Πάνω από 500 δισ. ευρώ επιστρέφουν στην ΕΚΤ οι ευρωπαϊκές τράπεζες
Περισσότερα από 12 δισ. ευρώ θα επιτρέψουν οι ελληνικές τράπεζες στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τα οποία αφορούν την αποπληρωμή των φθηνών δανείων που έλαβαν στη διάρκεια της πανδημίας (TLTRO).
Συγκεκριμένα, οι ελληνικές τράπεζες έχουν ήδη αποπληρώσει σημαντικό μέρος των TLTROs και σήμερα η Εθνική αποπληρώνει 3,15 δισ. ευρώ (υπόλοιπο 1,9 δισ.), η Alpha Bank 5 δισ. (κι απομένουν άλλα 4 δισ.) και η Eurobank 4,3 δισ. (με το υπόλοιπο να ανέρχεται σε 4 δισ. ευρώ). Η Τράπεζα Πειραιώς δεν έχει αποπληρωμές σήμερα, αλλά έχει ήδη επιστρέψει 9 δισ. ευρώ από το σύνολο των 14,5 δισ. ευρώ που είχε λάβει.
Σε σύνολο, τα χρήματα που θα επιστρέψουν οι ευρωπαϊκές τράπεζες στην ΕΚΤ θα ξεπεράσουν τα 500 δισ. ευρώ, κάτι που σύμφωνα με αναλυτές, θα φέρει την πλεονάζουσα ρευστότητα στα 3,6 τρισ. ευρώ και κοντά στα επίπεδα του Φεβρουαρίου του 2021.
Το πρόγραμμα στοχευμένων πράξεων μακροχρόνιας αναχρηματοδότησης, TLTRO III, ενεργοποιήθηκε έπειτα από το ξέσπασμα της πανδημίας το 2020 ώστε να μπορούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες να συνεχίσουν να στηρίζουν την οικονομία εν μέσω των γενικευμένων lockdowns.
Είχαν προηγηθεί το TLTRO I το 2014 και το TLTRO II το 2016. Από το τέταρτο τρίμηνο του 2022 οι τράπεζες της Ευρωζώνης έχουν αρχίσει να αποπληρώνουν πρόωρα αυτά τα δάνεια, τα οποία είχαν κορυφωθεί στα 2,2 τρισ. ευρώ στα μέσα του 2021 (ή στο 20% της συνολικής ρευστότητας του ευρωσυστήματος), έπειτα από σχετική σύσταση της ΕΚΤ στο πλαίσιο της στρατηγικής μείωσης του ισολογισμού της.
Μετά τη σημερινή αποπληρωμή, η οποία είναι η μεγαλύτερη που έχει γίνει μέχρι στιγμής και οι τράπεζες είχαν εννέα μήνες για να προετοιμαστούν, το υπόλοιπο αυτών των δανείων θα διαμορφωθεί στα 600 δισ. ευρώ περίπου, που θα πρέπει να εξοφληθεί έως το τέλος του 2024, σε τρεις φάσεις.
Αυτά τα δάνεια είχαν επιτρέψει στις τράπεζες, πέρα από τη χορήγηση δανείων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, να μεγαλώσουν τα «μαξιλάρια» ρευστότητάς τους καθώς και να ενισχύσουν τα μεγέθη τους αφού δανείζονταν από την ΕΚΤ με αρνητικό επιτόκιο, το οποίο έφθανε έως και το -1%, πολύ χαμηλότερα από το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ.
Η ΕΚΤ έχει μάλιστα υπολογίσει ότι αυτά τα δάνεια μείωσαν τα επιτόκια δανεισμού έως και 60 μονάδες βάσης, που ισοδυναμεί με μεγάλη μείωση επιτοκίων. Ορισμένες τράπεζες αύξησαν επίσης την κερδοφορία τους, λαμβάνοντας αυτά τα δάνεια και επανακαταθέτοντάς τα πίσω στην ΕΚΤ για να κερδίσουν υψηλότερους τόκους.