Στη Θεσσαλία τα τελευταία επτά χρόνια έχουν εγκαταλειφθεί 80.000 στρέμματα αγροτικής γης γιατί δεν υπάρχει επαρκές νερό
Σε χάρτη αποτυπώνεται η θεσσαλική αγροτική γη, από ομάδα επιστημόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, που επιχειρεί να καταγράψει τις ζώνες παραγωγικότητας με ακρίβεια 30 μέτρων.
Η ζωνοποίηση της αγροτικής γης, που θα χωρίζεται σε υψηλής, μεσαίας και μικρής παραγωγικότητας, θα αποτελέσει έναν πολύτιμο οδηγό για την εκμετάλλευσή της, εν μέσω κλιματικής αλλαγής, που επιφέρει ραγδαίες αλλαγές.
«Το θέμα που πρέπει να εξετάσουμε είναι τι είδους γεωργία έχουμε σήμερα και αν και τι είδους γεωργία θα έχουμε στη Μεσόγειο με ορίζοντα το 2050», θέτει την πρόκληση ο αφυπηρετήσας καθηγητής του Τμήματος Γεωπονίας Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Νικόλαος Δαλέζιος, ο οποίος συνεργάζεται με το Εργαστήριο Υδρολογίας του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του ιδρύματος για τον σκοπό αυτό.
Σύμφωνα με τον κ. Δαλέζιο, η κλιματική αλλαγή αποτελεί παγκόσμια πρόκληση για τη γεωργία. Η ίδια η ύπαρξη της γεωργίας φαίνεται να απειλείται εξαιτίας των ακραίων καιρικών φαινομένων, που επιβάλλουν αλλαγή… πολιτικής.
Όπως εξηγεί ο καθηγητής, ήδη στην περιοχή της Μεσογείου καταγράφεται μείωση των βροχοπτώσεων σε ποσοστό 20%. «Το πιο εμφανές είναι στην περιοχή της δυτικής Ελλάδας», επισημαίνει. Παράλληλα με τη μείωση των βροχοπτώσεων, αυξάνεται η θερμοκρασία. «Σύμφωνα με τη Συνθήκη του Παρισιού, έως το 2100 δεν θα πρέπει να ξεπεράσουμε τους 2ο C αύξηση της μέσης πλανητικής θερμοκρασίας. Όμως ήδη έχουμε φθάσει στο +1,6ο C. Αν ξεπεράσουμε το 1,6ο C αύξηση θερμοκρασίας, θα είναι ασύμφορη η καλλιέργεια των σιτηρών», εξηγεί τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής ο κ. Δαλέζιος.
Η κλιματική αλλαγή συνοδεύεται και από την εκδήλωση ακραίων καιρικών φαινομένων. «Παρατηρείται έξαρση των ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως οι πλημμύρες ή αντίθετα οι ξηρασίες, χωρίς κανείς να μπορεί να προσδιορίσει τη συχνότητα εμφάνισής τους. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι τα τελευταία 20 χρόνια έχει αυξηθεί κατά 14% η συχνότητα των φαινομένων αυτών στο βόρειο ημισφαίριο της Ευρώπης», αναφέρει.
Εγκαταλείφθηκαν 800.000 στρ. αγροτικής γης
Όπως εξηγεί στον taxydromos.gr ο κ. Δαλέζιος, στόχος είναι να αποτυπωθεί το πρόβλημα ανά περιοχή και να γίνει αγροκλιματική ταξινόμηση και ζωνοποίηση, κάτι που επιχειρείται από την ομάδα στην οποία συμμετέχει και ο ίδιος, σε επίπεδο Ελλάδας.
Σύμφωνα με τον κ. Δαλέζιο, τα τελευταία έξι με επτά χρόνια έχουν εγκαταλειφθεί περί τα 700.000- 800.000 στρέμματα αγροτικής γης στη Θεσσαλίας, επειδή δεν υπάρχει επαρκές νερό για την άρδευσή τους ή επειδή είναι ακριβή η άντληση του νερού.
Ζωνοποίηση με ακρίβεια 30 μέτρων
Η ομάδα που εργάζεται για την αγροκλιματική ταξινόμηση και ζωνοποίηση της Ελλάδας, αυτή την περίοδο και έως τέλος του έτους αναμένεται να έχει ολοκληρώσει την περιοχή της Θεσσαλίας.
Η μεθοδολογία περιλαμβάνει τρία στάδια, τα μικροκλιματικά χαρακτηριστικά, τα εδαφικά χαρακτηριστικά και τις καλλιέργειες. Μέσα από αυτή τη μεθοδολογία θα προκύψουν οι ζώνες υψηλής, μεσαίας και χαμηλής παραγωγικότητας και μάλιστα με ακρίβεια 30 μέτρων.
Βάση της ζώνης στην οποία ανήκει κάθε έκταση, ομάδα επιστημόνων θα προτείνει συγκεκριμένες καλλιέργειες ή διαφορετική αξιοποίηση της αγροτικής γης, καθώς και μέτρα προσαρμογής στις νέες συνθήκες.
Εξοικονόμηση αρδευτικού νερού κατά 30%
Ο κ. Δαλέζιος εξηγεί ότι οι ζώνες χαμηλής παραγωγικότητας, μπορούν να αξιοποιηθούν για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών πάρκων ή ακόμη και ενεργειακών φυτών.
Για τις ζώνες που μπορούν να αξιοποιηθούν καλλιεργητικά, μπορούν να εφαρμοστούν μέτρα προσαρμογής προκειμένου να αποκατασταθούν οι περιοχές που κινδυνεύουν με ερημοποίηση.
Και σε αυτό το επίπεδο, η ομάδα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, με μέθοδο μέσω δορυφόρου, θα παίρνει δεδομένα από την αγροτική γη και θα δίνει οδηγίες για τη χρήση του αρδευτικού νερού. «Με τις οδηγίες τις δικές μας, η κατανάλωση του αρδευτικού νερού μπορεί να μειωθεί έως και 30%. Τι σημαίνει αυτό για τη Θεσσαλία; Στη Θεσσαλία υπάρχουν 2.150.000 στρέμματα αρδευτικής γης και απαιτούνται 40 – 100 ευρώ για το νερό ανά στρέμμα τη σεζόν. Αν εφαρμοστεί η δική μας μεθοδολογία η μείωση της κατανάλωσης θα είναι της τάξης των 40- 50 εκατ. ευρώ τον χρόνο», τονίζει ο κ. Δαλέζιος.
Πρωταρχικός στόχος η διασφάλιση των καλλιεργειών
Αυτή η μεθοδολογία θα είναι δυνατό να εφαρμοστεί μέσω ιστοσελίδας, τους επόμενους έξι μήνες με έναν χρόνο. Ο παραγωγός θα μπορεί να επιλέγει οδηγίες ανάλογα με το είδος της καλλιέργειας που έχει ή να συμμετέχει σε εβδομαδιαίο πρόγραμμα παρακολούθησης, βάσει του οποίου θα παρέχονται οδηγίες για την άρδευση σε βαμβάκι και καλαμπόκι, σε πρώτο στάδιο.
«Στόχος μας σε πρώτο επίπεδο είναι να διασφαλίσουμε τη λειτουργία των καλλιεργειών. Σε δεύτερο στάδιο, το οποίο μπορεί να καθυστερήσει με αυτές τις μεθοδολογίες που προτείνουμε θα έχουμε και αύξηση παραγωγής σε ποσοστό 10%», σημειώνει ο κ. καθηγητής.
Πηγή: www.taxydromos.gr