Η ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μειώνει επίσης την εξάρτηση των χωρών της ΕΕ στις εισαγωγές ενέργειας και τις καθιστά λιγότερο ευάλωτες σε διαταραχές που μπορούν να επηρεάσουν τις τιμές.
Η παραγωγή ενέργειας είναι η μεγαλύτερη πηγή εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ. Διαβάστε πώς η ΕΕ στοχεύει να ενισχύσει τις ΑΠΕ και να απαλλαγεί από τις εκπομπές άνθρακα.
Η παραγωγή ενέργειας εκπροσωπεί πάνω από τα τρία τέταρτα των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της ΕΕ. Καλύπτει την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, τη θέρμανση και τις μεταφορές. H αύξηση της ανανεώσιμης ενέργειας παίζει κρίσιμο ρόλο στη μείωση των εκπομπών στον κλάδο της ηλεκτροπαραγωγής και στην επίτευξη του φιλόδοξου στόχου της ΕΕ για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050.
Η ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μειώνει επίσης την εξάρτηση των χωρών της ΕΕ στις εισαγωγές ενέργειας και τις καθιστά λιγότερο ευάλωτες σε διαταραχές που μπορούν να επηρεάσουν τις τιμές.
Παράλληλα, η ΕΕ επεξεργάζεται μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας.
Ενίσχυση των στόχων της ΕΕ για τη χρήση ΑΠΕ
Πάνω από το 20% της ενέργειας που καταναλώνεται στην ΕΕ προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές. Έχει υπερδιπλασιαστεί σε σύγκριση με το 2004.
Ο τρέχων στόχος του 32% για το 2030 αναθεωρείται προς τα άνω, παράλληλα με την επικαιροποίηση στόχων για τα κτίρια, τη θέρμανση και ψύξη και τη βιομηχανία. Τον Σεπτέμβριο του 2022, το Κοινοβούλιο ζήτησε την αύξηση του στόχου στο 45% έως το 2030.
Τον Δεκέμβριο, και υπό το πρίσμα του πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, το Κοινοβούλιο αναμένεται να ψηφίσει πρόσθετα μέτρα για τη μείωση της εξάρτησης της ΕΕ από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα και την επιτάχυνση της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Περιλαμβάνουν τα εξής σημεία:
- Λιγότερη γραφειοκρατία και συντόμευση των διοικητικών διαδικασιών αδειοδότησης για έργα ανανεώσιμης ενέργειας, την ανανέωση σταθμών παραγωγής ενέργειας και νέες εγκαταστάσεις
- Σταδιακή κατάργηση των καυσίμων που προέρχονται από πρωτογενή ξυλώδη βιομάζα
- Επιτάχυνση της ανάπτυξης ηλιακού εξοπλισμού σε τεχνητές δομές
- Εγκατάσταση μεγάλου αριθμού νέων αντλιών θερμότητας έως το 2030 με στόχο τον περιορισμό της χρήσης φυσικού αερίου στον τομέα της θέρμανσης
Επενδύοντας στο ανανεώσιμο υδρογόνο
Το υδρογόνο όταν χρησιμοποιείται ως πηγή ενέργειας δεν εκπέμπει αέρια του θερμοκηπίου. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να συμβάλλει στην απανθρακοποίηση τομέων που δυσκολεύονται να απαλλαγούν από τις εκπομπές CO2. Εκτιμάται ότι μέχρι το 2050, το υδρογόνο θα μπορούσε να καλύψει το 20-50% της ενεργειακής ζήτησης στον τομέα των μεταφορών και το 5-20% στον βιομηχανικό τομέα.
Για να είναι όμως βιώσιμο, το υδρογόνο πρέπει να παράγεται από ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια. Οι ευρωβουλευτές έχουν ήδη τονίσει τη σημασία της ξεκάθαρης διάκρισης μεταξύ ανανεώσιμου υδρογόνου και υδρογόνου χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών καθώς και της σταδιακής κατάργησης του υδρογόνου που βασίζεται σε ορυκτά καύσιμα.
Στα πλαίσια των αναθεωρημένων κανόνων για τις ΑΠΕ, οι ευρωβουλευτές τάσσονται υπέρ της αύξησης της παραγωγής υδρογόνου και στη διαμόρφωση ενός απλούστερου συστήματος για την εγγύηση της προέλευσής του.
