Επιστρέφει όμως δυναμικά και το χύμα ελαιόλαδο
Υπό τις νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί αυτό που δείχνει να κερδίζει έδαφος είναι η συσκευασία του δεκαεξάκιλου τενεκέ με το χύμα ελαιόλαδο.
Το ελαιόλαδο τείνει να γίνει είδος πολυτελείας σπάζοντας το ένα ρεκόρ τιμής μετά το άλλο. Πολλοί καταναλωτές βρίσκονται σε απόγνωση καθώς στα ράφια των σούπερ μάρκετ η τιμή του «πράσινου χρυσού» σκαρφαλώνει συνέχεια. Ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί ήταν η τιμή του να φτάνει τον Σεπτέμβριο 17 φορές πάνω από αυτή του αργού πετρελαίου!
Τα παραπάνω δεδομένα μόνο απαρατήρητα δεν περνούν από τους καταναλωτές με τη ζήτηση του τυποποιημένου ελαιόλαδου στην εσωτερική αγορά να είναι φθίνουσα και το χύμα ελαιόλαδο να κερδίζει έδαφος.
Πώς οδηγηθήκαμε εδώ
Η Ισπανία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός ελαιολάδου στον κόσμο και ακολουθούν η Ελλάδα και η Ιταλία. Η παραγωγή της Μεσογείου καλύπτει το 70% του παγκόσμιου εμπορίου ελαιολάδου, σύμφωνα με στοιχεία που έχουν κατά καιρούς δημοσιευτεί, γράφει ο Economist.
Οι τιμές έχουν εκτοξευτεί.
Το μεσογειακό κλίμα είναι φυσικά ιδανικό για τα ελαιόδεντρα. Ή… ήταν, γιατί η κλιματική αλλαγή έχει σαρώσει όλα όσα γνωρίζαμε και θεωρούσαμε δεδομένα. Έτσι, η αυξανόμενη ζήτηση συμπίπτει με τη μειωμένη προσφοράς λόγω μειωμένης παραγωγής.
Τα παρατεταμένα κύματα θερμότητας, οι ξηρασίες και τα ακραία καιρικά φαινόμενα έφεραν ως αποτέλεσμα να μειωθεί κατά 40% η παραγωγή ελαιολάδου στην ΕΕ οδηγώντας σε αύξηση των τιμών. Η αύξηση των επιτοκίων και του κόστους εισροών για τους καλλιεργητές έδωσαν περαιτέρω ώθηση στις ήδη ανεβασμένες τιμές.
Οι τιμές χονδρικής στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα ο Δεκέμβριος μπήκε δυναμικά, καταγράφοντας ρεκόρ στην τιμή ελαιόλαδου, σε συμφωνία, που «κλείστηκε» στη Λακωνία.
Ειδικότερα, ο Αγροτικός Ελαιοκομικός Συνεταιρισμός Μεταμόρφωσης συμφώνησε με ελληνική εταιρεία εμπορίας ελαιολάδου για πώληση στα 9,364 ευρώ/κιλό. Η τιμή αυτή, αφορά ένα βυτίο (περίπου 20 τόνοι) έξτρα παρθένου ελαιολάδου.
Μόλις την περασμένη βδομάδα ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Αγίων Αποστόλων ανακοίνωσε ότι προχώρησε στην πώληση 2 βυτίων εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου, εσοδείας 2023-2024, σε ιταλική εταιρεία, στην τιμή των 9,05 ευρώ το κιλό, ενώ στα τέλη του Νοεμβρίου, ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Βλαχιώτη έκλεισε συμφωνία για ένα βυτίο (27 τόνους) έξτρα παρθένου ελαιόλαδου, εσοδείας 2023-24και οξύτητας 0,4 προς 8,80 ευρώ/κιλό.
Επιστρέφει δυναμικά το χύμα ελαιόλαδο
Υπό τις νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί αυτό που δείχνει να κερδίζει έδαφος είναι η συσκευασία του δεκαεξάκιλου τενεκέ με το χύμα ελαιόλαδο.
Σύμφωνα με στοιχεία της Nielsen, στη διάρκεια του 2023, η κατανάλωση τυποποιημένου ελαιολάδου οδεύει μειούμενη κατά περίπου 18% ενώ οι εκτιμήσεις για το 2024 είναι ακόμη πιο οδυνηρές για τους παραγωγούς τυποποιημένου ελαιόλαδου.
Η μείωση της ζήτησης σε τυποποιημένο ελαιόλαδο δεν σημαίνει όμως απαραίτητα και μείωση της κατανάλωσης.
Εξαιτίας της αλματώδης αύξησης της τιμής δυναμικά επιστρέφει ο 16κιλός τενεκές. Το χύμα ελαιόλαδο πωλείται προς 160 ευρώ (τενεκές)μ δηλαδή, 10 ευρώ το λίτρο. Η διαφορά δεν είναι καθόλου αμελητέα και αποτελεί ισχυρό κίνητρο για σημαντική μερίδα καταναλωτών.
Ελαφρώς αυξημένη παραγωγή την περίοδο 2023-2024
Να σημειώσουμε πως σύμφωνα με τα στοιχεία της Nielsen, από τις συνολικές ποσότητες του τυποποιημένου ελαιόλαδου που καταναλώνονται στην εσωτερική αγορά: Ένα 60% αφορά στο έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και το υπόλοιπο 40% στο κλασικό παρθένο ελαιόλαδο.
Η συγκομιδή του ελαιοκάρπου αναμένεται να φτάσει φέτος τους 160.000 με 180.000 τόνους
Το μεγαλύτερο μερίδιο πωλήσεων, όπως είναι φυσιολογικό, κατέχει η Αττική και ακολουθεί η Θεσσαλονίκη. Μόνο τυχαίο δεν είναι πως σε Κρήτη και Πελοπόννησο οι πωλήσεις σε τυποποιημένο ελαιόλαδο είναι χαμηλές.
Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, η ελληνική παραγωγή – αν και ακόμα βρισκόμαστε σε περίοδο συγκομιδής του ελαιοκάρπου – αναμένεται να φτάσει φέτος τους 160.000 με 180.000 τόνους. Επίσης, σύμφωνα με το USDA, η παραγωγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία αντιπροσωπεύει το 70% των ελαιώνων παγκοσμίως, αναμένεται να φτάσει τους 1,8 εκατ. τόνους ελαιόλαδου (2023/2024), ποσότητα αυξημένη συγκριτικά με τους 1,4 εκατ. τόνους της προηγούμενης περιόδου.