Μόλις 9% πάνω από τα ιστορικά χαμηλά στην Ε.Ε.
Οι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτιμούν ότι οι εννέα παραγωγικές χώρες του μπλοκ των 27 μελών θα αποδώσουν 1,5 εκατομμύρια τόνους ελαιολάδου την καλλιεργητική περίοδο 2023/24.
Ως αποτέλεσμα μιας άλλης συγκομιδής κάτω του μέσου όρου και της τρέχουσας έλλειψης στην αγορά, οι τιμές του ελαιολάδου είναι πιθανό να παραμείνουν υψηλές. Σύμφωνα με την έκθεση βραχυπρόθεσμων γεωργικών προοπτικών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι συνθήκες αυτές θα επηρεάσουν σημαντικά την κατανάλωση ελαιολάδου στην Ευρώπη.
Εάν επαληθευτεί η εκτίμηση της Ε.Ε., η παραγωγή κατά την καλλιεργητική περίοδο 2023/24 θα είναι 9% πάνω από το ιστορικό χαμηλό της προηγούμενης περιόδου, όταν παρήχθησαν 1,384 εκατομμύρια τόνοι. Μεταξύ 2017/18 και 2021/22, η Ε.Ε. παρήγαγε κατά μέσο όρο 2,13 εκατομμύρια τόνους ελαιολάδου ετησίως.
Οι αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες σημείωσαν ότι τρεις από τις τέσσερις μεγάλες ελαιοπαραγωγικές χώρες του μπλοκ αντιμετώπισαν δύσκολες συγκομιδές, με εξαίρεση την Ιταλία.
Οι ιταλικοί ελαιώνες επωφελήθηκαν από τις άφθονες βροχοπτώσεις την άνοιξη, οι οποίες επηρέασαν αρνητικά την ανθοφορία σε αρκετές περιοχές, αλλά βοήθησαν στη διατήρηση της ελαιοπαραγωγής στο νότο της χώρας. Εν τω μεταξύ, οι παραγωγοί στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα αντιμετώπισαν μια ζεστή και ξηρή άνοιξη.
Το καλοκαίρι δεν πήγε πολύ καλύτερα στην Ισπανία και την Πορτογαλία, καθώς τα αποτελέσματα κάποιων βροχοπτώσεων περιορίστηκαν από καύσωνες και συνθήκες που ευνοούσαν τη μύγα του δάκου και τις μολύνσεις από παράσιτα της ελιάς.
Η Ε.Ε. αναμένει ότι η απόδοση της Ελλάδας σε ελαιόλαδο θα μειωθεί κατά 20% την καλλιεργητική περίοδο 2023/24, καθώς η χώρα εισέρχεται σε μια "εκτός έτους" στον εναλλασσόμενο κύκλο καρποφορίας των ελαιόδεντρων.
Εκτός από τη μειωμένη παραγωγή, η Ε.Ε. αντιμετωπίζει επίσης χαμηλά αποθέματα ελαιολάδου. Σύμφωνα με τις Βρυξέλλες, η νέα καλλιεργητική χρονιά ξεκίνησε με μόλις 307.000 τόνους. Συγκριτικά, η Ε.Ε. ξεκίνησε την προηγούμενη με 670.000 τόνους ελαιολάδου.
Ο εφοδιασμός της Ε.Ε. αναμένεται να υποστηριχθεί εν μέρει από εισαγωγές 160.000 τόνων ελαιολάδου, ποσότητα που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την Τυνησία, όπου η παραγωγή ελαιολάδου αναμένεται να ανακάμψει.
Ακόμα κι έτσι, η Ε.Ε. προβλέπει ότι η αγορά ελαιολάδου θα παραμείνει σφιχτή, με αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών μέχρι και την επόμενη άνοιξη.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι τιμές του έξτρα παρθένου ελαιολάδου στο Jaén της Ισπανίας, τη μεγαλύτερη ελαιοπαραγωγική περιοχή στον κόσμο, έφτασαν στα τέλη Αυγούστου τα 820 ευρώ ανά 100 κιλά, την υψηλότερη τιμή που έχει καταγραφεί ποτέ και σχεδόν τρεις φορές υψηλότερη από τον μέσο όρο των τελευταίων πέντε ετών.
Οι τιμές για το παρθένο ελαιόλαδο και το ελαιόλαδο λαμπάντε ακολούθησαν παρόμοια τάση.
Η άνοδος των τιμών του ελαιολάδου σε συνδυασμό με τη μείωση της παραγωγής αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά τις εξαγωγές ελαιολάδου της Ε.Ε. τους επόμενους μήνες.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι εξαγωγές έχουν μειωθεί κατά 40% μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου 2023 σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, ενώ οι αποστολές στο εξωτερικό μεταξύ Οκτωβρίου 2022 και Ιουνίου 2023 μειώθηκαν κατά 23%.
Σύμφωνα με τις Βρυξέλλες, οι τιμές ρεκόρ του ελαιολάδου επηρεάζουν επίσης την κατανάλωση στις μη παραγωγικές χώρες της Ε.Ε., η οποία αναμένεται να μειωθεί στους 280.000 τόνους την τρέχουσα καλλιεργητική περίοδο από 290.000 τόνους την προηγούμενη.
Στις τέσσερις κύριες παραγωγικές χώρες, η κατανάλωση αναμένεται να μειωθεί από 1,02 εκατ. τόνους το 2022/23 σε 950.000 τόνους το 2023/24. Συνολικά, η κατανάλωση ελαιολάδου στην Ε.Ε. αναμένεται να μειωθεί κατά έξι τοις εκατό.