Τα καιρικά φαινόμενα και ο πόλεμος στην Ουκρανία αυξάνουν τον κίνδυνο επισιτιστικής κρίσης. Η μαζική προσέλευση «επενδυτών» στις αγορές πρώτων υλών ίσως επιδεινώσει την κατάσταση.
Τα καιρικά φαινόμενα και ο πόλεμος στην Ουκρανία αυξάνουν τον κίνδυνο επισιτιστικής κρίσης. Η μαζική προσέλευση «επενδυτών» στις αγορές πρώτων υλών ίσως επιδεινώσει την κατάσταση.Το φαινόμενο είναι πλέον παγκόσμιο: Ο πληθωρισμός καλπάζει και επιδεινώνει τις ελλείψεις τροφίμων, που είχαν αρχίσει πολύ νωρίτερα, όταν η πανδημία του κορωνοϊού άρχισε να προκαλεί διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Καθώς τώρα αποκόπτονται από τις διεθνείς αγορές η Ρωσία και η Ουκρανία, δύο από τους μεγαλύτερους παραγωγούς και εξαγωγείς σιτηρών και ηλιέλαιου, ο κίνδυνος επισιτιστικής κρίσης εντείνεται, ιδιαίτερα για τις χώρες της Αφρικής. «Στην Ουγκάντα οι τιμές των καυσίμων εκτοξεύονται στα ύψη και το ψωμί είναι πλέον απλησίαστο για τους απλούς εργαζόμενους», προειδοποιεί η ΜΚΟ The Hunger Project. Στο Μαλάουι της ανατολικής Αφρικής οι τιμές για το ηλιέλαιο, τη σόγια και το καλαμπόκι έχουν ήδη αυξηθεί κατά 50%.
Πρώτες ύλες και στα ETF
Η μαζική είσοδος επενδυτών στην αγορά των τροφίμων και άλλων πρώτων υλών (commodities) αποτυπώνεται στα περίφημα ETF, επενδυτικά προϊόντα που γνωρίζουν μεγάλη επιτυχία τα τελευταία χρόνια σε Ευρώπη και Αμερική. Κατά λέξη το ETF είναι ένα «διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο» (exchange traded fund). Ουσιαστικά πρόκειται για ένα «καλάθι τίτλων» που παρακολουθεί έναν συγκεκριμένο χρηματιστηριακό δείκτη ή έναν συνδυασμό προϊόντων, συνήθως εγνωσμένης αξίας. Ένα από τα πλεονεκτήματα του ETF είναι ότι δίνει τη δυνατότητα στον κάτοχό του να διαφοροποιεί το χαρτοφυλάκιό του με ευελιξία και χαμηλό κόστος, πολλές φορές χωρίς να πληρώνει προμήθειες σε τράπεζες ή άλλους διαμεσολαβητές. Σύμφωνα με τη διεθνή κοινοπραξία ερευνητικής δημοσιογραφίας Lighthouse Reports, από τότε που ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία επενδυτές έχουν διοχετεύσει το απίστευτο ποσό του 1,2 δισεκατομμυρίου δολαρίων στα δύο μεγαλύτερα ETF αγροτικών προϊόντων, ενώ για ολόκληρο το 2021 η αντίστοιχη δαπάνη δεν ξεπερνούσε τα 197 εκατομμύρια ευρώ.
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα The Wire η αγορά αλεύρων στο Παρίσι, που θεωρείται βαρόμετρο για τον κλάδο, καταγράφει μαζική προσέλευση επενδυτών που από τα τέλη του 2020 κλείνουν συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης σε υψηλότερες τιμές, ενώ συνεχή αύξηση σημειώνουν οι τιμές για σιτάρι και καλαμπόκι στο Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων του Σικάγου, ένα από τα μεγαλύτερα στον κόσμο. Όπως υποδεικνύει πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου της Βόννης, οι ιδιαίτερα ευμετάβλητες τιμές που καταγράφονται από τις αρχές του 2021 ευνοούν την εκδήλωση κερδοσκοπικών φαινομένων, καθώς η διαμόρφωση των τιμών «δεν ακολουθεί πλέον τους βασικούς μηχανισμούς της αγοράς». Παρόμοιες τάσεις, προειδοποιεί η έκθεση, είχαν εκδηλωθεί και στην επισιτιστική κρίση του 2008. Τον Απρίλιο, αναλυτές της επενδυτικής τράπεζας JPMorgan Chase & Co. είχαν προβλέψει ότι οι τιμές των πρώτων υλών μπορούν να αυξηθούν έως και 40%, λόγω της αυξημένης ζήτησης.