Ενίσχυση των υπεράκτιων πηγών ανανεώσιμης ενέργειας
Προς το παρόν, η αιολική ενέργεια αποτελεί τη μόνη υπεράκτια ανανεώσιμη πηγή ενέργειας που χρησιμοποιείται σε εμπορικό επίπεδο. Η ΕΕ όμως εξετάζει και άλλες πηγές όπως είναι η κυματική και η παλιρροϊκή ενέργεια, οι πλωτές φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις και η μετατροπή φυκιών σε βιοκαύσιμα.
Η Επιτροπή έχει προτείνει μια ευρωπαϊκή στρατηγική για την αύξηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από υπεράκτιες ανανεώσιμες πηγές. Για παράδειγμα, η αιολική ενέργεια αναμένεται να αυξηθεί από τα 12GW που είναι σήμερα στα 300GW μέχρι το 2050. Το Κοινοβούλιο θα εκφράσει τη θέση του εντός της νομοθετικής αυτής περιόδου.
Οδεύοντας προς εναλλακτικά καύσιμα
Με τις οδικές μεταφορές να ευθύνονται για το ένα πέμπτο περίπου των εκπομπών της, η ΕΕ θέλει να αντικαταστήσει τα ορυκτά καύσιμα με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και καύσιμα χαμηλής περιεκτικότητας σε άνθρακα. Για παράδειγμα, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας συμπεριλαμβάνουν τα καύσιμα βιομάζας και τα βιοκαύσιμα, τα συνθετικά και παραφινικά καύσιμα, συμπεριλαμβανομένης της αμμωνίας, τα οποία παράγονται από ΑΠΕ.
Επιπλέον, η μετάβαση σε οχήματα μηδενικών εκπομπών πρέπει να συμβαδίζει με την ανάπτυξη ολοκληρωμένων υποδομών επαναφόρτισης και ανεφοδιασμού.
Τον Οκτώβριο του 2022, το Κοινοβούλιο ενέκρινε την αναθεώρηση των ευρωπαϊκών κανόνων που αφορούν τις απαραίτητες υποδομές, ώστε να γίνουν πιο προσβάσιμες και να προωθηθεί η χρήση εναλλακτικών καυσίμων στην Ευρώπη. Οι ευρωβουλευτές ζητούν να υπάρχει τουλάχιστον ένας σταθμός ηλεκτρικής φόρτισης για αυτοκίνητα ανά 60 χλμ. κατά μήκος των κύριων οδών της ΕΕ έως το 2026.
Επιδοτήσεις προς υποδομές πράσινης ενέργειας
Η ΕΕ αναθεώρησε τους κανόνες χρηματοδότησης των διασυνοριακών έργων ενεργειακών υποδομών ώστε να εκπληρώσει τους κλιματικούς της στόχους.
Οι νέοι κανόνες, οι οποίοι τέθηκαν σε ισχύ τον Ιούνιο του 2022, προβλέπουν τη σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων για έργα φυσικού αερίου και την ανακατεύθυνση της χρηματοδότησης σε υποδομές παραγωγής υδρογόνου και σε έργα συγκέντρωσης και αποθήκευσης άνθρακα.
Οι ευρωβουλευτές διασφάλισαν επιτυχώς την αύξηση των υπεράκτιων έργων ανανεώσιμης ενέργειας και τη διευκόλυνση της ένταξής τους στα ευρωπαϊκά δίκτυα. Όλα τα νέα έργα υποδομών οφείλουν να συμβάλλουν στην επίτευξη των κλιματικών στόχων της ΕΕ για το 2030 και 2050, θέτοντας τέλος στη στήριξη της ΕΕ προς τα ορυκτά καύσιμα.
Διασφάλιση δίκαιης ενεργειακής μετάβασης για όλους
Προκειμένου να στηρίξει τα ευάλωτα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις στην ενεργειακή αυτή μετάβασή, η ΕΕ πρότεινε τη δημιουργία του Κοινωνικού Ταμείου για το Κλίμα με εκτιμώμενο προϋπολογισμό ύψους 16,4 δισ. ευρώ έως το 2027 (ο οποίος ενδεχομένως να ανέλθει σε 72 δισ. ευρώ έως το 2032).
Το Ταμείο αναμένεται να συμπεριλαμβάνει κίνητρα για τη μετάβαση προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, προσωρινά μέτρα άμεσης εισοδηματικής στήριξης (όπως μείωση των ενεργειακών φόρων και τελών), καθώς και κίνητρα για την ανακαίνιση κτιρίων, τη μετάβαση προς τις δημόσιες συγκοινωνίες, την από κοινού χρήση αυτοκινήτων.
Το Κοινοβούλιο διεξάγει επί του παρόντος διαπραγματεύσεις για το Ταμείο με τα κράτη μέλη.