Δεν φαίνεται να δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα στο Στρατηγικό Σχέδιο της νέας ΚΑΠ, βαρύτητα που της ανήκει και που θα την αναγνώριζε ως θεμελιακό στοιχείο της Ελληνικής Γεωργίας αλλά και αυταπόδεικτο σήμα κατατεθέν του Ελληνικού Πολιτισμού και του αγροτικού μας περιβάλλοντος.
Επιστολή της ΠΟΓΕΔΥ προς τους αρμόδιους του ΥΠΑΑΤ για την ελαιοκαλλιέργεια :
Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,
Με την παρούσα επιστολή η ΠΟΓΕΔΥ ως Θεσμικό Όργανο των Γεωτεχνικών και εισπράττοντας τις ανησυχίες συναδέλφων από όλη την Ελλάδα, επιθυμεί να σας εκφράσει την έντονη ανησυχία της για το μέλλον του εμβληματικού Ελαιοκομικού Τομέα στη χώρα μας εξαιτίας της ανεπάρκειας των όποιων προβλεπόμενων πολιτικών και μέτρων, τα οποία ως Δημόσιοι Λειτουργοί θεωρούμε αναντίστοιχα της σπουδαιότητας του Τομέα αυτού.
Ο Οδυσσέας Ελύτης είχε αναφέρει ότι εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα κλήμα και μια βάρκα. Και εάν με τα ίδια μπορείς να την ξαναφτιάξεις, τότε εύλογα διερωτάται κανείς αν οι πολιτικές που ακολουθούνται σήμερα είναι ικανές και επαρκείς να στηρίξουν την Νο1 καλλιέργεια της χώρας μας: την ελαιοκαλλιέργεια, συστατικό στοιχείο της Ελλάδας και κατά τον νομπελίστα Ελύτη.
Η ελαιοκαλλιέργεια έχει ανεβάσει τη χώρα μας στην τρίτη θέση των ελαιοπαραγωγών χωρών παγκοσμίως με την ποιότητα (ποιοτικά και οργανοληπτικά χαρακτηριστικά που δίνουν την ευκαιρία ακόμη και για την εμπορία με ισχυρισμό διατροφής και υγείας) του ελληνικού ελαιολάδου να είναι ασυναγώνιστη καθιστώντας μας πρωταθλητές παγκόσμια, ενώ παράλληλα ο κλάδος της επιτραπέζιας ελιάς εμφάνισε ρεκόρ εξαγωγών την περυσινή χρονιά. Αναλογιστείτε έναν άλλο Τομέα στον οποίο είμαστε παγκόσμια πρωτοπόροι, πάρτε ως παράδειγμα την ποντοπόρο ναυτιλία και ψάξτε πως ως πολιτεία έχουμε ειδικές προβλέψεις για αυτήν.
Και ενώ θα περίμενε κανείς ότι οι Έλληνες αρμόδιοι θα έδιναν την δέουσα σημασία στην ελαιοκαλλιέργεια, παρόλα αυτά, δεν φαίνεται να δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα στο Στρατηγικό Σχέδιο της νέας ΚΑΠ, βαρύτητα που της ανήκει και που θα την αναγνώριζε ως θεμελιακό στοιχείο της Ελληνικής Γεωργίας αλλά και αυταπόδεικτο σήμα κατατεθέν του Ελληνικού Πολιτισμού και του αγροτικού μας περιβάλλοντος.
Η εκούσια έλλειψη βαρύτητας στην νούμερο ένα δενδρώδη καλλιέργεια γίνεται χαρακτηριστική μέσα από την εκπεφρασμένη δημόσια άποψη που έχει διατυπωθεί από τον Γενικό Γραμματέα Αγροτικής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων του Υπ.Α.Α.Τ. κ. Μπαγινέτα, σε απάντηση των αιτημάτων Παραγωγικών Φορέων για την μεγαλύτερη ενίσχυση της ελαιοκαλλιέργειας, στο πλαίσιο της νέας ΚΑΠ 2023-2027. Άποψη κατά την οποία η ελαιοκαλλιέργεια δεν χρειάζεται πρόσθετη στήριξη καθώς τυγχάνει να έχει πολλούς ετεροεπαγγελματίες μιας και μόλις το 20% των εκμεταλλεύσεων κατέχονται από επαγγελματίες Αγρότες!! Άποψη η οποία ακόμη και αν αρχικά διατυπώθηκε από τον προαναφερθέντα Γενικό Γραμματέα, εκ του αποτελέσματος φαίνεται ότι υιοθετήθηκε από το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας του Υπ.Α.Α.Τ..