«Η ζήτηση αυξάνεται με την αβεβαιότητα»
Μιλώντας στην DW ο οικονομολόγος Λούκας Κόρνερ επισημαίνει ότι «όσο μεγαλύτερη είναι η αβεβαιότητα στην αγορά, τόσο εντείνεται η ζήτηση για συναλλαγές υψηλού κινδύνου. Έτσι αυξάνεται και η προσέλευση επενδυτών με κερδοσκοπικές προθέσεις». Όλα δείχνουν ότι σε περιόδους αβεβαιότητας οι επενδυτές απομακρύνονται από τοποθετήσεις σε προϊόντα μεγαλύτερου ρίσκου, όπως οι μετοχές υψηλής τεχνολογίας ή τα κρυπτονομίσματα, για να αναζητήσουν πιο ασφαλείς αποδόσεις στα τρόφιμα, το πετρέλαιο ή τα λιπάσματα. Ασφαλώς η επιδίωξη του κέρδους είναι θεμιτή. Τα προβλήματα αρχίζουν, επισημαίνει ο Λούκας Κόρνερ, όταν η κερδοσκοπία ξεπερνά τα όρια και η διαμόρφωση των τιμών ουσιαστικά αποσυνδέεται από τον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης.
«Είναι σαν να προσπαθούν να ‘καβαλήσουν το κύμα' των συνεχών αυξήσεων», εξηγεί ο Λούκας Κόρνερ. «Τελικά αρχίζουν να συναλάσσονται και να ανταγωνίζονται μεταξύ τους, αντί να συναλάσσονται με τον παραγωγό και με τον έμπορο των πρώτων υλών». Ο γερμανός οικονομολόγος πιστεύει ότι βρισκόμαστε ήδη στα πρόθυρα μίας σοβαρής επισιτιστικής κρίσης. Ένα δείγμα: Τον Απρίλιο ο δείκτης παγκόσμιων τιμών του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO) κατέγραψε ιστορικό υψηλό και αύξηση τιμών κατά 36% σε ετήσια βάση. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, κάθε αύξηση των τιμών κατά 1% αυξάνει τον κίνδυνο «ακραίας φτώχειας» για δέκα εκατομμύρια ανθρώπους σε όλον τον κόσμο.
Σε μία διαφοροποιημένη προσέγγιση ο Ντιρκ Μπάθε, εκπρόσωπος της ΜΚΟ World Vision Germany, χαρακτηρίζει «δίκοπο μαχαίρι» τη μαζική προσέλευση επενδυτών στις διεθνείς αγορές πρώτων υλών. «Από τη μία πλευρά οι κερδοσκοπικές τάσεις σε προϊόντα με χαμηλή προσφορά μπορεί να οδηγήσουν σε δραστικές αυξήσεις των τιμών», επισημαίνει. «Από την άλλη πλευρά, λειτουργούν ως ένα άτυπο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης, ώστε οι επιχειρηματίες και οι πολιτικοί να λάβουν μέτρα».
Αλλά και ο οικονομολόγος Λούκας Κόρνερ θεωρεί ότι η παρουσία των κερδοσκόπων είναι αναπόφευκτη στη σημερινή συγκυρία: «Με την αβεβαιότητα που επικρατεί αυτή τη στιγμή στην αγορά, χρειαζόμαστε τους κερδοσκόπους», λέει. «Θέλουμε να αποφύγουμε μία κατάσταση, στην οποία το ρίσκο της αβεβαιότητας μετακυλίεται αποκλειστικά στον παραγωγό ή στον έμπορο».
Πηγή: DW