Πυρά ΣΥΡΙΖΑ κατά Μητσοτάκη για σοβαρές ανακρίβειες που αποδεικνύουν είτε επικίνδυνη άγνοια, είτε επικίνδυνη παραπληροφόρηση.
Ο κ. Μητσοτάκης, κατά την τριτολογία του, στη χθεσινή συζήτηση για την Ουκρανία στη Βουλή, «εκμεταλλευόμενος το ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα είχε τη δυνατότητα να απαντήσει λόγω της κοινοβουλευτικής διαδικασίας, προχώρησε στη διαστρέβλωση των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ και υπέπεσε σε σοβαρές ανακρίβειες που αποδεικνύουν είτε επικίνδυνη άγνοια, είτε επικίνδυνη παραπληροφόρηση», τονίζουν οι τομεάρχες Περιβάλλοντος και Ενέργειας του κόμματος, Σωκράτης Φάμελλος και Πέτη Πέρκα.
Όπως εξηγούν αναφέρθηκε (σ.σ. ο πρωθυπουργός) στα οφέλη των ΑΠΕ έναντι του λιγνίτη στην παραγωγή ρεύματος, αλλά «δεν είπε ότι, με δική του επιλογή, η βίαιη και χωρίς σχέδιο απολιγνιτοποίηση που ανακοίνωσε το 2019, ήταν το προκάλυμμα για τη δέσμευση της χώρας μας σε ιδιωτικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο, το οποίο είναι εισαγόμενο, ορυκτό καύσιμο και πλέον πανάκριβο, και όχι προς τις ΑΠΕ».
Προσθέτουν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσπάθησε να παρουσιαστεί ως υπέρμαχος των ΑΠΕ, οι οποίες ρίχνουν τις τιμές ενέργειας, «αλλά απέκρυψε ότι αυτό οφείλεται στο μηχανισμό στήριξης των έργων ΑΠΕ με εισαγωγή των ανταγωνιστικών διαδικασιών που ήταν έργο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στη στήριξη του Ειδικού Λογαριασμού από τον οποίο πληρώνονται οι ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ), τον οποίο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, παρότι παρέλαβε ελλειμματικό κατά 800 εκατ. ευρώ από την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, παρέδωσε πλεονασματικό το 2019 στην κυβέρνησή του. Η κυβέρνησή του είναι μάλιστα αυτήμ που καθυστερεί το θεσμικό πλαίσιο για την αποθήκευση», σημειώνουν χαρακτηριστικά.
Επιπρόσθετα, επισημαίνουν ότι ενώ ο πρωθυπουργός τάχθηκε υπέρ της ενίσχυσης της παραγωγής φθηνής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, «απέκρυψε ότι η κυβέρνησή του έχει παγώσει εδώ και 2,5 χρόνια το ειδικό χωροταξικό πλαίσιο για τις ΑΠΕ, ώστε να αναπτύσσονται με κανόνες, κατανομή και ορθή χωροθέτηση».
Και σημειώνουν ότι ο κ. Μητσοτάκης «ξέχασε ότι η δική του κυβέρνηση επέβαλε χαράτσι 6% σε μεγάλα και μικρά έργα ΑΠΕ για το έτος 2020, όταν και χρεωκόπησε εκ νέου τον ΕΛΑΠΕ. Ούτε φυσικά αναφέρθηκε στις ενεργειακές κοινότητες, που θέσπισε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για να διαχυθούν τα οφέλη των ΑΠΕ και της ενεργειακής μετάβασης σε ολόκληρη την κοινωνία, τις οποίες η κυβέρνηση Μητσοτάκη παγώνει και υποβαθμίζει εδώ και 2,5 χρόνια».
Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρουν, επίσης, ότι ο πρωθυπουργός, για να αντικρούσει την κριτική του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την «αποτυχημένη διαπραγμάτευση» με τη ρωσική πλευρά για τις τιμές φυσικού αερίου, «κατέθεσε ως επιχείρημα ότι γίνονται συναλλαγές φυσικού αερίου από την Ελλάδα προς τη Βουλγαρία».
Και εξηγούν: «Η αλήθεια είναι ότι αγοράζουμε φυσικό αέριο 30% ακριβότερα συγκριτικά με τις τιμές του ρωσικού φυσικού αερίου στη γειτονική Βουλγαρία, από την αρχή του έτους. Οι πιθανές συναλλαγές φυσικού αερίου από Ελλάδα προς Βουλγαρία, από τη ΔΕΠΑ ή ιδιωτικές εταιρείες, που στα χαρτοφυλάκιά τους περιλαμβάνουν ποσότητες διαφορετικής προέλευσης, δεν αναιρούν το γεγονός ότι η Bulgargaz προμηθεύεται σήμερα 30% φθηνότερο αέριο σε σχέση με το ρώσικο φ.α. της ΔΕΠΑ. Σε κάθε περίπτωση, αν το αμφισβητεί ο κ. Μητσοτάκης ας δημοσιοποιήσει τα συμβόλαια», όπως τονίζουν.
