«Η αίσθηση που υπάρχει στην κοινωνία είναι πως το πρόγραμμα “εξοικονομώ κατ’ οίκον” έχει ουσιαστικά “παγώσει”. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται από το ότι, μέχρι σήμερα, για το 2015 το Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας & Ανάπτυξης, που διαχειρίζεται το πρόγραμμα, έχει ανακοινώσει μόλις 2 αποφάσεις υπαγωγής που αντιστοιχούν σε 527 ωφελούμενους πολίτες. Υπενθυμίζεται ότι για τα έτη 2013 και 2014 είχαν εκδοθεί 12 και 6 αποφάσεις υπαγωγής με 25.449 και 3.841 ωφελούμενους αντίστοιχα». Τα παραπάνω υπογραμμίζει ο βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος σε ερώτηση που απευθύνει προς τους υπουργούς Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού κ. Γιώργο Σταθάκη και Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Γιάννη Τσιρώνη.
Η τεράστια αυτή διαφοροποίηση που σημειώνεται κατά το τρέχον έτος οδήγησε και τον κ. Χαρακόπουλο να ζητά να πληροφορηθεί από τους αρμόδιους υπουργούς «ποιός είναι ο προγραμματισμός για τις αιτήσεις που εκκρεμούν προς υπαγωγή στο πρόγραμμα, αν υπάρχουν κονδύλια ώστε να εξεταστούν άλλες για το 2015 και με ποιο χρονοδιάγραμμα». Σε περίπτωση, όμως, που δεν υπάρχει η οικονομική δυνατότητα, ο Θεσσαλός πολιτικός, ζητά να μάθει «ποια μέριμνα έχει ληφθεί για τις εκκρεμείς αιτήσεις και τη συνέχιση του προγράμματος από το 2016 και μετά, με τη νέα προγραμματική περίοδο».
Στην ερώτηση υπενθυμίζεται ότι «το "Εξοικονομώ κατ' οίκον" είναι ένα πρόγραμμα του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτούμενο από την ΕΕ, που επιτρέπει την επιδοτούμενη ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων με πολλαπλά οφέλη τόσο για τους πολίτες όσο για το περιβάλλον. Ωστόσο, η αίσθηση που κυριαρχεί στους πολίτες που έχουν αιτηθεί τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα άλλα και αυτούς που ωφελούνται έμμεσα από αυτό -οικοδόμοι, τεχνίτες, μηχανικοί- είναι διττή. Πρόκειται για παράδειγμα προς μίμηση και αποφυγή ταυτόχρονα».
Συγκεκριμένα, αναδεικνύεται ως παράδειγμα «προς μίμηση, διότι ξεκίνησε με καλές προϋποθέσεις και υπήρξε αρκετά δημοφιλές. Το υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης στη χώρα μας, η λογική προτίμηση που έδειξαν οι πολίτες, ελέω οικονομικής δυσπραγίας, στην επιδοτούμενη ενεργειακή αναβάθμιση παλαιότερων κατοικιών παρά στην αγορά ή την ανέγερση νέας κατοικίας, η άμεση εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα στην όλη διαδικασία και η διέξοδος που προσέφερε στον βαριά πληγέντα κλάδο της οικοδομής και των συναφών επαγγελμάτων, είναι μερικοί μόνο από τους παράγοντες που συνέβαλαν στην ιδιαίτερη απήχησή του σε όλα τα κοινωνικά στρώματα».
Από την άλλη, συνιστά παράδειγμα προς αποφυγή «διότι κατέληξε να είναι ένα δύσχρηστο εργαλείο στα χέρια της πολιτείας. Η αναμονή για την διεκπεραίωση των διαδικασιών που απαιτούνται μέχρι την τελική υπαγωγή στο πρόγραμμα είναι μεγάλη, δημιούργησε πρακτικά προβλήματα στο ασταθές οικονομικό περιβάλλον των τελευταίων μηνών και κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει στο μέλλον για αυτούς που αναμένουν για την υπαγωγή τους στο πρόγραμμα».