Η Επιτροπή θεσπίζει κανόνες για το ανανεώσιμο υδρογόνο

Το 2020, η Επιτροπή ενέκρινε στρατηγική για το υδρογόνο στην οποία παρουσιάζει ένα όραμα για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού οικοσυστήματος υδρογόνου, από την έρευνα και την καινοτομία έως την παραγωγή και τις υποδομές.

Σήμερα η Επιτροπή πρότεινε λεπτομερείς κανόνες ώστε να οριστεί τι συνιστά ανανεώσιμο υδρογόνο στην ΕΕ, με την έκδοση δύο κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που απαιτούνται βάσει της οδηγίας για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι εν λόγω πράξεις αποτελούν μέρος ενός ευρέος κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ για το υδρογόνο, το οποίο περιλαμβάνει επενδύσεις σε ενεργειακές υποδομές και κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, καθώς και νομοθετικούς στόχους για το ανανεώσιμο υδρογόνο στη βιομηχανία και τις μεταφορές. Οι πράξεις αυτές διασφαλίζουν ότι όλα τα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης (γνωστά και ως RFNBO) θα παράγονται από ηλεκτρική ενέργεια που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές. Οι δύο πράξεις είναι αλληλένδετες, είναι δε και οι δύο απαραίτητες για τον συνυπολογισμό των καυσίμων στον στόχο των κρατών μελών για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι δύο πράξεις δημιουργούν ασφάλεια δικαίου για τους επενδυτές, καθώς η ΕΕ έχει ως στόχο τους 10 εκατομμύρια τόνους εγχώριας παραγωγής ανανεώσιμου υδρογόνου και τους 10 εκατομμύρια τόνους εισαγόμενου ανανεώσιμου υδρογόνου βάσει του σχεδίου REPowerEU.

Περισσότερες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, λιγότερες εκπομπές

Η πρώτη κατ' εξουσιοδότηση πράξη ορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες το υδρογόνο, τα καύσιμα με βάση το υδρογόνο ή άλλοι φορείς ενέργειας μπορούν να θεωρηθούν RFNBO. Η πράξη αποσαφηνίζει την αρχή της «προσθετικότητας» για το υδρογόνο που ορίζεται στην οδηγία της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι ηλεκτρολυτικές κυψέλες για την παραγωγή υδρογόνου θα πρέπει να συνδεθούν με νέα παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Η αρχή αυτή έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι η παραγωγή ανανεώσιμου υδρογόνου δημιουργεί κίνητρα για αύξηση του όγκου της ανανεώσιμης ενέργειας που διατίθεται στο δίκτυο σε σύγκριση με ό,τι υπάρχει ήδη. Με τον τρόπο αυτό, η παραγωγή υδρογόνου θα στηρίξει την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές και θα συμπληρώσει τις προσπάθειες εξηλεκτρισμού, αποφεύγοντας παράλληλα την άσκηση πίεσης στην παραγωγή ενέργειας.

Μολονότι η αρχική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας για την παραγωγή υδρογόνου θα είναι αμελητέα, θα αυξηθεί προς το 2030 λόγω της μαζικής ανάπτυξης ηλεκτρολυτικών κυψελών μεγάλης κλίμακας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Επιτροπής, απαιτούνται περίπου 500 TWh ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για την επίτευξη του φιλόδοξου στόχου του REPowerEU για το 2030, ο οποίος συνίσταται στην παραγωγή 10 εκατ. τόνων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης από ανανεώσιμες πηγές. Ο φιλόδοξος στόχος των 10 εκατ. τόνων το 2030 αντιστοιχεί στο 14 % της συνολικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ. Η φιλοδοξία αυτή αντικατοπτρίζεται στην πρόταση της Επιτροπής για αύξηση του στόχου του 2030 για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στο 45 %.

Η κατ' εξουσιοδότηση πράξη καθορίζει διάφορους τρόπους με τους οποίους οι παραγωγοί μπορούν να αποδείξουν ότι η ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που χρησιμοποιείται για την παραγωγή υδρογόνου συμμορφώνεται με τους κανόνες προσθετικότητας. Επίσης, θεσπίζει κριτήρια, ώστε να διασφαλίζεται ότι το ανανεώσιμο υδρογόνο παράγεται μόνο όταν και όπου διατίθεται επαρκής ανανεώσιμη ενέργεια (χρονική και γεωγραφική συσχέτιση).

Για να ληφθούν υπόψη οι υφιστάμενες επενδυτικές δεσμεύσεις και να επιτραπεί στον κλάδο να προσαρμοστεί στο νέο πλαίσιο, οι κανόνες θα εισαχθούν σταδιακά και θα σχεδιαστούν έτσι ώστε να καθίστανται αυστηρότεροι συν τω χρόνω. Ειδικότερα, οι κανόνες προβλέπουν μεταβατική φάση για τις απαιτήσεις «προσθετικότητας» όσον αφορά τα έργα υδρογόνου που θα αρχίσουν να λειτουργούν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2028. Αυτή η μεταβατική περίοδος αντιστοιχεί στην περίοδο κατά την οποία οι ηλεκτρολυτικές κυψέλες θα αναπτυχθούν και θα διατεθούν στην αγορά. Επιπλέον, οι παραγωγοί υδρογόνου θα είναι σε θέση να αντιστοιχίζουν την παραγωγή τους υδρογόνου με τη συμβατική τους ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές σε μηνιαία βάση έως την 1η Ιανουαρίου 2030. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να θεσπίσουν αυστηρότερους κανόνες σχετικά με τη χρονική συσχέτιση από την 1η Ιουλίου 2027.

