Ελαφρώς περισσότερα από τα δύο τρίτα (68,4 %) των διαχειριστών αγροκτημάτων στις 9,1 εκατομμύρια εκμεταλλεύσεις της Ε.Ε. ήταν άνδρες το 2020.
Σχεδόν 8,7 εκατομμύρια άνθρωποι εργάστηκαν στη γεωργία το 2020 σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας. Από αυτούς, το 68,4% είναι άνδρες ενώ το υπόλοιπο 31,6% γυναίκες.
Η γεωργία είναι ένας ιδιαίτερα μεγάλος εργοδότης στη Ρουμανία, με λίγο περισσότερο από ένα στα πέντε άτομα (20,9 %) που απασχολούνται στη χώρα το 2020, καθώς και στη Βουλγαρία (16,6 % της συνολικής απασχόλησης), την Ελλάδα (9,7 %) και Πολωνία (9,0 %).
Σχεδόν εννέα στους δέκα (86,1 %) άτομα που εργάζονταν τακτικά στη γεωργία στην ΕΕ ήταν ο μοναδικός κάτοχος (αγρότης) ή μέλη της οικογένειάς του/της το 2020. Ωστόσο, υπήρχαν ορισμένα κράτη μέλη στα οποία η πλειοψηφία του τακτικού εργατικού δυναμικού ήταν μη μέλη της οικογένειας, όπως στην Τσεχία (60,9 %), τη Σλοβακία (57,7 %) και τη Γαλλία (53,6 %).
Ελαφρώς περισσότερα από τα δύο τρίτα (68,4 %) των διαχειριστών αγροκτημάτων στις 9,1 εκατομμύρια εκμεταλλεύσεις της Ε.Ε. ήταν άνδρες το 2020. Η πλειοψηφία (57,6 %) των διευθυντών αγροκτημάτων (και τα δύο φύλα μαζί) ήταν τουλάχιστον 55 ετών. Μόνο το 11,9 % των διαχειριστών αγροκτημάτων (και των δύο φύλων μαζί) ήταν νέοι αγρότες, άτομα ηλικίας κάτω των 40 ετών.
Οι νέοι αγρότες ήταν ιδιαίτερα σπάνιοι στην Κύπρο (5,1 % του συνόλου των διαχειριστών αγροκτημάτων), στην Πορτογαλία (6,4 %), στην Ελλάδα (7,2 %) και στην Ισπανία (7,7 %). Ήταν συχνότερα στην Αυστρία (23,4 %) και στην Πολωνία (21,0 %). Αντίθετα, σε πολλά κράτη μέλη υπήρχε σχετικά υψηλό ποσοστό αγροτών ηλικίας 65 ετών και άνω, στην Πορτογαλία αντιπροσώπευαν το ήμισυ (50,3 %) του συνόλου των αγροτών και αντιπροσώπευαν τα δύο πέμπτα ή περισσότερους των αγροτών στην Κύπρο (46,4 %), την Ισπανία (41,3 %) και τη Ρουμανία (39,6 %).
Η ανισορροπία μεταξύ των φύλων μεταξύ των αγροτών είναι ιδιαίτερα έντονη στις Κάτω Χώρες. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία μόνο ένας στους είκοσι αγρότες (5,6 %) ήταν γυναίκα το 2020. Οι γυναίκες αγρότες ήταν επίσης σχετικά σπάνιες στη Μάλτα (10,8 % όλων των αγροτών), στη Γερμανία (10,8 %), στη Δανία (10,9 %) και στην Ιρλανδία (11,4 %). Υπήρχε στενότερη ισορροπία μεταξύ των φύλων στη Λετονία και τη Λιθουανία (με 44,8 % και 44,9 % αντίστοιχα μερίδια των αγροτών που ήταν γυναίκες).
Τα τρία τέταρτα (76,0 %) των διαχειριστών αγροκτημάτων της ΕΕ που ήταν 65 ετών και άνω εργάζονταν είτε σε φάρμες επιβίωσης είτε σε πολύ μικρές εκμεταλλεύσεις το 2020.
Ένα υψηλότερο ποσοστό νέων αγροτών διαχειρίζονταν μεσαίες και μεγάλες εκμεταλλεύσεις (31,1 %) από ό,τι σε άλλες ηλικιακές κατηγορίες.
Οι νέοι αγρότες εξακολουθούν να σπανίζουν στην ΕΕ. Το 2005, το 7,3 % των διαχειριστών αγροκτημάτων στην ΕΕ ήταν ηλικίας κάτω των 35 ετών, με το ποσοστό αυτό να είχε μειωθεί στο 6,5 % το 2020. Ωστόσο, ήταν υψηλότερο από το 2016 με τους αριθμούς να αυξάνονται μεταξύ 2016 και 2020 για τις γυναίκες διαχειριστές αγροκτημάτων σε όλες τις ηλικιακές ομάδες κάτω των 55 ετών, ενώ για τους άνδρες διαχειριστές αγροκτημάτων παρατηρήθηκαν αυξήσεις για τις δύο ηλικιακές κατηγορίες κάτω των 35 ετών.
Στο πλαίσιο της απότομης μείωσης του συνολικού αριθμού των αγροτών, το μερίδιο των διαχειριστών αγροκτημάτων που είναι γυναίκες αυξήθηκε από 26,4 % το 2005 σε 31,6 % το 2020.