«Η μη τήρηση των προβλεπόμενων διαδικασιών που απορρέουν από το νομικό πλαίσιο που διέπει τα βιοκαύσιμα, πρωτίστως από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και δευτερευόντως από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης έχει οδηγήσει τόσο τους παραγωγούς βιοκαυσίμων όσο και τους αγρότες σε αδιέξοδο».
"Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί τα δύο τελευταία χρόνια στον κλάδο των ανανεώσιμων καυσίμων μάς αναγκάζει να απευθυνθούμε δημοσίως προς όλους του φορείς αλλά και τους Έλληνες αγρότες, οι οποίοι δικαίως βρίσκονται σε σύγχυση σχετικά με τις αποφάσεις που πρέπει να λάβουν για τις επερχόμενες εαρινές καλλιέργειες", αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο Σύνδεσμος Βιοκαυσίμων και Βιομάζας Ελλάδας.
Ο ΣΒΙΒΕ τονίζει στη συνέχεια:
Συγκεκριμένα, η μη τήρηση των προβλεπόμενων διαδικασιών που απορρέουν από το νομικό πλαίσιο που διέπει τα βιοκαύσιμα, πρωτίστως από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και δευτερευόντως από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης έχει οδηγήσει τόσο τους παραγωγούς βιοκαυσίμων όσο και τους αγρότες σε αδιέξοδο. Μάλιστα, η πρωτοφανής αδιαφορία του ΥΠ.ΕΝ. έχει δημιουργήσει στρεβλώσεις, συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού και αβεβαιότητα σε όλο το φάσμα της αγοράς με αποτέλεσμα να προκύπτει το εύλογο ερώτημα αν η αδιαφορία από πλευράς Υπουργείου αγγίζει τα όρια της ανοχής σε φαινόμενα προνομιακής μεταχείρισης συγκεκριμένων εταιρειών.
Η αγορά βιοντίζελ στην Ελλάδα είναι μία αγορά που διέπεται από τους νόμους 3054/2002 και 4062/2012 που ρυθμίζουν κάθε λεπτομέρεια για τη λειτουργία της. Ο βασικός πυλώνας λειτουργίας της αγοράς είναι η κατανομή ποσοτήτων σε δικαιούχους παραγωγούς βιοκαυσίμων με βάση κυρίως την απορρόφηση Ελληνικών αγροτικών α’ υλών μέσα από συμβολαική γεωργία αλλά και άλλων κριτηρίων. Από το 2005 όταν και λειτούργησε για πρώτη φορά αυτό το πλαίσιο, η συμβολαική γεωργία ενεργειακών ελαιούχων σπόρων έδωσε μία πολύ μεγάλη διέξοδο στους Έλληνες αγρότες να καλλιεργήσουν μετά από πολλά χρόνια ηλίανθο και ελαιοκράμβη σε μεγαλύτερη κλίμακα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι συγκεκριμένες καλλιέργειες να «ανθίσουν» σε τέτοιο βαθμό ώστε μέχρι πέρυσι να καλλιεργούνται σε πανελλήνια κλίμακα περίπου 1.000.000 στρέμματα από σχεδόν 25.000 ελληνικές αγροτικές οικογένειες. Μάλιστα το αγροτικό εισόδημα από αυτές τις καλλιέργειες άγγιζε τα 100.000.000€.
Για να μπορεί όμως εύρυθμα να λειτουργήσει το συγκεκριμένο πλαίσιο απαιτείται από το ΥΠΕΝ η τήρηση της νομοθεσίας. Συγκεκριμένα θα πρέπει κάθε χρόνο να καθορίζονται οι συνολικές ποσότητες βιοντίζελ που πρέπει να διοχετευτούν στην αγορά που είναι ίσες με το 7% της κατανάλωσης του πετρελαίου κίνησης στην Ελλάδα. Με βάση τις πραγματικές καταναλώσεις που προκύπτουν από τα επίσημα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. η κατανομή ποσοτήτων βοντίζελ στην Ελλάδα θα έπρεπε να είναι από 150.000 -180.000 m3 κάθε χρόνο. Επίσης το ΥΠ.ΕΝ. εφαρμόζοντας τη νομοθεσία θα έπρεπε να εκδίδει κάθε χρόνο την απόφαση κατανομής μέχρι το τέλος Δεκέμβρίου ώστε να μπορεί η αγορά να λειτουργεί ομαλά. Αντ’αυτού το ΥΠ.ΕΝ. για λόγους που δεν έχουν εξηγηθεί ακόμη αποφάσισε μονομερώς να εκδώσει για το 2021 μία απόφαση κατανομής 110.000m3 αυτούσιου βιοντίζελ κι έκτοτε να σταματήσει να τηρεί τις υποχρεώσεις του που απορρέουν εκ του νόμου.
