Η χρονιά αν και ξεκίνησε μάλλον ασθενικά, στην πορεία άλλαξε εικόνα αφού η συνολική αξία του εμπορίου γεωργικών προϊόντων διατροφής της ΕΕ (εξαγωγές και εισαγωγές) για τον Ιανουάριο-Ιούλιο 2021 ανήλθε σε 183,8 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 3,2% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Οι εξαγωγές ήταν σχεδόν 6% υψηλότερες στα 111,4 δισ. ευρώ, με τις εισαγωγές να μειώνονται οριακά κατά 0,2% στα 72,4 δισ. ευρώ. Αυτό αντανακλά το συνολικό εμπορικό πλεόνασμα των 39 δισεκατομμυρίων ευρώ για τους πρώτους επτά μήνες του έτους (αύξηση 18% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2020).
Η μεγαλύτερη αύξηση σημειώθηκε στις εξαγωγές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, η αξία των οποίων αυξήθηκε κατά 1,6 δισ. ευρώ, ή 13%. Αυτό οφείλεται κυρίως στο κρασί, τα οινοπνευματώδη ποτά και τα λικέρ.
Σημαντική αύξηση σημειώθηκε επίσης στις εξαγωγές προς την Κίνα (857 εκατ. ευρώ υψηλότερα), λόγω των ισχυρών επιδόσεων από τα οινοπνευματώδη και τα λικέρ, τους χονδρούς κόκκους και το κρασί. Επιπλέον, την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου σημείωσε σημαντική αύξηση της αξίας των εξαγωγών προς την Ελβετία (αύξηση 450 εκατ. ευρώ), τη Νορβηγία (άνοδος 352 εκατ. ευρώ), τη Νότια Κορέα (αύξηση 328 εκατ. ευρώ) και το Ισραήλ (αύξηση 257 εκατ. ευρώ).
Συνεχίζοντας την τάση που παρατηρήθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια του 2021, η μεγαλύτερη μείωση στις εξαγωγές γεωργικών προϊόντων διατροφής παρατηρήθηκε σε αυτές προς το Ηνωμένο Βασίλειο, κατά 411 εκατ. ευρώ. Αν και αυτό αντιπροσωπεύει μια πτώση 2%, δείχνει μια ανάκαμψη τους τελευταίους μήνες μετά τη μείωση των εξαγωγικών αξιών στην αρχή του έτους. Σημειώθηκαν επίσης αξιοσημείωτες μειώσεις στην αξία των εξαγωγών προς τη Σαουδική Αραβία (κάτω από 399 εκατ. ευρώ), την Αλγερία (141 εκατ. ευρώ), το Χονγκ Κονγκ (πτώση 110 εκατ. ευρώ) και το Κουβέιτ (πτώση κατά 104 εκατ. ευρώ).
Η μεγαλύτερη αύξηση στις εισαγωγές αγροδιατροφής σημειώθηκε στα προϊόντα από τη Βραζιλία, τα οποία αυξήθηκαν κατά 849 εκατ. ευρώ ή 12% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2020. Σημαντικές αυξήσεις σημειώθηκαν επίσης στις εισαγωγές από την Αυστραλία (αύξηση 456 εκατ. ευρώ), την Ινδία ( αύξηση 340 εκατ. ευρώ), Σερβία (άνοδος 248 εκατ. ευρώ) και Αργεντινή (άνοδος 189 εκατ. ευρώ).
Η συνολική μείωση των εισαγωγών γεωργικών προϊόντων διατροφής προκλήθηκε κυρίως από την απότομη πτώση των εισαγωγών από το Ηνωμένο Βασίλειο, κατά 2,4 δισεκατομμύρια ευρώ ή 29% σε σύγκριση με τους πρώτους επτά μήνες του 2020. Σημαντικές μειώσεις σημειώθηκαν επίσης στις εισαγωγές από τις Ηνωμένες Πολιτείες (πτώση 525 εκατ. ευρώ), Ουκρανία (πτώση 202 εκατ. ευρώ), Βιετνάμ (πτώση 178 εκατ. ευρώ) και Μολδαβία (πτώση 138 εκατ. ευρώ).
Εξετάζοντας τις συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων, την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου σημειώθηκε μεγάλη αύξηση στις εξαγωγικές αξίες του κρασιού (2,2 δισ. ευρώ) και των οινοπνευματωδών ποτών και των λικέρ (άνοδος 1,1 δισ. ευρώ), αύξηση 30% και 32% αντίστοιχα. Άλλες σημαντικές αυξήσεις στην αξία των εξαγωγών σημειώθηκαν στο κραμβέλαιο και το ηλιέλαιο\α (αύξηση 506 εκατ. ευρώ) και τη σοκολάτα και τα είδη ζαχαροπλαστικής (505 εκατ. ευρώ). Υπήρξαν, ωστόσο, σημαντικές μειώσεις στις εξαγωγές σιταριού (κάτω από 1,3 δισ. ευρώ), με πιο μικρές αλλά αξιοσημείωτες μειώσεις που καταγράφηκαν επίσης για τις εξαγωγές βουτύρου (κάτω από 163 εκατ. ευρώ), λαχανικών (κάτω από 161 εκατ. ευρώ).
Οι μεγαλύτερες αυξήσεις στην αξία των εισαγωγών σημειώθηκαν στους κόκκους σόγιας (αύξηση 929 εκατ. ευρώ). Εν τω μεταξύ, οι μεγαλύτερες μειώσεις στις αξίες των εισαγωγών καταγράφηκαν στα τροπικά φρούτα, ξηρούς καρπούς και μπαχαρικά (κάτω από 814 εκατ. ευρώ), τον μη καβουρδισμένο καφέ και τσάι (κάτω από 230 εκατ. ευρώ) και τα εσπεριδοειδή (κάτω από 181 εκατ. ευρώ).