Πρόθυμη δηλώνει η Κομισιόν να επιβάλλει δασμούς στις εισαγωγές προϊόντων ιχθυοκαλλιέργειας από Τουρκία

Η Κομισιόν δηλώνει πρόθυμη να ξεκινήσει «έρευνες εμπορικής άμυνας» όσον αφορά τις εισαγωγές αλιευτικών προϊόντων από την Τουρκία στην ΕΕ εφόσον μπορούν να παρασχεθούν αποδεικτικά στοιχεία για αθέμιτες πρακτικές στον κλάδο της ιχθυοκαλλιέργειας.

Αυτό απαντάει η Κομισιόν στο ευρωβουλευτή της Λαϊκής Ενότητάς (ΛΑΕ) Νίκο Χουντή, ο οποίος σε ερώτηση του αναδείκνυε το γεγονός ότι τα ελληνικά και ευρωπαϊκά  προϊόντα ιχθυοκαλλιέργειας δέχονται αθέμιτο ανταγωνισμό από τρίτες χώρες και ιδίως από την Τουρκία η οποία παρέχει «άμεσες ή έμμεσες επιδοτήσεις στους εγχώριους παραγωγούς της».

Ποιο συγκεκριμένα στην ερώτηση του, ο Έλληνας ευρωβουλευτής τόνιζε ότι: «Η θαλάσσια ιχθυοκαλλιέργεια αποτελεί έναν από τους δυναμικότερους κλάδους του πρωτογενούς τομέα στην Ελλάδα  που χαρακτηρίζεται από εξωστρέφεια, με το 80% της παραγωγής να εξάγεται και που απασχολεί άμεσα ή έμμεσα 10.000 εργαζόμενους, κυρίως σε νησιωτικές και απομακρυσμένες περιοχές με σοβαρά προβλήματα στον τομέα της απασχόλησης» και σημείωνε ότι :«ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος είναι η μη διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού με τα εισαγόμενα προϊόντα των τρίτων χωρών (το 60% των αλιευτικών προϊόντων που καταναλώνονται στην ΕΕ προέρχεται από τρίτες χώρες)».

Στη συνέχεια της ερώτησης του ο Νίκος Χουντής αφού επισήμαινε ότι: «στις τρίτες χωρες δεν ισχύουν οι ιδιοι αυστηροί κανόνες παραγωγής με τα προίοντα παραγωγής χωρών της ΕΕ με αποτέλεσμα να παράγονται με χαμηλότερο κόστος» τόνιζε ότι:«η Τουρκία παρέχει άμεσες η έμμεσες επιδοτήσεις στους εγχώριους παραγωγούς της, ενώ τα προϊόντα της εισάγονται αδασμολόγητα στην ευρωπαϊκή αγορά σε βάρος των ελληνικών προϊόντων αλλά και των προϊόντων άλλων ευρωπαϊκών χωρών».

Τέλος,  καλούσε την Κομισιόν να εξασαφαλίσει στους ευρωπαίους ιχθυκαλλιερητές «ισότιμους όρους ανταγωνισμού με τους παραγωγούς των τρίτων χωρών».

Στην απάντηση του  ο Επιτροπός Περιβάλλοντος, Θαλάσσιας Πολιτικής και Αλιείας κ. Vella  σημείωνει ότι «τα υψηλά πρότυπα της υδατοκαλλιέρεγειας στην ΕΕ μπορούν να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα της υδατοκαλλιέργειας  και των προίόντων της ΕΕ» και επισημαίνει  ότι η Επιτροπή και τα κράτη-μέλη της «εργάζονται από κοινού για την προώθηση πιο βιώσιμης υδατοκαλλιέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο, τόσο στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για διεθνείς συμφωνίες όσο και στο πλαίσιο διεθνών και περιφερειακών οργανισμών…..».

Ο κος Vella  επισημαίνει επίσης ότι : «Η Επιτροπή δρομολόγησε ήδη το 2015την ευρωπαική εκστρατεία ενημέρωσης «Εκτροφής ΕΕ». Η Ισπανία και η Ιρλανδία έχουν αναλάβει ηγετικό ρόλο όσον αφορά τη μεταφορά της ιδέας αυτής σε εθνική εκστρατεία».

Καταλήγοντας ο Επίτροπος και απαντώντας στις καταγγελίες  του Νίκου Χουντή ότι « η Τουρκία παρέχει άμεσες η έμμεσες επιδοτήσεις στους εγχώριους παραγωγούς της» τονίζει ότι : « Η Επιτροπή είναι επίσης σε ετοιμότητα για την έναρξη ερευνών εμπορικής άμυνας όσον αφορά τις εισαγωγές αλιευτικών προϊόντων, κάθε φορά που η βιομηχανία της ΕΕ διαθέτει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για αθέμιτες πρακτικές τρίτων χωρών που εξάγουν στην ΕΕ».

