Ο στόχος και ο προσανατολισμός του πρωτογενούς τομέα μέσα στην κλιματική κρίση
Η μείωση του κόστους παραγωγής στον πρωτογενή τομέα, η τόνωση της εξωστρέφειας και η διεύρυνση των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας, αποτελούν βασικό στόχο του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, τόνισε ο αρμόδιος υπουργός Κώστας Τσιάρας, σε ομιλία του στον συνέδριο του Economist.
Σε παρέμβασή του για τη σχέση κλιματικής κρίσης και αγροτικής παραγωγής, ο κ. Τσιάρας ανέφερε ότι επηρεάζει το σύνολο της οικονομίας- και τον πρωτογενή τομέα- γεγονός που καθιστά επιβεβλημένη την αναζήτηση δράσεων και πολιτικών, οι οποίες, τουλάχιστον, θα περιορίσουν, στο βαθμό του δυνατού, τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.
Για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και με δεδομένο ότι η αγροτική παραγωγή επηρεάζεται σε σημαντικό βαθμό, ο κ. Τσιάρας θεωρεί επιβεβλημένη τη λήψη μέτρων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να μειωθεί το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, σε βαθμό όμως που δεν θα τίθεται σε κίνδυνο η επισιτιστική επάρκεια. Αναγνώρισε δε, ότι πρόκειται για μια δύσκολη εξίσωση η οποία πρέπει να επιλυθεί.
«Πρόκειται για μια δύσκολη εξίσωση που πρέπει να τη δούμε με προσοχή και να την επιλύσουμε δείχνοντας την ίδια προσοχή και προς τη μια και προς την άλλη κατεύθυνση. Με έναν συγκεκριμένο σχεδιασμό πρέπει να προχωρήσουμε σε εκσυγχρονισμό της αγροτικής παραγωγής. Να δούμε τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που μειώνουν το κόστος παραγωγής με έργα που διασφαλίζουν και την επάρκεια αλλά και τη διαχείριση του αρδευτικού νερού. Τότε μπορούμε να μιλάμε για μια βιώσιμη ανάπτυξη».
Κινούμενοι σε αυτή τη λογική, είπε ο υπουργός, πρέπει να αξιοποιήσουμε κάθε δυνατότητα που προσφέρει η επιστήμη και οι νέες τεχνολογίες. Ο κ. Τσιάρας τόνισε ότι μέσω της ενίσχυσης της αγροτικής οικονομίας ενισχύεται η προσπάθεια για ανάπτυξη και αυξάνεται το ΑΕΠ. «Στηρίζουμε την οικονομία και την ελληνική περιφέρεια, αλλά και διατηρούμε και την κοινωνική συνοχή, αφού ζητούμενο για κάθε κοινωνία είναι η διασφάλιση της επισιτιστικής επάρκειας», τόνισε και για την επιτυχία αυτού του στόχου έθεσε ως προϋπόθεση «να υπάρχουν άνθρωποι στον πρωτογενή τομέα», σημειώνοντας ότι είναι σημαντικό να υπάρχουν μέτρα που να προσελκύουν νέους και να τους προσφέρουν όλες τις αναγκαίες διευκολύνσεις για την εγκατάστασή τους στην περιφέρεια. Εκτίμηση του κ. Τσιάρα είναι ότι προς την κατεύθυνση αυτή θα συμβάλλει καθοριστικά και η ενίσχυση της προσπάθειας για επιμόρφωση των νέων αγροτών οι οποίοι πρέπει να αγαπούν τη γη αλλά και να έχουν γνώσεις ώστε να εξελιχθούν σε νέους επιχειρηματίες.
Αναφερόμενος στις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στο σύνολο της οικονομίας ο κ. Τσιάρας είπε ότι δεν εντοπίζονται μόνο στην ανάγκη καταβολής αποζημιώσεων ή αντικατάστασης του φυτικού ή ζωικού κεφαλαίου, αλλά και στο σύνολο της οικονομίας, όπως συνέβη με το adhoc πρόγραμμα 310 εκατ. ευρώ για τις αποζημιώσεις στη Θεσσαλία, σημειώνοντας ότι τα χρήματα αυτά λείπουν από τον κρατικό προϋπολογισμό αλλά και από άλλες αναπτυξιακές δραστηριότητες. Ταυτόχρονα, όπως είπε, για να διασφαλιστεί η επισιτιστική επάρκεια έγιναν περισσότερες εισαγωγές, ενώ, όπως τόνισε, επηρεάζεται και η ποιότητα και η τιμή των παραγομένων προϊόντων. Ανέφερε δε δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα: Πρώτον τη μείωση της παραγωγής κατά 40% στα φασόλια Πρεσπών λόγω των ασυνήθιστα υψηλών θερμοκρασιών αλλά και την εκτόξευση, την περυσινή χρονιά, της τιμής του ελαιολάδου κατά 613%.
Απαντώντας σε ερωτήσεις ο κ. Τσιάρας αναφέρθηκε στην ανάγκη rebranding των ελληνικών προϊόντων και σημείωσε ότι προκειμένου να αντιμετωπισθούν χρόνια προβλήματα, όπως αυτό του μικρού κλήρου, που μειώνουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής γεωργίας, πρέπει να δοθεί έμφαση στην παραγωγή ποιοτικών προϊόντων με υψηλή διατροφική αξία.