Οι απαιτήσεις για την παραγωγή ανανεώσιμου υδρογόνου θα ισχύουν τόσο για τους εγχώριους παραγωγούς όσο και για τους παραγωγούς από τρίτες χώρες που επιθυμούν να εξαγάγουν ανανεώσιμο υδρογόνο στην ΕΕ που θα προσμετράται στους στόχους της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ένα σύστημα πιστοποίησης που βασίζεται σε εθελοντικά συστήματα θα διασφαλίσει ότι οι παραγωγοί, είτε στην ΕΕ είτε σε τρίτες χώρες, θα μπορούν να αποδεικνύουν απλά και εύκολα τη συμμόρφωσή τους με το πλαίσιο της ΕΕ και να εμπορεύονται ανανεώσιμο υδρογόνο εντός της ενιαίας αγοράς.

Η δεύτερη κατ' εξουσιοδότηση πράξη παρέχει μεθοδολογία για τον υπολογισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τον κύκλο ζωής των RFNBO. Η μεθοδολογία λαμβάνει υπόψη τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου καθ' όλον τον κύκλο ζωής των καυσίμων, συμπεριλαμβανομένων των ανάντη εκπομπών, των εκπομπών που συνδέονται με τη λήψη ηλεκτρικής ενέργειας από το δίκτυο, από την επεξεργασία, και των εκπομπών που συνδέονται με τη μεταφορά των εν λόγω καυσίμων στον τελικό καταναλωτή. Η μεθοδολογία αποσαφηνίζει επίσης τον τρόπο υπολογισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου του ανανεώσιμου υδρογόνου ή των παραγώγων του σε περίπτωση συμπαραγωγής του σε εγκατάσταση παραγωγής καυσίμων ορυκτής προέλευσης.

Μετά τη σημερινή έγκρισή τους, οι πράξεις θα διαβιβαστούν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, τα οποία έχουν στη διάθεσή τους 2 μήνες για να τις εξετάσουν και είτε να αποδεχθούν είτε να απορρίψουν τις προτάσεις. Κατόπιν αιτήματός τους, η περίοδος ελέγχου μπορεί να παραταθεί κατά 2 μήνες. Το Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν έχουν τη δυνατότητα να τροποποιήσουν τις προτάσεις.

Ιστορικό

Το 2020, η Επιτροπή ενέκρινε στρατηγική για το υδρογόνο στην οποία παρουσιάζει ένα όραμα για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού οικοσυστήματος υδρογόνου, από την έρευνα και την καινοτομία έως την παραγωγή και τις υποδομές, καθώς και την ανάπτυξη διεθνών προτύπων και αγορών. Το υδρογόνο αναμένεται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην απαλλαγή της βιομηχανίας και των μεταφορών βαρέων οχημάτων από τις ανθρακούχες εκπομπές στην Ευρώπη και παγκοσμίως. Στο πλαίσιο της δέσμης μέτρων προσαρμογής στον στόχο του 55 %, η Επιτροπή εισήγαγε διάφορα κίνητρα για την υιοθέτησή της, συμπεριλαμβανομένων υποχρεωτικών στόχων για τη βιομηχανία και τις μεταφορές.

Το υδρογόνο αποτελεί επίσης βασικό πυλώνα του σχεδίου REPowerEU για την απεξάρτηση από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα. Η Επιτροπή έχει παρουσιάσει το «πρόγραμμα επιτάχυνσης της χρήσης υδρογόνου» για την κλιμάκωση της ανάπτυξης του ανανεώσιμου υδρογόνου. Ειδικότερα, με το σχέδιο REPowerEU, η ΕΕ έχει ως στόχο να παραγάγει 10 εκατομμύρια τόνους και να εισαγάγει 10 εκατομμύρια τόνους ανανεώσιμου υδρογόνου έως το 2030. 

Εκτός από το κανονιστικό πλαίσιο, η Επιτροπή στηρίζει επίσης την ανάδυση του τομέα του υδρογόνου στην ΕΕ μέσω σημαντικών έργων κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος (ΣΕΚΕΕ). Το πρώτο ΣΕΚΕΕ, το «IPCEI Hy2Tech», το οποίο περιλαμβάνει 41 έργα και εγκρίθηκε τον Ιούλιο του 2022, αποσκοπεί στην ανάπτυξη καινοτόμων τεχνολογιών για την αξιακή αλυσίδα υδρογόνου με σκοπό την απαλλαγή των βιομηχανικών διεργασιών και του τομέα της κινητικότητας από τις ανθρακούχες εκπομπές, με έμφαση στους τελικούς χρήστες. Τον Σεπτέμβριο του 2022, η Επιτροπή ενέκρινε το «IPCEI Hy2Use», ένα δεύτερο έργο που συμπληρώνει το IPCEI Hy2Tech και το οποίο θα στηρίξει την κατασκευή υποδομών που σχετίζονται με το υδρογόνο και την ανάπτυξη καινοτόμων και πιο βιώσιμων τεχνολογιών για την ενσωμάτωση του υδρογόνου στον βιομηχανικό τομέα.