Τέσσερις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες διαχειρίζονται περίπου το 50-60% του παγκόσμιου εμπορίου βασικών αγροτικών προϊόντων
Στη σύγχρονη εποχή, η παγκόσμια αγορά τροφίμων ελέγχεται κυρίως από τέσσερις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες, γνωστές ως ABCD—Archer Daniels Midland (ADM), Bunge, Cargill, και Louis-Dreyfus. Αυτές οι εταιρείες έχουν διαμορφώσει ένα περιβάλλον που θυμίζει ολιγοπώλιο, καθώς διαχειρίζονται περίπου το 50-60% του παγκόσμιου εμπορίου βασικών αγροτικών προϊόντων, ενώ το μερίδιό τους στο παγκόσμιο εμπόριο δημητριακών φτάνει έως και 70-90%.
Ο Ρόλος των Χρηματοοικονομικών Δραστηριοτήτων
Παρά τις πρόσφατες οικονομικές κρίσεις, η ανάπτυξη των ABCD παραμένει ισχυρή, με ετήσιους ρυθμούς αύξησης (CAGR) που κυμαίνονται από 6% έως 13%. Αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στην κυρίαρχη θέση τους στην αγορά και στις στρατηγικές χρηματοοικονομικής διαφοροποίησης που ακολουθούν.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι η συμμετοχή επενδυτικών σχημάτων, όπως hedge funds, επενδυτικές τράπεζες και Exchange Traded Funds (ETFs), στις συναλλαγές παραγώγων αγροτικών προϊόντων, γεγονός που αυξάνει την κερδοσκοπία και την ευμεταβλητότητα των τιμών.
Οι έρευνες δείχνουν μια ισχυρή συσχέτιση ανάμεσα στην αύξηση των επενδύσεων από ETFs και την άνοδο των τιμών βασικών αγροτικών προϊόντων, όπως το καλαμπόκι, το σιτάρι και η σόγια. Αυτές οι χρηματοοικονομικές δραστηριότητες ενισχύουν τις δυνατότητες των εταιρειών να εκμεταλλεύονται τις διακυμάνσεις των τιμών, αυξάνοντας έτσι τα κέρδη τους.
Επιδράσεις στις Τιμές και στους Καταναλωτές
Η άνοδος των τιμών στα βασικά αγροτικά προϊόντα έχει σοβαρές συνέπειες, ειδικά για τους οικονομικά αδύναμους πληθυσμούς και για χώρες που εξαρτώνται από τις εισαγωγές τροφίμων. Παρά τις αυξημένες τιμές την περίοδο 2020-2024, δεν παρατηρήθηκε έλλειψη αποθεμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό υπογραμμίζει την επίδραση της κερδοσκοπίας στην άνοδο των τιμών, κάτι που ενισχύεται από τη σημαντική διαφορά μεταξύ του κόστους παραγωγής και της τελικής τιμής πώλησης των προϊόντων.
Προτεινόμενα Μέτρα Πολιτικής για Διαφάνεια και Λογοδοσία
Η έρευνα προτείνει διάφορα μέτρα για την προώθηση της διαφάνειας και της λογοδοσίας στις αγορές αγροτικών προϊόντων:
• Αύξηση της διαφάνειας μέσω πιο αναλυτικών αναφορών αποθεμάτων βασικών καλλιεργειών και βελτίωση των απαιτήσεων καταγραφής.
• Ενίσχυση των κανονισμών σχετικά με τα όρια θέσεων στις χρηματοοικονομικές αγορές και καλύτερη ενημέρωση για τις στρατηγικές συναλλαγών.
• Αξιολόγηση των υπαρχόντων κανονισμών, όπως της Οδηγίας για την Κατάχρηση της Αγοράς, για την αποτροπή κατάχρησης εσωτερικής πληροφόρησης.
• Διερεύνηση της συγκέντρωσης της αγοράς, με ενδεχόμενο φορολόγησης των υπερκερδών και διεύρυνση της συμμετοχής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε ζητήματα ανταγωνισμού.
Αυτές οι προτάσεις στοχεύουν στην ενίσχυση της λογοδοσίας και στη διασφάλιση μιας πιο δίκαιης και διαφανούς αγοράς αγροτικών προϊόντων.