Πρέπει να σας αναφέρουμε ότι πέραν του ότι η υψηλή συμμετοχή ετεροεπαγγελματιών στους κλάδους της Γεωργικής Παραγωγής αποτελεί χαρακτηριστικό της Ελληνικής Γεωργίας γενικότερα, οι κύριοι στόχοι της ΚΑΠ είναι η ενίσχυση της παραγωγής ασφαλών και ποιοτικών τροφίμων και η ενίσχυση για τη διατήρηση της Περιβαλλοντικής Αειφορίας και του Αγροτικού Περιβάλλοντος. Για το λόγο αυτό οι ενισχύσεις χορηγούνται στους «ενεργούς Αγρότες», δηλαδή σε αυτούς που ασκούν αγροτική δραστηριότητα και όχι μόνο στους κατά κύριο επάγγελμα Αγρότες.
Επιπλέον, η αποδοχή τέτοιων λογικών περί ετεροεπαγγελματιών οδηγεί στον αποκλεισμό από το σύστημα ενισχύσεων χιλιάδων μικροϊδιοκτητών (κάτω των 4 στρεμμάτων) οι οποίοι όμως ως σύνολο αποτελούν κρίσιμη μάζα για την Ελληνική ελαιοκαλλιέργεια, με ό,τι επιπτώσεις μπορεί να έχει αυτό για την εγχώρια ελαιοπαραγωγή.
Φαίνεται όμως ότι μέσω της επίκλησης ύπαρξης των Ετεροεπαγγελματιών Ελαιοκαλλιεργητών προφανώς προκρίθηκε το «τσουβάλιασμα» της ελαιοκαλλιέργειας μέσα στην «περιφέρεια» βασικών ενισχύσεων των δενδρωδών καλλιεργειών, το οποίο συντελεί στην ανακατανομή της βασικής ενίσχυσης από τα υψηλής αξίας - πάλαι ποτέ – ιστορικά «ελαιοδικαιώματα» σε άλλα μικρότερης αξίας άλλων δενδρωδών καλλιεργειών. Η προσπάθεια σύγκλισης εντός μιας «περιφέρειας» ενισχύσεων, πέρα από το αφήγημα της «δίκαιης κατανομής», πρακτικά σημαίνει μεταφορά ενισχύσεων από καλλιέργειες (εν προκειμένω ελιά) – άρα και περιοχές όπου υπάρχουν – σε άλλες αλλιέργειες και συνεπώς σε άλλες περιοχές. Έτσι η κατέχουσα εξέχουσα θέση σε στρέμματα αλλά και σε όγκο παραγωγής ελαιοκαλλιέργεια «αιμορραγεί» ως προς την βασική ενίσχυση προς ήσσονος σημασίας δενδρώδεις καλλιέργειες (σε εκτάσεις, παραγωγή αλλά και μοναδική εμπορικότητα-brand) με τις οποίες μπαίνει στο ίδιο σακί ως προς την βασική ενίσχυση.
Και στον Τομέα όμως των συνδεδεμένων ενισχύσεων, η μεταφορά αυτή και αιμορραγία του Ελαιοκομικού Κλάδου διευκολύνεται από την πολιτική επιλογή να μην στηριχθεί ο κλάδος επιτραπέζιας ελιάς, έστω και για την εμβληματική ποικιλία Καλαμών, όπως συνέβη π.χ. στα μήλα, μέσω των συνδεδεμένων ενισχύσεων. Αντί λοιπόν να ενισχυθεί περαιτέρω ο Τομέας, με ενίσχυση παραγωγής ποιοτικών προϊόντων, επιλέγεται η πλήρης απένταξή του από το σύστημα συνδεδεμένων ενισχύσεων, σαν να μην είναι γνωστό ότι η επιτραπέζια ελιά βάλλεται εμπορικά από ανταγωνίστριες χώρες οι οποίες καπηλεύονται το εμπορικό μας όνομα «Καλαμών», την ίδια στιγμή που θα έπρεπε να στηριχθεί η επέκταση της καλλιέργειας αυτής, ειδικά σε παραδοσιακές περιοχές της Νότιας Πελοποννήσου όπου φυλλοροεί.
Το πρόβλημα της αναιμικής στήριξης της ελαιοκαλλιέργειας επιτείνεται και από την πρόταση εφαρμογής παρεμβάσεων μέσω των νεοσεισερχόμενων στην ΚΑΠ λεγόμενων «οικολογικών σχημάτων» όπου η οικονομική ενίσχυση που προβλέπεται για την ένταξη σε αυτά δεν αντανακλά ούτε στο ελάχιστο τις δεσμεύσεις που πρέπει να αναληφθούν για την λήψη της. Ακόμη και αν δεχτούμε ότι το μέχρι τώρα πρασίνισμα είχε ως προϋπόθεση την τήρηση κωδίκων ορθής Γεωργικής πρακτικής, οι απαιτήσεις πλέον πολλαπλασιάζονται σε σχέση και με την εφαρμογή νέων μεθόδων ελέγχου (monitoring) και περιπλέκουν περισσότερο τα πράγματα.
