία έναρξης από την αντίστοιχη Δευτεροβάθμια ή Τριτοβάθμια Συνδικαλιστική Οργάνωση.
Οι απεργίες, ακόμα κι οι μικρότερες στάσεις εργασίας, θα κηρύσσονται παράνομες πολύ εύκολα, αν καταφέρουν μετά από άπειρες «τρικλοποδιές» που προβλέπονται να ξεκινήσουν.
Το Συνδικαλιστικό Κίνημα και οι Οργανωμένες Διοικήσεις του, τα Σωματεία και τα Συνδικάτα μας, αν δεχτούν να εφαρμόσουν αυτές τις προϋποθέσεις «παρανομίας» των απεργιών θα σημαίνει ότι αυτοαναιρούνται και δέχονται να αυτοκαταστραφούν. Έχουμε υποχρέωση να αντισταθούμε και να οργανώσουμε τη Συλλογική ακύρωση του Νόμου.
Η Υπουργική Απόφαση που θεωρητικά ρυθμίζει τεχνικά θέματα σχετικά με το Γενικό Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων (ΓΕ.ΜΗ.Σ.Ο.Ε.), μέσω πλατφόρμας, στο Σύστημα «Εργάνη», δείχνει την πρόθεση κρατικής κι εργοδοτικής παρέμβασης στα Συνδικάτα, στην ουσία προβαίνει σε «συνδιοίκηση» με τις εκλεγμένες ηγεσίες και με πολλά τεχνάσματα, προσπαθεί να μην τα αναγνωρίζει ως «νόμιμα».
Τα δεδομένα που απαιτούνται στο μητρώο είναι: Στοιχεία Επωνυμίας, Έδρας και Επικοινωνίας, Στοιχεία Καταστατικού, Στοιχεία Εκλογικής Διαδικασίας και Οργάνων Διοίκησης (αριθμός Μελών με δικαίωμα ψήφου, αριθμός Μελών που ψήφισαν στις πιο πρόσφατες αρχαιρεσίες, σειρά εκλεγμένων Μελών, σύνθεση Οργάνων Διοίκησης της Συνδικαλιστικής Οργάνωσης), Οικονομικές Καταστάσεις και Μεγέθη, Πράξη Διάλυσης, Στοιχεία Δικαστικών Αποφάσεων.
Μετά την υποβολή της αίτησης και των συνοδευτικών αρχείων από τις υπόχρεες προς τούτο Οργανώσεις, διενεργείται έλεγχος από την υπηρεσία προκειμένου να διαπιστωθεί αν η καταχώρηση των στοιχείων είναι σύμφωνη με τα οριζόμενα στην παρ.4 του άρθρου 2 του Ν. 1264/1982 και τα οριζόμενα στην παρούσα.
Στην περίπτωση που τα Σωματεία και τα Συνδικάτα δεν «συμμορφωθούν», ο εκβιασμός και η τιμωρία προβλέπονται: δεν μπορούν να κάνουν συλλογικές διαπραγματεύσεις και συμβάσεις εργασίας. Ωστόσο, αντίστοιχη κύρωση δεν προβλέπεται για τα μητρώα των εργοδοτών, καθώς η κυβέρνηση θέλει να ακυρώσει την ύπαρξη μόνο των Σωματείων κι όχι των εργοδοτών.
Νέα Σωματεία δεν μπορούν να δημιουργηθούν με τον προηγούμενο τρόπο (μέσω του Πρωτοδικείου), παρά μόνο μέσω της εποπτείας του ΓΕ.ΜΗ.ΣΟ.Ε., του Υπ. Εργασίας, δηλαδή.
Επιπλέον πρόβλημα δημιουργεί η υποχρεωτική τροποποίηση καταστατικού των Συνδικαλιστικών Οργανώσεων για πρόβλεψη εξ αποστάσεως συμμετοχής σε Γ.Σ. και εξ αποστάσεως ψηφοφορίας (άρθρα 86 και 87).
Το άρθρο 86 παρ.3 περ.γ΄ Ν. 4808/2021 ορίζει ότι «το καταστατικό οφείλει να προβλέπει τους τρόπους της εξ αποστάσεως συμμετοχής στη Γενική Συνέλευση και ψήφου κάθε Μέλους που το επιθυμεί, οι οποίοι πρέπει να περιλαμβάνουν την ηλεκτρονική, διαδικτυακή ή δικτυακή, σύνδεση, με όρους που διασφαλίζουν τη διαφάνεια και την μυστικότητα»).
Η εγγραφή στα μητρώα και η αλλαγή καταστατικών ορίζονται από την 1/1/2022.
Η συλλογική αγωνιστική δράση των Συνδικάτων δεν μπορεί να γίνεται υπό τον έλεγχο και με την «έγκριση» του Υπουργείου και των εργοδοτών.
Ως Ομοσπονδία έχουμε την υποχρέωση να ενημερώσουμε τα Μέλη μας για τις πραγματικές προθέσεις του νομοθετήματος Χατζηδάκη και μαζί με την ΑΔΕΔΥ, να χαράξουμε τα βήματα μη εφαρμογής του, καθώς το διακύβευμα είναι υπαρξιακό, αφού καταλαβαίνουμε πολύ καλά ότι η κυβέρνηση θέλει τα Συνδικάτα και τις απεργίες στην «παρανομία», προκειμένου να μην έχει αντιδράσεις για την αντεργατική και αντιλαϊκή πολιτική που εφαρμόζει σε κάθε επίπεδο της ζωής της κοινωνίας.