Έρχεται η τέλεια καταιγίδα στην αγορά ελαιολάδου;

Κλιματική αλλαγή, υψηλά επιτόκια και ισχυρός πληθωρισμός επηρεάζουν την αγορά

Η αγορά του ελαιολάδου θα πρέπει να περάσει από έναν «βαθύ μετασχηματισμό», καθώς αντιμετωπίζει μια από τις πιο δύσκολες στιγμές στην ιστορία της. Η προειδοποίηση αυτή έρχεται από την ισπανική Deoleo, την κορυφαία εταιρεία παραγωγής ελαιολάδου στον κόσμο.

Η κλιματική αλλαγή, που πυροδοτεί ακραία καιρικά φαινόμενα, τα υψηλά επιτόκια και ο ισχυρός πληθωρισμός συνθέτουν μία «τέλεια καταιγίδα», που επηρεάζει την αγορά ελαιολάδου σε όλη την αλυσίδα προσφοράς.

Δύο συνεχόμενα χρόνια καύσωνα στην Ισπανία είχαν ως αποτέλεσμα τη δραστική μείωση της συγκομιδής και ένα άνευ προηγουμένου ράλι τιμών που έχει σοκάρει τους καταναλωτές και τους βετεράνους του κλάδου. Η Ισπανία αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 40% της παγκόσμιας παραγωγής ελαιολάδου, με αποτέλεσμα να επηρεάζει τα μέγιστα το ύψος των τιμών.

«Αντιμετωπίζουμε μια από τις πιο δύσκολες στιγμές στην ιστορία του κλάδου», δήλωσε στο CNBC ο Miguel Angel Guzman, επικεφαλής πωλήσεων της Deoleo. «Ο ισχυρός πληθωρισμός μαζί με τα υψηλά επιτόκια και τις δυσμενείς προβλέψεις για τη συγκομιδή του ελαιολάδου (από άποψη ποσότητας και ποιότητας) έχει προκαλέσει σημαντική αύξηση των τιμών», εξήγησε.

Εκτίναξη των τιμών

Οι τιμές του έξτρα παρθένου ελαιολάδου στην ισπανική Ανδαλουσία έφτασαν στα ιστορικά υψηλά επίπεδα των 9,2 ευρώ ανά κιλό τον Ιανουάριο. Διαπραγματεύονταν περίπου 7,8 ευρώ στις 19 Απριλίου, σύμφωνα με τον δείκτη αναφοράς της Mintec, από περίπου 8 ευρώ στα τέλη Μαρτίου.

Οι τιμές του ελαιολάδου μειώθηκαν εν μέρει λόγω της ανόδου των εκτιμήσεων παραγωγής και των ευεργετικών βροχών τον Μάρτιο και τον Απρίλιο.

Η Deoleo, που έχει στο χαρτοφυλάκιό της σήματα ελαιολάδου όπως τα Bertolli και Carbonell, είπε ότι είναι πεπεισμένη ότι η τρέχουσα κατάσταση είναι κυκλική και αναμένει επιστροφή σε μια «πιο λογική κατάσταση τιμών» όταν οι μελλοντικές αποδόσεις της συγκομιδής επανέλθουν στα φυσιολογικά επίπεδα.

Αργεί η επιστροφή στην κανονικότητα

Ωστόσο, ενώ η πρόσφατη βροχή στην Ισπανία ήταν «αναμφίβολα θετικά νέα», η εταιρεία έδωσε επιφυλακτικό τόνο στις προοπτικές για τις τιμές του ελαιολάδου. Η επιστροφή στην κανονικότητα δεν θα γίνει άμεσα.

«Έχουμε ακόμη μήνες μπροστά μας μέχρι να μάθουμε τους πιθανούς όγκους της συγκομιδής 2024/2025 και μέχρι εκείνη τη στιγμή, οι τιμές θα συνεχίσουν να είναι ασταθείς», τόνισε ο Guzman. «Εν τω μεταξύ, ο κλάδος χρειάζεται έναν βαθύ μετασχηματισμό. Αλλαγές που αντιμετωπίζουμε στην Deoleo με σταθερή δέσμευση στις βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά στη βιωσιμότητα, την καινοτομία και την ποιότητα, με έμφαση στον καταναλωτή»

Το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας προμήθειας ελαιολάδου προέρχεται από τη Μεσόγειο, με χώρες της Νότιας Ευρώπης, όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Ελλάδα, μεταξύ των κορυφαίων παραγωγών του πολύτιμου αγαθού.

Η απειλή της κλιματικής κρίσης

Οι αναλυτές ελαιούχων σπόρων έχουν προειδοποιήσει ότι τα ελαιόδεντρα είναι «υπερβολικά ευάλωτα» στην κλιματική κρίση. Αν και συνήθως μπορούν να αντιμετωπίσουν τις υψηλές θερμοκρασίες και είναι αρκετά ανθεκτικά στην ξηρασία, οι πρόσφατες συνθήκες ήταν υπερβολικές.

Η Deoleo σημειώνει ότι οι ξηρασίες και οι υψηλές θερμοκρασίες κατά τις κρίσιμες φάσεις της ανάπτυξης του ελαιοκάρπου τα τελευταία χρόνια έχουν οδηγήσει σε σοβαρές ελλείψεις και σημαντική άνοδο των τιμών διεθνώς. Οι επιπτώσεις αυτών των δυσμενών κλιματικών συνθηκών είναι ιδιαίτερα έντονες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου οι χώρες αντιπροσωπεύουν συλλογικά τα 2/3 της παγκόσμιας παραγωγής ελαιολάδου.

Ερωτηθείς τι μπορεί να γίνει για την καλύτερη προστασία των ελαιόδεντρων από τις ακραίες καιρικές συνθήκες που τροφοδοτούνται από το κλίμα, ο Guzman της Deoelo είπε: «Ο κλάδος πρέπει να αναλάβει τα ηνία και όλοι οι παράγοντες που αποτελούν μέρος του πρέπει να μεταμορφωθούν εάν θέλουμε να μειώσουμε την αστάθεια των τιμών και να αυξήσουμε την προβλεψιμότητα».

Και πρόσθεσε: «Αυτό θα είναι το κλειδί για να αποτραπούν οι εξωγενείς παράγοντες, με μικρότερο ή μεγαλύτερο αντίκτυπο στην προσφορά και τη ζήτηση, να έχουν τόσο αποφασιστικό αντίκτυπο στην τιμή του προϊόντος και, κατά συνέπεια, στις ενέργειες που αναγκάζονται να λάβουν οι εταιρείες».

naftemporiki.gr