Όσον αφορά τέλος στα περί «πιπίλας» και στη δήλωση του κ. Μητσοτάκη ότι «και σήμερα με τις τιμές του φυσικού αερίου εκεί που βρίσκονται, ο λιγνίτης δεν είναι ανταγωνιστικό καύσιμο», θα του απαντήσουμε με όσα είχε πει ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας της δικής του κυβέρνησης, Κ. Σκρέκας, σε συνέντευξη Τύπου της 14ης Σεπτεμβρίου 2021, για τα μέτρα στήριξης των καταναλωτών από τις αυξήσεις στα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας, υπογραμμίζουν οι τομεάρχες Ενέργειας του ΣΥΡΙΖΑ, παραθέτοντας τις δηλώσεις Σκρέκα:
«… Άρα μια ηλεκτρική μεγαβατώρα όταν παράγεται από φυσικό αέριο έχει ένα κόστος καυσίμου και διοξειδίου του άνθρακα της τάξεως των 150 ευρώ»
Και «… για κάθε λιγνιτική μεγαβατώρα από λιγνίτη. Άρα μιλάμε για 80 ευρώ μόνο το κόστος του διοξειδίου του άνθρακα, συν 40 με 45 ευρώ περίπου το μεταβλητό κόστος της μονάδας. Πάμε πάνω από 110-115 ευρώ…».
Και όλα αυτά, επισημαίνουν, το Σεπτέμβριο του 2021, πριν από το «ράλι» στις τιμές φυσικού αερίου.
Στην απάντησή τους προς τον πρωθυπουργό, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, κάνουν εκτεταμένη αναφορά και για το θέμα της ΔΕΗ, για το οποίο κατηγόρησε την κυβέρνηση Τσίπρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Όπως υποστηρίζουν:
«Ακόμα και σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο πρώην διευθυντή της ΔΕΗΣΥΡΙ για τις τιμές φυσικού αερίου Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου και με κόστος ρύπων 100 €/t-C02, προκύπτει ότι το κόστος των μονάδων φυσικού αερίου κυμαίνεται μεταξύ 170 – 300 €/MWh-e, ενώ για τις λιγνιτικές Μονάδες με το ίδιο κόστος ρύπων και με τα στοιχεία της ΡΑΕ (Market Reform Plan for Greece, July 29, 2021) το μέσο μεταβλητό κόστος παραγωγής λόγω καυσίμων και ρύπων ανέρχεται σε 145 €/MWh-e.
Ο κ. Μητσοτάκης δεν μας είπε τίποτα όμως για το ομολογιακό δάνειο των γαλάζιων παιδιών της ΔΕΗ που τη δέσμευσαν να μη χρησιμοποιεί λιγνίτη από το 2021 και αύξησαν τη συμμετοχή του πανάκριβου εισαγόμενου φυσικού αέριου στο ενεργειακό μείγμα. Τίποτα και για τα έγγραφα του ΑΔΜΗΕ που να είναι σε ετοιμότητα οι μονάδες λιγνίτη από τον Δεκέμβριο για να καλυφθεί η ζήτηση και η επάρκεια του συστήματος.
Δεν μπορεί συνεπώς να κρύψει τις βαρύτατες ευθύνες της κυβέρνησής του και την τραγική ανεπάρκεια στον ενεργειακό σχεδιασμό που οδήγησαν την Ελλάδα στην πρώτη θέση χονδρεμπορικής τιμής ρεύματος όλο το 2022 και πολλούς μήνες του 2021. Η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη είναι αυτή που επιτρέπει στρεβλώσεις στην ολιγοπωλιακή αγορά ενέργειας και αισχροκέρδεια που οδηγεί σε ηλεκτροσόκ όλους τους καταναλωτές. Οι υψηλές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα δεν είναι παροδικό φαινόμενο αλλά είναι γεγονός εδώ και μήνες, φαινόμενο που επιτείνεται με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Δυστυχώς, η ακραία αύξηση του κόστους ενέργειας με ευθύνη της κυβέρνησης Μητσοτάκη αμφισβητεί πλέον την πρόσβαση σε αυτό το αγαθό για πολλά νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Είναι ξεκάθαρο ότι η κυβέρνηση της ΝΔ είναι επικίνδυνη. Δεν έχει τη βούληση να στηρίξει τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις και, για να καλύψει τις ευθύνες της, παραπληροφορεί ακόμα και από το βήμα της Βουλής. Πρέπει να φύγει το συντομότερο. #kantousOFF».