Η συνολική «κατανάλωση» φυτοπροστατευτικών προϊόντων στη χώρα εκτιμάται σε 230.000 τόνους
Ο ρωσικός τομέας των αγροχημικών βιώνει δύσκολες στιγμές, καθώς οι δυτικές κυρώσεις και η ολοένα αυξανόμενη απομόνωση της Ρωσίας στη διεθνή σκηνή συνεχίζουν να ασκούν σοβαρές πιέσεις στον κλάδο και σε ολόκληρο τον ρωσικό γεωργικό τομέα.
Παρά το γεγονός ότι οι κορυφαίες μεγάλες εταιρείες αγροχημικών της Ρωσίας και κυρίως εταιρείες όπως η Shelkovo-Agrokhim και η Avgust κατάφεραν τους τελευταίους μήνες να αυξήσουν σημαντικά την παραγωγή τους σε μια κίνηση αντικατάστασης των εισαγωγών και των προμηθειών από τις μεγάλες δυτικές εταιρείες, η τρέχουσα κατάσταση στην αγορά παραμένει περίπλοκη.
Οι διαρκώς αυξανόμενες τιμές και η υφιστάμενη απειλή μονοπώλησης του κλάδου από λίγους μεγάλους παίκτες καθιστούν θολές τις περαιτέρω προοπτικές της αγοράς.
Ανοδική πορεία των τιμών
Από τον Μάρτιο του 2024, οι τιμές για τα περισσότερα από τα αγροχημικά που διατίθενται στη ρωσική αγορά έχουν αυξηθεί κατά 50% έως 60%, και ακόμη περισσότερο, σε ετήσια βάση, ενώ η αύξηση συνεχίζεται.
Ένας από τους λόγους αυτού είναι η τρέχουσα οικονομική κρίση στη Ρωσία και η έλλειψη ανταγωνισμού, καθώς πολλοί από τους παγκόσμιους παίκτες έχουν μειώσει σημαντικά την παρουσία τους στην τοπική αγορά.
Σε γενικές γραμμές, η γκάμα των ρωσικών αγροχημικών μειώθηκε σημαντικά μετά τις 24 Φεβρουαρίου 2022, ενώ πολλά από τα σημαντικά φάρμακα απλώς εξαφανίστηκαν από την αγορά.
Εν τω μεταξύ, η συνεχής αύξηση των τιμών των αγροχημικών έχει ήδη οδηγήσει σε σοβαρά οικονομικά προβλήματα και ακόμη και σε χρεοκοπίες πολλών Ρώσων αγροτών (κυρίως μικρών και μεσαίων), οι οποίοι δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν το αυξανόμενο κόστος παραγωγής.
Έλλειψη δραστικών συστατικών
Τέλος, ένα άλλο σημαντικό ζήτημα για τον ρωσικό τομέα αγροχημικών στις μέρες μας σχετίζεται με την έλλειψη δραστικών συστατικών για την παρασκευή των φυτοπροστατευτικών προϊόντων του.
Ιστορικά, οι περισσότερες ανάγκες της χώρας σε δραστικά συστατικά καλύπτονταν από εισαγωγές, ωστόσο μετά τις 24 Φεβρουαρίου 2022, οι προμήθειες των περισσότερων τέτοιων προϊόντων αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ακόμη και από τις λεγόμενες φιλικές χώρες.
Το γεγονός αυτό δημιουργούσε ακόμη και την απειλή κατάρρευσης ολόκληρου του τομέα των αγροχημικών της χώρας, αν και τους τελευταίους μήνες η κατάσταση έχει γενικά σταθεροποιηθεί.
Πρόσφατα, ορισμένες κορυφαίες ρωσικές αγροχημικές επιχειρήσεις ανακοίνωσαν τα σχέδιά τους να δημιουργήσουν την παραγωγή δραστικών συστατικών.
Αυτό επιβεβαιώθηκε επίσης από τον εκπρόσωπο του Υπουργού Βιομηχανίας και Εμπορίου της Ρωσίας Ντμίτρι Μαντούροφ - κρατικό αξιωματούχο, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την ανάπτυξη του τομέα των αγροχημικών στη ρωσική κυβέρνηση.
Όπως είπε σε συνέντευξή του, ήδη τώρα η Ρωσία υλοποιεί μια σειρά από επενδυτικά σχέδια για την παραγωγή δραστικών συστατικών, τα οποία χρειάζονται για την παρασκευή ορισμένων σημαντικών αγροχημικών, ενώ ορισμένα από αυτά τα έργα διεξάγονται σε συνεργασία με ξένους εταίρους.
Κινέζοι κατασκευαστές βοηθούν
Ένα από τα σημαντικότερα από τα έργα αυτά είναι αυτά που υλοποιεί η εταιρεία Avgust, ο μεγαλύτερος παραγωγός αγροχημικών της Ρωσίας, η οποία παράγει σήμερα τέτοια προϊόντα στο κινεζικό εργοστάσιο August-Hubei σε συνεργασία με Κινέζους εταίρους.