Πέρα όμως από την χρηματοδότηση του Ελαιοκομικού Τομέα από τον πρώην πρώτο πυλώνα και στον Τομέα της Εμπορίας της ελιάς και του ελαιολάδου, υπάρχουν πολλές φωνές που κάνουν λόγο για εκτεταμένα φαινόμενα «μη συμμορφώσεων», τα οποία ο Ελεγκτικός Μηχανισμός του ΕΦΕΤ αδυνατεί να αντιμετωπίσει λόγω υποστελέχωσης, απαξίωσης αλλά και ελλείμματος οράματος και στρατηγικής όλα τα τελευταία χρόνια. Συνέπεια της έλλειψης επαρκών ελέγχων στην αγορά είναι αφενός να κινδυνεύει η τιμή του Παραγωγού και αφετέρου να αμφισβητείται η γνησιότητα και η ποιότητα του ξακουστού Ελληνικού «έξτρα παρθένου ελαιόλαδου» και των επιτραπέζιων ελιών ποικιλίας «Καλαμών».
Η εξαιρετική πρωτοβουλία, επί υπουργίας του κ. Λιβανού, για την στοχευμένη αντιμετώπιση των προβλημάτων του κλάδου, φαίνεται ότι έχει μείνει στα αζήτητα καθώς ουδείς γνωρίζει τι απέγιναν οι προτάσεις που κατέθεσε η Ομάδα Εργασίας για την ανάπτυξη Εθνικής Στρατηγικής στον Τομέα του ελαιολάδου που είχε συσταθεί τον Οκτώβριο του 2021. Δε θέλουμε να πιστέψουμε ότι οι προτάσεις της δεν έτυχαν σχετικής «έγκρισης» από τους γνωστούς Επαγγελματίες λομπίστες Συνδικαλιστές μιας και δεν διαθέτουν τέτοιες καλλιέργειες στα μέρη τους.
Στον Τομέα των συλλογικοτήτων, οι Οργανώσεις Παραγωγών του κλάδου ακόμα αναμένουν με αγωνία την έκδοση σχετικής ΥΑ για τα νέα προγράμματα των Οργανώσεων Ελαιουργικών Φορέων. Η προκήρυξη των νέων προγραμμάτων για την φετινή χρονιά έπρεπε να είχε βγει ήδη και ακόμα αγνοείται η τύχη της.
Ακόμη και εκεί που φαίνεται ότι «καλά πήγε αυτό», καθιστώντας βέβαια το Υπ.Α.Α.Τ. Υπουργείο Αγροτικών Αποζημιώσεων, ήταν στην ανέμελη χορήγηση ενισχύσεων και αποζημιώσεων λόγω του COVID, του παγετού, του πολέμου της Ουκρανίας κ.α.. Αλλά ακόμα και εκεί οι εξαγγελίες με την πραγματικότητα απέχουν παρασάγγας. Οι επιπτώσεις των καιρικών φαινομένων, της κλιματικής αλλαγής, του πολέμου και της πανδημίας εκδηλώθηκαν κυρίως και κατά προτίμηση μόνο στα πυρηνόκαρπα και όχι στις ελιές.
Εάν σε αυτά συμπεριληφθεί και η Νομοθετική εμπλοκή του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την παροχή δυνατότητας απαλλοτρίωσης ιδιωτικών εκτάσεων (άρα και ελαιώνων) για την υλοποίηση έργων σχετικών με ΑΠΕ, τότε από όλα τα ανωτέρω συνάγεται ότι η ελαιοκαλλιέργεια στη χώρα μας εισέρχεται σε επικίνδυνα μονοπάτια απαξίωσης και εγκατάλειψης, δείχνει δε την απομόνωση του Υπ.Α.Α.Τ. από την διαφύλαξη της Αγροτικής Παραγωγής.
Βέβαια, την ίδια στιγμή που στην χώρα μας γίνονται τα παραπάνω οι άλλοι δύο βασικοί ανταγωνιστές μας, η Ισπανία και η Ιταλία, θωράκισαν την ελαιοκαλλιέργεια μέσα από τα στρατηγικά τους σχέδια για την ΚΑΠ με διάφορα ειδικά μέτρα όπως εντάσσοντας μέρος ή το σύνολο των ελαιώνων τους στις συνδεδεμένες ενισχύσεις και φυσικά διαθέτοντας όλες τις απαραίτητες Διοικητικές Υποδομές για να στηρίξουν τον κλάδο, την ίδια στιγμή που το ελληνικό Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, πολυδιασπασμένο σε Φορείς, Οργανισμούς και την εμβληματική κατά τον Υπουργό Εσωτερικών κ. Βορίδη «πολυεπίπεδη διακυβέρνηση» παραπαίει, αδύναμο να παρακολουθήσει τις εξελίξεις.
Κατόπιν τούτων, σας καλούμε να αντιληφθείτε την κρισιμότητα της στιγμής και να υλοποιηθούν άμεσα, ειδικά μέτρα και δράσεις για τη στήριξη της ελαιοκαλλιέργειας της χώρας πριν είναι πολύ αργά, άλλως ο Αγροτικός Κόσμος γνωρίζει ότι .....«έχουμε ελιές και ελίδια, έχουμε και αγριελίδια».