Οι παραπάνω ενέργειες, παραλείψεις και αδικαιολόγητες αποφάσεις από πλευράς ΥΠ.ΕΝ. είχαν ως αποτέλεσμα να φτάσουμε στο έτος 2023 όπου 50.000-60.000m3 βιοντίζελ να εισάγονται από τα διυλιστήρια και τις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών ως επί τω πλείστων από τρίτες χώρες, μέσω χωρών της Ε.Ε., με άγνωστης προέλευσης και εγκυρότητας πιστοποιητικά αειφορίας εις βάρος των αειφόρων ελληνικών ενεργειακών α’ υλών. Το τελευταίο δεν είναι ένα αυθαίρετο συμπέρασμα αλλά αποτελεί σοβαρό κίνδυνο μιας και η χώρα μας (μαζί με άλλες), με την ανοχή του ΥΠ.ΕΝ., εισάγει ρύπους από χώρες όπως είναι η Κίνα μέσω άλλων Ευρωπαϊκών χωρών κάτι που έχει ήδη μπει στο μικροσκόπιο της Ε.Ε. σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Επίσης, λόγω των παραλείψεων του ΥΠ.ΕΝ, η μη έκδοσης της κατανομής έχει “θολώσει” τα νερά του υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά βιοντίζελ καθώς παραμένει άγνωστο αν εταιρείες στις οποίες δόθηκε η άδεια να πωλούν βιοντίζελ στην Ελληνική αγορά το 2021 τηρώντας συγκεκριμένα κριτήρια, τηρούν ακόμη αυτά που προβλέπει ο νόμος ή αποκομίζουν εκατομμύρια ευρώ χωρίς κανένα έλεγχο υπό την ανοχή του Υπουργείου.
Το σημαντικότερο όμως πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί, είναι ότι ενώ απομένουν πολύ λίγες μέρες μέχρι να κλείσει το παράθυρο σποράς των ενεργειακών καλλιεργειών, η συνειδητή ή ασυνείδητη άρνηση του ΥΠ.ΕΝ. να εφαρμόσει το νόμο έχει οδηγήσει το σύνολο σχεδόν των παραγωγών βιοντίζελ να μην μπορούν να συνάψουν συμβάσεις με τους Έλληνες αγρότες καθώς είναι εντελώς αβέβαιο αν η παραγωγή τους θα μπορέσει να απορροφηθεί.
Για τους παραπάνω λόγους, πραγματοποιήθηκε συνάντηση μεταξύ εκπροσώπων του Σ.ΒΙ.Β.Ε. και των Υπουργών, Περιβάλλοντος κ. Σκρέκα και Αγροτικής Ανάπτυξης κ. Γεωργαντά τη Δευτέρα 10/4/2023 όπου είχαμε την ευκαιρία να εκθέσουμε όλα τα παραπάνω προβλήματα. Παρά τις δεσμεύσεις των Υπουργών ώστε να τηρηθούν όσο ο Νόμος προβλέπει, δεν έχει υπάρξει καμία εξέλιξη μέχρι σήμερα με αποτέλεσμα να οδηγούμαστε ολοταχώς σε καταστροφή της καλλιέργειας των ενεργειακών φυτών στη χώρα μας και την απώλεια ενός σημαντικού εισοδήματος 25.000 αγροτικών οικογενειών, με μοναδικούς επωφελούμενους από τη συγκεκριμένη εξέλιξη τους εισαγωγείς ποσοτήτων από τρίτες χώρες και αυτούς που δεν τηρούν όσα προβλέπει η νομοθεσία με την ανοχή των Υπουργείων.
Ολοκληρώνοντας, ο Σ.ΒΙ.ΒΕ. ως μοναδικός θεσμικός εκπρόσωπος των παραγωγών βιοκαυσίμων στην Ελλάδα θα ήθελε να ενημερώσει τους Έλληνες αγρότες ότι από τη πρώτη μέρα εφαρμογής των νόμων που διέπουν την κατανομή βιοντίζελ στάθηκε υπέρμαχος της συμβολαιακής γεωργίας των ενεργειακών φυτών. Δυστυχώς, υπό τις παρούσες συνθήκες και ενώ καταβάλαμε κάθε προσπάθεια να τηρηθούν τα προβλεπόμενα, το αρμόδιο Υπουργείο έχει επιλέξει να οδηγήσει συνειδητά αυτό το αγροτικό κομμάτι και κατ’επέκταση την Ελληνική παραγωγή βιοκαυσίμων σε μαρασμό. Για τους ποιους οφελεί η συγκεκριμένη εξέλιξη δημιουργεί αμείλικτα ερωτήματα τα οποίο μόνο οι αρμόδιοι Υπουργοί μπορούν να απαντήσουν. Ο Σ.ΒΙ.Β.Ε διαχρονικά αποτέλεσε αρωγό στις προσπάθειες των αρμοδίων να εξελίξουν το πλαίσιο, με γνώμονα τη τήρηση των νόμων και την ανάπτυξη της Ελληνικής παραγωγής τόσο των ενεργειακών σπόρων, όσο και βιοκαυσίμων αλλά δυστυχώς πλέον αποδεικνύεται ότι τα συμφέροντα των ολίγων είναι υπεράνω των πολλών και κυρίως υπεράνω του νόμου.