Το 2022, η Avgust επέκτεινε τη σειρά δραστικών συστατικών για φυτοφάρμακα που παράγονται στο εργοστάσιο. Εκτός από την προπικοναζόλη και την τεβουκοναζόλη, που προορίζονται για προϊόντα καταπολέμησης ασθενειών των φυτών, τέθηκαν σε παραγωγή τρία ακόμη δραστικά συστατικά: metamitron, imazamox και bentazone.
Αυτά είναι τα δραστικά συστατικά για προϊόντα καταπολέμησης ζιζανίων. Τα προϊόντα της εταιρείας προμηθεύονται όχι μόνο τις εγκαταστάσεις παραγωγής της εταιρείας Avgust στη Ρωσία και τη Δημοκρατία της Λευκορωσίας, αλλά και ξένους πελάτες.
Παρόλα αυτά, παρά την έναρξη των εν λόγω παραγωγών, η τρέχουσα παραγωγή τους δεν επαρκεί για την κάλυψη των υφιστάμενων ρωσικών αναγκών σε αγροχημικά καθώς και σε δραστικά συστατικά.
Αλλαγές κανονισμών
Υπάρχουν επίσης σοβαρές απειλές για την πλήρη αναστολή των ρωσικών δραστηριοτήτων εκείνων των παγκόσμιων μεγάλων εταιρειών, οι οποίες εξακολουθούν να συνεχίζουν τις εργασίες τους στην τοπική αγορά (και κυρίως οι γερμανικές BASF και Bayer AG καθώς και η Syngenta). Νωρίτερα οι εκπρόσωποί τους δήλωσαν ότι η περαιτέρω ανάπτυξη των ρωσικών δραστηριοτήτων τους θα εξαρτηθεί από την εξέλιξη της συνεχιζόμενης στρατιωτικής σύγκρουσης μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.
Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση εξετάζει την εφαρμογή πρόσθετων μέτρων στήριξης των εγχώριων παραγωγών αγροχημικών και των αγροτών. Στο πλαίσιο αυτών των σχεδίων, το Υπουργείο Γεωργίας θα απλοποιήσει τη διαδικασία καταχώρισης των φυτοπροστατευτικών προϊόντων.
Εάν επί του παρόντος επιτρέπονται μόνο ορισμένες μάρκες φυτοφαρμάκων και χημικών προϊόντων για την επεξεργασία συγκεκριμένων καλλιεργειών, σύμφωνα με τις σχεδιαζόμενες τροποποιήσεις, η κυβέρνηση θα επιτρέψει την καταχώριση του ίδιου του δραστικού συστατικού, ώστε οι εταιρείες να μπορούν να παράγουν φυτοπροστατευτικά προϊόντα για οποιαδήποτε καλλιέργεια.
«Κατανάλωση» φυτοπροστατευτικών προϊόντων
Σύμφωνα με τον Vladimir Alginin, επικεφαλής της Ρωσικής Ένωσης Παραγωγών Γεωργικών Χημικών, επί του παρόντος η συνολική «κατανάλωση» φυτοπροστατευτικών προϊόντων στη Ρωσία εκτιμάται σε 230.000 τόνους.
Από αυτούς, οι 160.000 τόνοι παράγονται στο εσωτερικό της χώρας, εκ των οποίων οι 40.000 τόνοι από διεθνείς εταιρείες, ενώ άλλοι 70.000 τόνοι εισάγονται από το εξωτερικό κυρίως από την Κίνα.
Σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο αναλυτών BusinesStat, όσον αφορά τη διάρθρωση της αγοράς, περίπου το 63%-65% των προϊόντων αφορά ζιζανιοκτόνα, ενώ τα υπόλοιπα είναι εντομοκτόνα και μυκητοκτόνα.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μιας άλλης ρωσικής εταιρείας ερευνών Fertilizer Daily Agency, το 2022 ο συνολικός κύκλος εργασιών της αγοράς θα φθάσει τα 70 δισ. ρούβλια (800 εκατ. δολάρια ΗΠΑ).
Περίπου το 75% της αγοράς αντιστοιχεί σε δύο κορυφαίους τοπικούς παίκτες, την JSC Firma Avgust και την JSC Shchelkovo Agrokhim, ενώ το υπόλοιπο σε παγκόσμιους μεγάλους παίκτες, οι οποίοι εξακολουθούν να συνεχίζουν τις δραστηριότητές τους στη ρωσική αγορά.
Σε γενικές γραμμές, το μερίδιο των εισαγωγών εξακολουθεί να είναι υψηλό και εκτιμάται στο 25%-30%. Σύμφωνα με στοιχεία του ρωσικού Υπουργείου Γεωργίας, η συνολική έκταση επεξεργασίας με αγροχημικά στη Ρωσία εκτιμάται σε περίπου 100 εκατομμύρια εκτάρια.