Η πλήρης ερώτηση και απάντηση έχουν ως εξής :

Ερώτηση με αίτημα γραπτής απάντησης E-005802/2018

προς την Επιτροπή

Θέμα:         Μέτρα προστασίας ιχθυοκαλλιεργητών

Η θαλάσσια ιχθυοκαλλιέργεια αποτελεί έναν από τους δυναμικότερους κλάδους του πρωτογενούς τομέα στην Ελλάδα, που χαρακτηρίζεται από εξωστρέφεια, με το 80% της παραγωγής να εξάγεται, και που απασχολεί άμεσα η έμμεσα 10.000 εργαζόμενους, κυρίως σε νησιωτικές και απομακρυσμένες περιοχές με σοβαρά προβλήματα στον τομέα της απασχόλησης.

Όπως επισημαίνουν οι ιχθυοκαλλιεργητές, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος είναι η μη διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού με τα εισαγόμενα προϊόντα των τρίτων χωρών (το 60% των αλιευτικών προϊόντων που καταναλώνονται στην ΕΕ προέρχεται από τρίτες χώρες). Για παράδειγμα η Τουρκία παρέχει άμεσες η έμμεσες επιδοτήσεις στους εγχώριους παραγωγούς της, ενώ τα προϊόντα της εισάγονται αδασμολόγητα στην ευρωπαϊκή αγορά σε βάρος των ελληνικών προϊόντων αλλά και των προϊόντων άλλων ευρωπαϊκών χωρών.

Με δεδομένο ότι στις τρίτες χώρες δεν ισχύουν οι ίδιοι αυστηροί κανόνες παραγωγής με τα προϊόντα παραγωγής χωρών της ΕΕ με αποτέλεσμα να παράγονται με χαμηλότερο κόστος, ερωτάται η Επιτροπή:

Τι μέτρα προτίθεται να πάρει για να εξασφαλίσει στους ευρωπαίους ιχθυοκαλλιεργητές ισότιμους όρους ανταγωνισμού με τους παραγωγούς των τρίτων χωρών;

EL

E-005802/2018

Απάντηση του κ. Vella

εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(24.1.2019)

Αλιευτικά προϊόντα μπορούν να εισάγονται στην ΕΕ μόνο από τρίτες χώρες οι οποίες παρέχουν αξιόπιστες εγγυήσεις συμμόρφωσης ή ισοδυναμίας με τις αυστηρές υγειονομικές συνθήκες της ΕΕ. Σχετικά με άλλα πρότυπα, όπως αναφέρεται στις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής του 2013 για τη βιώσιμη ανάπτυξη της υδατοκαλλιέργειας στην ΕΕ, εάν τα υψηλά πρότυπα της υδατοκαλλιέργειας στην ΕΕ όσον αφορά τη βιωσιμότητα (μεταξύ άλλων για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις) λαμβάνονται υπόψη και κοινοποιούνται σωστά στο κοινό, μπορούν να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα της υδατοκαλλιέργειας στην ΕΕ και των προϊόντων της. Η Επιτροπή δρομολόγησε ήδη το 2015 την ευρωπαϊκή εκστρατεία ενημέρωσης «Εκτροφής ΕΕ». Η Ισπανία και η Ιρλανδία έχουν αναλάβει ηγετικό ρόλο όσον αφορά τη μεταφορά της ιδέας αυτής σε εθνική εκστρατεία. Η Επιτροπή είναι έτοιμη να συνεργαστεί περαιτέρω με τα κράτη μέλη της ΕΕ, τη βιομηχανία και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με το θέμα αυτό.

Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη της ΕΕ καταβάλουν επίσης προσπάθειες σε διεθνές επίπεδο για την προώθηση ισότιμων όρων ανταγωνισμού. Εργάζονται από κοινού για την προώθηση πιο βιώσιμης υδατοκαλλιέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο, τόσο στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για διεθνείς συμφωνίες όσο και στο πλαίσιο διεθνών και περιφερειακών οργανισμών, όπως ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) και η Γενική Επιτροπή Αλιείας για τη Μεσόγειο (ΓΕΑΜ).

Η Επιτροπή είναι επίσης σε ετοιμότητα για την έναρξη ερευνών εμπορικής άμυνας όσον αφορά τις εισαγωγές αλιευτικών προϊόντων, κάθε φορά που η βιομηχανία της ΕΕ διαθέτει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για αθέμιτες πρακτικές τρίτων χωρών που εξάγουν στην ΕΕ.

Για παράδειγμα, κατόπιν έρευνας, στις 27 Φεβρουαρίου 2015, η Επιτροπή επέβαλε οριστικούς αντισταθμιστικούς δασμούς στις εισαγωγές ιριδίζουσας πέστροφας από την Τουρκία.