Η Ρωσία είναι υποχρεωμένη να προσφέρει τα ενεργειακά της προϊόντα με πολύ μεγάλες εκπτώσεις στις τιμές, ροκανίζοντας έτσι σημαντικά τα περιθώρια κέρδους της.
Νέο άλμα και μάλιστα στο υψηλότερο σημείο από τον περασμένο Ιούνιο έφτασαν, την περασμένη εβδομάδα, οι ροές ρωσικού αργού μέσω θαλάσσης, αν και είναι σαφές πως οι ευρωπαϊκές κυρώσεις έχουν αρχίσει να συμπιέζουν τα έσοδα προς τα ταμεία του Κρεμλίνου.
Η πίεση, εξάλλου, από το ευρωπαϊκό εμπάργκο και το πλαφόν στις τιμές θα ενταθεί περαιτέρω το επόμενο διάστημα δεδομένου πως από την Κυριακή 5 Φεβρουαρίου, τέθηκε σε εφαρμογή το δεύτερο τμήμα των κυρώσεων με στόχο το ντίζελ και τα πετρελαϊκά προϊόντα.
Ουσιαστικά οι Ρώσοι έχουν καταφέρει να κρατήσουν ψηλά τις εξαγωγές τους βασιζόμενοι σε μια μικρή σχετικά ομάδα αγοραστών από τις λεγόμενες φιλικές χώρες. Όμως, πέρα από το γεγονός ότι διπλωματικά και οικονομικά είναι η Ρωσία αυτή που πλέον εξαρτάται από μια… χούφτα αγοραστές, είναι υποχρεωμένη να προσφέρει τα ενεργειακά της προϊόντα με πολύ μεγάλες εκπτώσεις στις τιμές, ροκανίζοντας έτσι σημαντικά τα περιθώρια κέρδους της.
Έτσι, από τη μία πλευρά η διεθνής αγορά δεν δείχνει για την ώρα να παρουσιάζει προβλήματα επάρκειας, κόντρα στα χειρότερα σενάρια που είχαν διατυπωθεί για το χειμώνα, με αποτέλεσμα οι διεθνείς τιμές να έχουν υποχωρήσει σημαντικά από τα υψηλά της περσινής χρονιάς, με το Brent γύρω στα 80 δολάρια. Αυτό συμβάλει και στη μείωση των πληθωριστικών πιέσεων στις δυτικές οικονομίες. Και από την άλλη τα έσοδα προς τα ρωσικά ταμεία έχουν μειωθεί, όπως ήταν και ο βασικός στόχος της Δύσης.
Αυξημένες ροές, μειωμένα έσοδα
Τα συγκεντρωτικά στοιχεία της περασμένης εβδομάδας δείχνουν πως οι ροές ρωσικού αργού μέσω θαλάσσης αυξήθηκαν εκ νέου κατά 125.000 βαρέλια την ημέρα, στα 3,465 εκατ., που είναι και τα υψηλότερα επίπεδα από τον Ιούνιο. Μεγαλύτεροι αγοραστές ήταν η Κίνα, η Ινδία και η Τουρκία που απορρόφησαν το μεγαλύτερο μέρος της ποσότητας αυτής. Όμως συνολικά η αύξηση των τελευταίων εβδομάδων στις θαλάσσιες ροές αντισταθμίστηκε από την κάθετη πτώση στις ροές μέσω αγωγών προς την Ευρώπη.
Ενδεικτικά οι προμήθειες της Γερμανίας και της Πολωνίας, μέσω αγωγών, υποχώρησαν για τον Ιανουάριο στα περίπου 120.000 βαρέλια την ημέρα, από τα 510.000 που βρίσκονταν το περασμένο καλοκαίρι. Μέσα δε, στο Φεβρουάριο θα μειωθούν κι άλλο, καθώς ειδικά η Γερμανία έχει βάλει στόχο να μηδενίσει τις προμήθειες ρωσικού αργού.
Δεν είναι τυχαίο ότι τα πετρελαϊκά έσοδα της Ρωσίας έχουν μπει σε μια πτωτική τροχιά, που σίγουρα έχει θορυβήσει την κυβέρνηση παρά την αντίθετη εικόνα που προσπαθεί να προβάλει. Για την ίδια εβδομάδα τα έσοδα του Κρεμλίνου από το μαύρο χρυσό μειώθηκαν κατά 7 εκατ. δολάρια, στα 50 εκατ. δολάρια, κατεβάζοντας και τον μηνιαίο μέσο όρο κατά 2 εκατ. δολάρια, στα 54 εκατ.
Τσουχτερό το κόστος μεταφοράς
Το πλαφόν στις τιμές λειτουργεί περιοριστικά για τα περιθώρια κέρδους, όπως επίσης και η απαίτηση των «φιλικών» κρατών για όλο και πιο… γενναίες εκπτώσεις. Παράλληλα το γεγονός πως η μεταφορά του αργού προς τις τρίτες χώρες απαιτεί μεγαλύτερες αποστάσεις και πολυήμερα ταξίδια αυξάνει σημαντικά και το κόστος.
Ενδεικτικά η μεταφορά ρωσικού αργού από τα λιμάνια της Βαλτικής απευθείας προς την Ινδία απαιτεί πλέον 31 μέρες ταξίδι, από τις μόλις επτά ημέρες που χρειαζόταν για το λιμάνι του Ρότερνταμ. Πέρα από την αύξηση του κόστους μεταφοράς, αυξάνεται και η πίεση για την εξεύρεση των απαιτούμενων τάνκερ, καθώς πολλές ναυτιλιακές είναι απρόθυμες να διαθέσουν τάνκερ για να εξυπηρετήσουν μακρινά ρωσικά φορτία. Και βέβαια για να το μεταφέρουν θα πρέπει να τηρούν τα επίπεδα του πλαφόν, στα 60 δολάρια για το αργό και στα 100 δολάρια για το ντίζελ.