Το ελληνικό ρύζι αντέχει στις διεθνείς αναταράξεις;
Η παγκόσμια αγορά ρυζιού παρουσιάζει σήμερα έντονες διακυμάνσεις, αντανακλώντας τις προκλήσεις και τις αλλαγές που επηρεάζουν τη διεθνή γεωργία. Το ρύζι, βασικό προϊόν για δισεκατομμύρια ανθρώπους και κομβικό στοιχείο για πολλές οικονομίες, υποχώρησε κατά 15,38% ή 2,70 δολάρια/CWT από τις αρχές του 2024, σύμφωνα με δεδομένα από τα συμβόλαια επί διαφοράς (CFD). Ιστορικά, η τιμή του ρυζιού είχε φτάσει το υψηλό των 24,46 USD τον Απρίλιο του 2008, με την πορεία του να εξαρτάται συχνά από σημαντικές εξελίξεις, όπως η εξαγωγική πολιτική της Ινδίας.
Η πρόσφατη άρση της εξαγωγικής απαγόρευσης της Ινδίας, η οποία είχε επιβληθεί τον Ιούλιο του 2023, οδήγησε σε σημαντική άνοδο της τιμής του ρυζιού, αγγίζοντας επίπεδα 15ετίας. Η μείωση των εξαγωγικών δασμών συνέβαλε, στη συνέχεια, στη σταθεροποίηση της αγοράς, καθώς ενισχύθηκαν τα κρατικά αποθέματα εν όψει της επικείμενης συγκομιδής.
Στην παγκόσμια κατάταξη παραγωγής για την περίοδο 2023/2024, η Κίνα και η Ινδία καταλαμβάνουν τις δύο πρώτες θέσεις με παραγωγή 144,62 και 137,83 εκατομμυρίων μετρικών τόνων, αντίστοιχα, αντιπροσωπεύοντας το 28% και 26% της παγκόσμιας παραγωγής. Ακολουθούν το Μπαγκλαντές με 40 εκατομμύρια τόνους, η Ινδονησία με 33,02 εκατομμύρια και το Βιετνάμ με 26,63 εκατομμύρια τόνους. Το ρύζι αποτελεί θεμέλιο των διατροφικών συνηθειών και της οικονομίας σε αυτές τις χώρες. Στην Κίνα, όπου το 65% του πληθυσμού βασίζεται στο ρύζι για τη διατροφή του, η παραγωγή συγκεντρώνεται σε επαρχίες γύρω από τον ποταμό Γιανγκτσέ. Στην Ινδία, το ρύζι μπασμάτι κυριαρχεί στις εξαγωγές, με παραγωγές να καλύπτουν τεράστιες εκτάσεις, όπως στη Δυτική Βεγγάλη.
Η Ελλάδα, αν και λιγότερο γνωστή στην παγκόσμια κατάταξη, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ευρωπαϊκή αγορά ρυζιού. Στη χώρα μας καλλιεργούνται ετησίως περίπου 240.000 έως 250.000 στρέμματα, με τα 15.000 στρέμματα να αφιερώνονται σε βιολογική καλλιέργεια, καλύπτοντας την αυξανόμενη ζήτηση για βιολογικά προϊόντα. Οι κύριες ποικιλίες περιλαμβάνουν την Καρολίνα (10%), την Indica (30%) και την Japonica (60%), ενώ η συνολική παραγωγή ανέρχεται σε 220.000 έως 230.000 τόνους. Το 60% της ελληνικής παραγωγής εξάγεται, υπογραμμίζοντας τη δυναμική του κλάδου στις διεθνείς αγορές.
Παρά τη μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων κατά 15% και της παραγωγής κατά 26% για την περίοδο 2022-2023, η Ελλάδα παραμένει στην τρίτη θέση παραγωγής ρυζιού στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με μερίδιο 10%. Η Ιταλία βρίσκεται στην πρώτη θέση με μερίδιο άνω του 50%, ακολουθούμενη από την Ισπανία με 17%. Η Θεσσαλονίκη αποτελεί τον πυρήνα της παραγωγής και μεταποίησης ρυζιού στην Ελλάδα, φιλοξενώντας πάνω από το 85% της εγχώριας δραστηριότητας.
Η ενίσχυση των επενδύσεων σε νέες τεχνολογίες και βιώσιμες καλλιεργητικές μεθόδους αποτελεί κρίσιμο βήμα για την περαιτέρω ανάπτυξη του ελληνικού ρυζιού. Σε συνδυασμό με τις παγκόσμιες τάσεις σταθεροποίησης της τιμής, που εκτιμάται ότι θα κυμανθεί από 588 δολάρια/mt το τρίτο τρίμηνο έως 609 δολάρια/mt το τέταρτο τρίμηνο του 2024.